Κυριακή, 5 Μαΐου, 2024

ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑΡΙΟ 3

Κοινοποίηση

Υπάρχει ένα θέμα: Έχουν ή δεν έχουν άποψη οι διανοούμενοι την εποχή της κρίσης; Έχουν, θα πεις. Και, τότε, γιατί δεν μιλάνε; Μιλάνε, θα πεις, αλλά δεν τους ακούει κανείς. Μάλιστα. Και, αφού δεν τους ακούει κανείς, γιατί δεν γράφουν, ώστε να μείνει ο λόγος τους εκεί, να τον βρουν εκείνοι που μπορούν ν’ ακούσουν, στο μέλλον;

Όχι. Δεν γράφουν. Σε πρώτη ανάγνωση, ακατανόητο γιατί. Σε δεύτερη; Όχι. Διότι: Αυτό που λένε οι διανοούμενοι και δεν ακούει κανείς, αν γραφεί, θα τους εκθέσει στο μέλλον. Aς πούμε, ότι είναι αυτός ο λόγος. Άρα η υστεροφημία τους θα χαθεί. Όμως όχι. Για τη φήμη τους νοιάζονται που θα χαθεί, αφού τους θέλει τώρα “υπεράνω”. Αυτό είναι! Το υπεράνω. Το μακράν. Περί αγιότητος ο λόγος. Αλλά, θα πεις, είναι μια ιδιοτελής σκέψη, έτσι δεν είναι; Ναι. Είναι μία ιδιοτελής σκέψη. Μπορεί ναρκισσιστική. Αν το πούμε λαϊκά, θα έπρεπε να πούμε «ξινή», αν όχι υπερφίαλη. Και γι’ αυτό κατακριτέα. Διότι η εξ ορισμού αντίθεση του διανοούμενου με την εξουσία είναι ένας άλλου είδους λαϊκισμός.

Οι διανοούμενοι ασχολούνται με τα υψηλά. Γι’ αυτό κι έχουν άλλη αντίληψη για την Τέχνη. Και για τα Γράμματα. Για την λογοτεχνία ειδικά.

Βουτιά τώρα: Στο λογοτεχνικό περιοδικό «Τύμπανο» που φιλοξενεί αυτό εδώ το άρθρο, δημοσιεύτηκε στο προηγούμενο τεύχος του ένα άρθρο για το βιβλίο που έγραψε μία καθηγήτρια πανεπιστημίου για το μοναστήρι της Μυρτιάς.

Δεν είναι ότι κάποιοι αναγνώστες απέρριψαν το άρθρο, αφού το διάβασαν και διαφώνησαν με αυτό. Είναι που το απέρριψαν χωρίς να το διαβάσουν. Άλλος, επειδή «τι δουλειά έχουν τέτοια θέματα σε ένα λογοτεχνικό περιοδικό», άλλος, επειδή «εγώ δεν μ’ ενδιαφέρουν τα χριστιανικά θέματα». Άλλος, επειδή «τι με νοιάζει εμένα για το χωριό του εκδότη;». Και, άλλος, επειδή «ο αρθρογράφος δεν είναι ειδικός για τα θέματα αυτά, επομένως θα ήταν καλύτερο να σωπαίνει».

Λες ότι δεν έχει νόημα ν’ απαντάει κανείς στα σχόλια ή την κριτική. Μήπως όμως αυτό δεν ακυρώνει (φιλοσοφικά τουλάχιστο) την έννοια του διαλόγου; Μήπως το να σωπαίνεις απέναντι στην κριτική δεν αποτελεί κατάργηση του διαλέγεσθαι;

Εν πάση περιπτώσει, ας ακολουθήσουμε τη λογική με την οποία δημοσιεύτηκε το άρθρο αυτό:

Ένα λογοτεχνικό περιοδικό δεν δημοσιεύει μόνο ποιήματα και διηγήματα. Δημοσιεύει κάθε μνημείο καλογραμμένου λόγου. Πολλώ δε μάλλον που το κείμενο αυτό αποτελούσε ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΗ. Όχι μόνο για ένα βιβλίο που εκδόθηκε, αλλά για το επόμενο βιβλίο που ετοιμάζεται να εκδοθεί με το ίδιο θέμα στηριγμένο στα στοιχεία του πρώτου. Για το οποίο επόμενο βιβλίο κρίθηκε από τον εκδότη σημαντικό να δημοσιευτούν (ως συνεισφορά) άγνωστα στοιχεία που αφορούν το θέμα. Κι ύστερα, το θέμα του άρθρου δεν ήταν θρησκευτικό. Αφορούσε καθαρά ένα μνημείο ηλικίας 800 ετών, που, μάλλον είναι ηλικίας 1.600 ετών με τη μορφή του χριστιανικού ναού, αλλά, ίσως, χιλιάδων ετών με τη μορφή του ιστορικού μνημείου, τα θεμέλια του οποίου χάνονται στο βάθος του χρόνου, ακουμπώντας στην άγραφη προϊστορία. Ότι τυχαίνει δε αυτό το θέμα να εκτυλίσσεται στον τόπο καταγωγής του εκδότη και δημοσιογράφου, τι σημαίνει; Μήπως προβολή του χωριού του ή του ιδίου; Όσον αφορά δε τα περί ειδικότητας ή μη, το απλούστερο που έχουμε να πούμε είναι: Αν περιμέναμε να γραφούν αυτά τα χρήσιμα από τους ειδικούς, δεν θα γράφονταν ποτέ.

Ζητούμενο λοιπόν, τελικά, είναι ένα: Η κουλτούρα αυτής της πόλης που συζητά ένα θέμα, το αποσιωπά ή το απορρίπτει με αιτιάσεις τέτοιας ποιότητας. Και μετά από αυτά τα αρνητικά αισθήματα, δεν περιορίζεται ν’ απορρίπτει το άρθρο, αλλά το ίδιο το περιοδικό στο σύνολό του! Είναι μία συνήθης γενίκευση που σκοτώνει στο πέρασμά της κάθε τι καλό που πάει να γίνει…

Το σημειώνουμε. Διότι τίθεται το ερώτημα: Τι άλλο πρέπει να κάνει κανείς για να καταθέσει το λιθαράκι του σ’ αυτή την πόλη, σ’ αυτό τον κόσμο; Πώς και πότε θα πεισθούν αυτοί οι διανοούμενοι για το καλό και το ωφέλιμο; Και, τέλος, όταν αυτά τα λένε δάσκαλοι, τι διδάσκουν αυτοί οι δάσκαλοι στα παιδιά που πάνε σχολείο;

Μήπως η εποχή μοιάζει μ’ εκείνη που φιμωνόταν ο Ελληνισμός, όταν οι αυτοκράτορες της Νέας Ρώμης έκλειναν την Ολυμπία, την Ελευσίνα και τους Δελφούς;

Μήπως είναι καιρός για πνευματική σιγή;

Τύμπανο 4 / Ιούνιος 2013

Παντολέων Φλωρόπουλος
Παντολέων Φλωρόπουλοςhttps://pantoleon.gr
... γεννήθηκε στη Μυρτιά της Αιτωλίας το 1955. Ζει στο Αγρίνιο από το 1984. Εργάστηκε στο τοπικό ραδιόφωνο (1990 – 1992) και ξανά την περίοδο 1994 - 1996. Ιδρυτής και συντάκτης του σατιρικού “αραμπά” του Αγρινίου (1991 – 1997). Εκδότης και δημοσιογράφος της εβδομαδιαίας τοπικής εφημερίδας “Αναγγελία” (2000) μέχρι τον Ιούλιο του 2017, έκτοτε δε, τακτικός συνεργάτης της. Έχει γράψει ποίηση, 168 παραμύθια και 1.111 χρονογραφήματα, κατέγραψε εκατοντάδες λαϊκούς μύθους και θρύλους, ενώ δημοσίευσε πολλές χιλιάδες πολιτικά και πολιτιστικά άρθρα. Το πρώτο του βιβλίο, “η πολιτεία των λουλουδιών” (παραμύθι) κυκλοφόρησε το 1980. Τα βιβλία του κυκλοφορούν σε συλλεκτικές εκδόσεις λίγων αντιτύπων.
spot_img

Διαβάστε επίσης: