Κυριακή, 5 Μαΐου, 2024

Περιέργεια ή φιλομάθεια;

Κοινοποίηση

Φανταστικοί Διάλογοι με αφορμή κάποια λέξη

– Πού μπορώ να τα βρω αυτά; Είναι κάπου γραμμένα; Μπορείς να μου συστήσεις κάποιο βιβλίο που τα γράφει;

– Μμμ… Έχεις ανάγκη την βιβλιογραφία… Προφανώς είναι θέμα αξιοπιστίας…

– Όχι. Δεν θέτω θέμα δικής σου αξιοπιστίας. Απλώς, θέλω να μάθω περισσότερα απ’ όσα μπορείς να μου πεις για το θέμα που συζητάμε.

– Είναι ένας καλός λόγος αυτός. Θ’ αντλούσες όμως εγκυρότητα για το θέμα μας, αν αυτά που σου λέω, ήταν γραμμένα σε κάποιο βιβλίο που θα είχε γράψει κάποιος ειδικός.

– Αν δεν είναι σε βιβλία αυτές οι πληροφορίες, αυτές οι γνώσεις, πού μπορεί να είναι;

– Προφανώς όχι στο δικό μου κεφάλι. Αν ήταν μόνο στο κεφάλι μου, θα υπήρχε θέμα… Θα έλεγα όμως ότι δεν είναι απαραίτητο να είναι και σε τούτο ή στο άλλο βιβλίο.

– Πού θα τις βρω λοιπόν;

– Τις συζητάμε ήδη και…

– Ναι, αλλά σε μένα είναι άγνωστες. Πώς έγιναν γνωστές σε σένα; Από ποιο δρόμο;

– Μπορώ να σου το πω απλά: Δεν είναι πληροφορίες. Είναι σύνθεση πληροφοριών. Είναι η χημική ένωση των πληροφοριών που έχω συλλέξει, άλλοτε από διαβάσματα, άλλοτε από ακούσματα, άλλοτε από θεάματα, άλλοτε από παρατηρήσεις.

– Δηλαδή; Αυτά που μου λες είναι δικά σου συμπεράσματα;

– Δεν θα είχα καμία εμπιστοσύνη στην αξιοπιστία τους, αν ήταν μόνο δικά μου συμπεράσματα. Προτού υιοθετήσω ένα συμπέρασμα στο οποίο κατέληξα με τον τρόπο που σου περιέγραψα, αναζητώ μία κάποια διασταύρωση. Όταν βρω ότι στο ίδιο συμπέρασμα έφτασαν κι άλλοι από άλλο δρόμο, αρχίζω να βεβαιώνουμε για την ορθότητα του συμπεράσματος.

– Δεν παύει όμως να ισχύει ακόμα ο υποκειμενισμός…

– Σωστά. Βρισκόμαστε ακόμα στο πεδίο του βιώματος ή της εμπειρίας, απέχουμε πολύ από την επιστημονική απόδειξη.

– Όμως αυτό καθιστά τις πληροφορίες αμφισβητήσιμες. Γιατί να χάσω χρόνο με γνώσεις που δεν έχουν αποδειχτεί επιστημονικά;

– Για δύο λόγους: Πρώτον, επειδή τα περισσότερα απ’ όσα κάνεις ή νομίζεις ή πιστεύεις, δεν είναι επιστημονικά, επομένως έχει νόημα να προσθέσεις άλλη μία απασχόληση αυτού του τύπου. Και, δεύτερον, επειδή η επιστήμη δεν συνδέεται αποκλειστικά με την εφεύρεση, ούτε είναι εξ ορισμού αντικειμενική, αλλά συνδέεται, κυρίως, με την συστηματοποίηση των υποκειμενικών παρατηρήσεων, η χημεία των οποίων αποδεικνύει την ορθότητα ή μη της υπόθεσης.

– Ναι, αλλά και πάλι…

– Ας προσθέσω έναν τρίτο λόγο: Η ενασχόλησή σου με αυτά σημαίνει την συμμετοχή του ανειδίκευτου ατόμου και, ταυτόχρονα, την εξουδετέρωση της θεολογικής αποδοχής κάθε επιστημονικού ή άλλου ευρήματος.

– Αυτά είναι θεωρητικά πράγματα. Εγώ είμαι πρακτικός. Θέλω ένα βιβλίο, όπου θα τα βρω αυτά μαζεμένα και να επιταχύνω έτσι την διαδικασία της ενημέρωσής μου.

– Ξέρεις… αυτό μου μοιάζει με την προσευχή που κάνουν οι πιστοί στο Θεό, τον παρακαλούν να τους χαρίσει το ένα ή το άλλο, ελπίζοντας ότι θ’ απαλλαχτούν από τον κόπο να το κατακτήσουν οι ίδιοι.

– Τι μου λες δηλαδή; Ότι αυτά δεν υπάρχουν πουθενά και πρέπει να τα βρω μόνος μου;

– Σου λέω ότι είσαι πολύ τυχερός, αφού χωρίς να κάνεις κανένα κόπο, ακούς αυτά τα πράματα από μένα, έτοιμα, στο πιάτο, αλλά εσύ, ντε και καλά να βρεις ένα βιβλίο, να βρεις δηλαδή έναν άλλο αντί εμού για να σου τα πει μάλιστα με τον τρόπο που σου τα είπα εγώ και σου άρεσαν.

– Δεν είπα τέτοιο πράγμα…

– Ναι, δεν είπες τέτοιο πράγμα. Όμως αυτό που είπες, έχει σαν αποτέλεσμα αυτό που λέω. Το να μη λες κάτι, δεν σημαίνει ότι αθωώνεσαι από το αποτέλεσμα του λόγου που αναμφίβολα είπες.

– Με πας αλλού.

– Πάω εκεί που πάνε τα λόγια σου και μάλιστα χωρίς να βλέπεις, χωρίς να αισθάνεσαι πού…

– Τι περισσότερο βλέπεις εσύ από μένα;

– Δεν το ξέρω αυτό. Μπορώ μόνο να δω ότι εσύ δεν βλέπεις το αποτέλεσμα του λόγου σου. Αρνείσαι μάλιστα και να παραδεχτείς την επισήμανσή μου. Είναι σα να μην ακούς τι λέω. Ακούς μόνο τη δική σου σκέψη. Άρα η αξιοπιστία των πληροφοριών που σου έδωσα, δεν είναι δεδομένη, όπως με διαβεβαίωσες.

– Δεν μπορώ να σε παρακολουθήσω…

– Δεν πειράζει. Ας πάμε στην αρχή. Χρειάζεσαι βιβλιογραφία είπες…

– Ναι. Θέλω ντοκουμέντα και αποδείξεις ότι υπήρξε προκατακλυσμιαίος πολιτισμός ανώτερος από τον δικό μας. Υπάρχουν μνημεία που το μαρτυρούν;

– Ναι, υπάρχουν.

– Γιατί εγώ δεν τα ξέρω;

– Μπορώ να κάνω υποθέσεις, αλλά δεν ξέρω την αιτία της άγνοιάς σου. Μπορώ να εικάσω πάντως ότι αντιστέκεσαι στην έλευση της γνώσης αυτής…

– Πώς το συμπεραίνεις αυτό;

– Από το γεγονός ότι τόση ώρα που μιλάμε, ενδιαφέρεσαι για το ένα ή για το άλλο, καθόλου όμως γι’ αυτό καθαυτό το ζήτημα που ήρθε στην κουβέντα μας.

– Μπορώ να σιωπήσω και να σ’ ακούσω…

– Μπορείς να σιωπήσεις με το στόμα. Αμφιβάλλω πάντως αν μπορείς να σιωπήσεις με το νου. Κι αν δεν σιωπήσει ο νους, ούτε ακούει, ούτε βλέπει, ούτε καταλαβαίνει, ούτε νοιώθει. Εν τέλει, δεν είναι θέμα αν υπήρξε ή δεν υπήρξε προκατακλυσμιαίος πολιτισμός, αλλ’ εάν έχει κάποια σημασία σήμερα να το γνωρίζουμε αυτό ή έχει μεγαλύτερη σημασία να κοιτάμε τη δουλειά μας και να μη φυτρώνουμε εκεί που δεν μας σπέρνουν.

– Έχω ακούσει ότι ο προκατακλυσμιαίος αυτός πολιτισμός ήταν Ελληνικός. Από πού βγαίνει αυτό;

– Προσπερνάς όλα όσα έχουν να κάνουν με τη φιλομάθεια κι εστιάζεις σε όσα έχουν να κάνουν με την περιέργεια. Τυχαίνει πάντως να πιστεύω ότι η περιέργεια δεν είναι απαραιτήτως κακή. Ενδέχεται να είναι το πρώτο σκαλί της γνώσης.

– Πες μου λοιπόν! Ήταν ή δεν ήταν Ελληνικός ο προκατακλυσμιαίος πολιτισμός; Δείξε μου ένα μνημείο από την εποχή εκείνη.

– Η Ελληνική γλώσσα.

– Τι εννοείς;

– Εννοώ ότι η Ελληνική γλώσσα είναι αυταπόδεικτο ΜΝΗΜΕΙΟ του προκατακλυσμιαίου πολιτισμού. Λέω επίσης ότι ο πολιτισμός εκείνος ήταν Ελληνικός, επειδή άφησε παρακαταθήκη στην ανθρωπότητα την Ελληνική γλώσσα.

– Και ποια είναι η απόδειξη του ισχυρισμού αυτού…

– Απλά: Η γλώσσα του Ομήρου, του Ορφέα, του Ησιόδου, του Ερμή του Τρισμέγιστου, διαμορφωμένη πολλούς αιώνες πριν από την κλασσική αρχαιότητα, τι λες εσύ, μπορεί να έγινε από γιδοβοσκούς, από βουκόλους, από αγρότες ή από απλούς τροφοσυλλέκτες;

– Δε νομίζω…

– Από ποιους έγινε; Οι γλωσσολόγοι μας λένε ότι η γλώσσα εξελίσσεται συνεχώς. Πώς ήταν τόσο εξελιγμένη την εποχή του Ομήρου; Πώς ήταν τόσο εξελιγμένη τον όγδοο αιώνα προ Χριστού, τριακόσια ολόκληρα χρόνια πριν από τον Χρυσό αιώνα του Περικλέους; Ποιοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι που συνέθεταν αριστουργηματικά έπη το 1200 προ Χριστού με βάση το δακτυλικό εξάμετρο;

– Είναι να θαυμάζει κανείς…

– Μόνο; Μήπως πρέπει να σκεφτεί ότι κάτι άλλο συμβαίνει;

– Σαν τι;

– Ότι η γλώσσα των Ομηρικών επών, ας πούμε, είναι απομεινάρι ενός πολιτισμού που μπορούσε να την παράγει… Ότι οι λέξεις της γλώσσας αυτής μαρτυρούν μία πανεπιστημονική γνώση, μαρτυρούν γνώση αστρονομική, διαστημική… Ότι οι λέξεις αυτές και οι έννοιες των λέξεων του Ομήρου παράγονται μόνο στη διάρκεια πολλών χιλιάδων ετών και μόνο από έναν πολύ υψηλό πολιτισμό, πνευματικό, αλλά και τεχνολογικό, ανώτερο πολύ από τον δικό μας…

– Πάλι θα ρωτήσω: Ποιος τα λέει αυτά;

– Αυτή τη στιγμή, ενώπιόν σου, τα λέω εγώ.

– Πώς να πεισθώ;

– Δεν ξέρω γιατί να πεισθείς. Δεν γνωρίζω το λόγο για τον οποίο πρέπει να σε πείσω. Αλλά δεν μπορώ και να σταματήσω πια… Θα σου μιλήσω μ’ ένα παράδειγμα: Η πανάρχαια λέξη «αστήρ» σημαίνει «το ουράνιο σώμα που κινείται αενάως». Ερώτηση: Πώς ήξεραν οι γιδοβοσκοί του ενάτου αιώνα π.Χ. ότι το αστέρι είναι ένα ουράνιο σώμα που κινείται; Κι όταν στο Μεσαίωνα οι Ευρωπαίοι πίστευαν ότι τ’ αστέρια είναι «καντηλέρια του Θεού», ονόμασαν τ’ αστέρια stars που πάει να πει «ακίνητα ουράνια σώματα». Εσύ τι λες σήμερα; Ποιος ήξερε καλύτερα; Τον ένατο αιώνα π.Χ. ή τον 15ο αιώνα μ.Χ.;

– Οι αρχαίοι.

– Πώς να το ήξεραν άραγε; Από έμπνευση τάχα; Οι Ευρωπαίοι του Μεσαίωνα «διόρθωσαν» βλέπεις και την «άγνοια» των αρχαίων. Η λέξη «αστήρ» έγινε «star». Είχαν την έπαρση να νομίζουν ότι αυτοί ξέρουν καλύτερα! Έτσι γίνεται πάντα με τους αγράμματους και τους απαίδευτους: Αυτοί ξέρουν καλύτερα απ’ όλους. Τη μαύρη τους την τύφλα ήξεραν. Αλλά το ερώτημα παραμένει: Πώς οι αρχαίοι ήξεραν αυτό που λέει σήμερα η επιστήμη;

– Δεν έχω ιδέα.

– Έχω εγώ μια ιδέα: Λέω ότι οι Έλληνες των προκλασσικών χρόνων, αν και ζούσαν όντως ως αγρότες και γιδοβοσκοί, κουβαλούσαν την ανάμνηση ενός πρότερου πανεπιστημονικού πολιτισμού. Και όχημα μεταφοράς του πολιτισμού εκείνου ήταν η γλώσσα. Είναι η Ελληνική γλώσσα. Η οποία αναπτύχθηκε τότε, πριν από κάποια μεγάλη καταστροφή που δεν άφησε τίποτα όρθιο, εκτός από τη Μνήμη σε όσους διασώθηκαν. Αγαπητέ, όλοι νομίζουν ότι η αρχαία Ελλάδα ήταν εκείνη του Περικλή, του Μαραθώνα, των Θερμοπυλών, της Σαλαμίνας, του Μεγαλέξανδρου. Ο «Χρυσούς αιών» δεν ήταν όμως παρά μία μικρή αναλαμπή. Η αλήθεια είναι πως οι Έλληνες πριν από τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα ήταν κοσμοκράτορες. Πνευματικά και υλικά. Άγνωστο για πόσες χιλιάδες χρόνια συνέχεια. Τότε διαμορφώθηκε η Ελληνική γλώσσα.

– Τότε;

– Ναι. Τότε. Η γλώσσα διέσωσε τον Ελληνισμό. Όχι μόνο κατά τις σκοτεινές εκείνες χιλιετίες που ακολούθησαν τον κατακλυσμό, αλλά και κατά τους δέκα τόσους αιώνες του τυραννικού και Ελληνοκτόνου Βυζαντίου, όπως επίσης και κατά τους τέσσερις αιώνες της Οθωμανικής κατοχής. Αυτή η γλώσσα που στις δικές μας μέρες απειλείται με χοντροειδή αλλοίωση, θα έπρεπε να είναι η κορωνίδα της Ελληνικότητάς μας. Και δεν είναι.

– Πού μπορώ να τα βρω αυτά; Είναι κάπου γραμμένα; Μπορείς να μου συστήσεις κάποιο βιβλίο που τα γράφει;

– Πάλι τα ίδια! Θα σου πω λοιπόν ότι: Όχι, δεν τα γράφει κανένα βιβλίο. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι δεν είναι σωστά; Ότι είναι φαντασίες; Αυτό, ε;

– Δεν είπα αυτό..

– Ας μην κάνουμε την ίδια κουβέντα από την αρχή. Είναι κι αυτό ένα γνώρισμα του μυαλού που αντιστέκεται. Και, όταν έρχεται η ώρα να συναντηθεί με την αλήθεια, συμπεριφέρεται σαν τον σκαντζόχοιρο, επειδή απειλείται η βολική του άνεση μέσα στο δεδομένο.

– Γιατί δεν μας τα είπαν αυτά στο σχολείο; Ξέρεις, εγώ νομίζω ότι αυτά δεν έχουν καμία σημασία πια. Να μου πεις: Τώρα τι γίνεται… Πώς βγαίνουμε από το αδιέξοδο; Αυτά δεν βοηθούν να βγούμε από την κρίση…

– Και τι βοηθά;

– Δεν ξέρω.

– Αφού δεν ξέρεις τι βοηθά, πώς ξέρεις τι δεν βοηθά; Εγώ λέω να υποψιαστείς ότι το πρόβλημα δεν είναι τι βοηθά ή τι δεν βοηθά, αλλά η πιθανότητα να μην αναγνωρίζεις ούτε το ένα, ούτε το άλλο.

– Και τι να κάνω για να μπορώ να το αναγνωρίσω;

– Ποιος ο λόγος να το αναγνωρίσεις; Τι σε κόφτει; Είναι αυθάδεια να θεωρείς δικαίωμά σου την αναγνώριση αυτή. Δεν είναι! Αλλά είναι χρέος. Το οποίο και δεν αναλαμβάνεις. Αν σε γοήτευε η φιλομάθεια, θα είχες ήδη υποψιαστεί. Αν σε γοητεύει η περιέργεια, μια ζωή θα σε τρώει η περιέργεια. Τέλος. Λοιπόν, έχω μόνο μία συμβουλή γι’ αυτό: Άμα δεν ξέρεις να πιλοτάρεις αεροπλάνο, να μη μπεις ποτέ στο πιλοτήριο. Το καλύτερο που έχεις να κάνεις, είναι να κάτσεις στ’ αβγά σου.

Παντολέων Φλωρόπουλος
Παντολέων Φλωρόπουλοςhttps://pantoleon.gr
... γεννήθηκε στη Μυρτιά της Αιτωλίας το 1955. Ζει στο Αγρίνιο από το 1984. Εργάστηκε στο τοπικό ραδιόφωνο (1990 – 1992) και ξανά την περίοδο 1994 - 1996. Ιδρυτής και συντάκτης του σατιρικού “αραμπά” του Αγρινίου (1991 – 1997). Εκδότης και δημοσιογράφος της εβδομαδιαίας τοπικής εφημερίδας “Αναγγελία” (2000) μέχρι τον Ιούλιο του 2017, έκτοτε δε, τακτικός συνεργάτης της. Έχει γράψει ποίηση, 168 παραμύθια και 1.111 χρονογραφήματα, κατέγραψε εκατοντάδες λαϊκούς μύθους και θρύλους, ενώ δημοσίευσε πολλές χιλιάδες πολιτικά και πολιτιστικά άρθρα. Το πρώτο του βιβλίο, “η πολιτεία των λουλουδιών” (παραμύθι) κυκλοφόρησε το 1980. Τα βιβλία του κυκλοφορούν σε συλλεκτικές εκδόσεις λίγων αντιτύπων.
spot_img

Διαβάστε επίσης: