Σάββατο, 27 Απριλίου, 2024

Δροσοσταλίδες και κινητά

Κοινοποίηση

bench-flirt

Στο παγκάκι απέναντι δυο αγόρια, ταυριά, παίζουν με τα κινητά.

Δεν είναι που μ’ εντυπωσιάζουν οι ταχύτατες κινήσεις των δακτύλων πάνω στα κουμπιά. Εκείνο που τραβάει το μάτι μου είναι οι αγκώνες που μαζεύονται προς τα μέσα και αναγκάζουν το κορμί, παίζοντας, να γίνει ένα γρουμπούλι.

Στο παγκάκι απέναντι δυο αγόρια, ώρα πολλή, παίζουν με τα κινητά.

Περιμένουν τάχατες κάτι;

Όχι! Γιατί δεν κοιτάνε, δεν κοίταξαν, πουθενά. Δεν έχουν αδημονία καμιά. Δεν κοίταξαν το ρολόι τους ούτε μία φορά.

Χαζεύουν μωρέ τα παιδιά.

Μα όχι. Τα πλησιάζουν δυο κορίτσια σαν τα κρύα νερά.

– Γεια.

– Γεια.

Στο παγκάκι απέναντι δυο αγόρια συνέχισαν να παίζουν με τα κινητά.

Δυο κορίτσια δροσοσταλίδες. Σαν Άνοιξες δυο μέσα στο καταχείμωνο. Αλκυονίδες ώρες μέσα στην κρύα Γεναριάτικη μοναξιά. Με το μινάκι τους, με τα μακριά μαύρα μαλλιά η μια και η άλλη ξανθιά, με τις καμπύλες βγαλμένες από τον τόρνο του Θεού και τις μεσούλες τους φτιαγμένες με κεφάτη μαστοριά, με πισινούς σαν αγαλμάτων απ’ τα χρόνια τα παλιά τα Ελληνικά, δυο κορίτσια σαν βουνίσια κρυστάλλινα νερά, στάθηκαν όρθια μπροστά στ’ αγόρια με τα κινητά.

Ήταν φανερό σε όλους μας πια. Τ’ αγόρια είχαν ραντεβού με τα κορίτσια τα λαχταριστά. Τους έλεγαν «άντε, σηκωθείτε μωρέ, να πάμε για κάνα καφέ».

Κι αυτά, συνέχιζαν να παίζουν με τα κινητά.

Ήταν σα τότε που έρχεται ο Θεός και σου μιλά κι εσύ χαμένος μέσα στον κόσμο σου του λες ορθά – κοφτά: «Μη μου τους κύκλους τάραττε».

Και δυσανασχέτησαν τα κορίτσια με τα μαύρα και τα ξανθά μαλλιά.

Ήθελαν ένα καφέ με αγορίστικη συντροφιά. Ίσως με την ελπίδα μιας αγάπης ή ενός έρωτα στα κλεφτά. Όμως παρέμεναν εκεί ακίνητα τα δυο αγόρια με τα κινητά. Και ούτε κοίταγαν τα κορίτσια τα δροσερά, καθώς οι χαμένοι δεν αναγνωρίζουν τον Δημιουργό τους ακόμα και αν σταθεί μπροστά τους θεϊκά να τους μιλά.

Κι εμείς, να βλέπουμε το Θείο Δράμα εδώ μπροστά στα μάτια μας και να θυμόμαστε τότε που με λαχτάρα και την καρδούλα σαν ταμπούρλο να χτυπά, πηγαίναμε στο ραντεβού και περιμέναμε τη βροχή καθώς το χώμα που διψά. Νιώσαμε όλοι της παρέας που βλέπαμε, νιώσαμε πολύ μεγάλοι και ξοφλημένοι πια, μιας και τέτοια κορίτσια δεν θέλουν με μας ούτε καφέ και ούτε καταδέχονται να ρίξουν πάνω μας έστω μία, μιαν αναστάσιμη ματιά.

Στο παγκάκι απέναντι δυο αγόρια συνέχισαν να παίζουν με τα κινητά. Μπροστά τους δυο κορίτσια φρεγάτες ξαναμμένα σαν δαυλιά, προσπαθούσαν να ξεσηκώσουν δυο κοιμισμένα ταυριά. Σχεδόν τα τράβηξαν απ’ τα μανίκια και κάποτε με ζόρι τα σήκωσαν απ’ το παγκάκι τα παιδιά.

Και κίνησαν μπροστά δυο ελάφια να σκιρτάνε σε κρύφιες σκέψεις και σε όνειρα τρελά. Δύο συλφίδες μ’ όλες τις χάρες του Μαγιού , δυο ξωτικά. Πήγαιναν από πίσω δυο αγόρια με πλεούμενα βρακιά. Θυμήθηκα τον παππούλη μου που έλεγε «χαζοβράκα» όποιον του έπεφτε ο καβάλος χαμηλά. Και περπατώντας ακόμα τα δυο αγόρια συνέχισαν να παίζουν με τα κινητά.

Πέρασ’ η μέρα κι ήρθε το βράδυ μελαγχολικά. Όλη τη νύχτα είχα μπροστά στα μάτια μου την εικόνα των ελαφιών και των ζαρκαδιών και από κοντά όλα τα ζώα του κόσμου με πεσμένα τα βρακιά. Ονειρεύτηκα λιγωμένος ότι πετάω στο καλάθι των αχρήστων όλα του κόσμου τα μαλακισμένα κινητά. Μα κι όταν ξύπνησα, ήμουν εκεί σαν πεθαμένος που δε μπορούσα ως κλέφτης και ληστής να πάρω απ’ τις πολλές χαμένες ούτε μία ελαφίσια τους ματιά.

Ίσως είναι καιρός να γίνω καλόγερος, να πάρω τα βουνά. Να μην ακούω και να μη βλέπω πια. Τι δεν αντέχω να βλέπω δύο ευνουχισμένα ταυριά να παίζουν απαθώς με τα κινητά και να ξεχνάνε το Θεό που τους καλεί να πέσουν στην υπέροχή του αγκαλιά, φτιαγμένη από θάλασσες, χαράδρες και βουνά.

Τύμπανο 1 / Φεβρουάριος 2013

Παντολέων Φλωρόπουλος
Παντολέων Φλωρόπουλοςhttps://pantoleon.gr
... γεννήθηκε στη Μυρτιά της Αιτωλίας το 1955. Ζει στο Αγρίνιο από το 1984. Εργάστηκε στο τοπικό ραδιόφωνο (1990 – 1992) και ξανά την περίοδο 1994 - 1996. Ιδρυτής και συντάκτης του σατιρικού “αραμπά” του Αγρινίου (1991 – 1997). Εκδότης και δημοσιογράφος της εβδομαδιαίας τοπικής εφημερίδας “Αναγγελία” (2000) μέχρι τον Ιούλιο του 2017, έκτοτε δε, τακτικός συνεργάτης της. Έχει γράψει ποίηση, 168 παραμύθια και 1.111 χρονογραφήματα, κατέγραψε εκατοντάδες λαϊκούς μύθους και θρύλους, ενώ δημοσίευσε πολλές χιλιάδες πολιτικά και πολιτιστικά άρθρα. Το πρώτο του βιβλίο, “η πολιτεία των λουλουδιών” (παραμύθι) κυκλοφόρησε το 1980. Τα βιβλία του κυκλοφορούν σε συλλεκτικές εκδόσεις λίγων αντιτύπων.
spot_img

Διαβάστε επίσης: