Ο θείος μου ο Νίκος, αδερφός της μάνας μου, Θεός σχωρέστον, κι εγώ σχωρέστον, έλεγε ωραίες ιστορίες. Μου άρεσε, παιδί, να τον ακούω, έτσι που τις έλεγε με πάθος, έλεγες ότι βλέπεις τις σκηνές, οι κουβέντες του, τι λέω, τα χρώματα και οι ήχοι της αφήγησής του ήταν σα φωτογραφίες η μία μετά την άλλη.
Ο θείος μου ο Νίκος αδερφός της μάνας μου, Θεός σχωρέστον, κι εγώ σχωρέστον, δεν κουραζόταν ποτέ να λέει αυτές τις ιστορίες.
Ώσπου κάποτε, είχα μεγαλώσει κι εγώ, άρχισα να υποψιάζομαι γι’ αυτά που βλέπω κι αυτά που ακούω, κι ενώ είχε φτιάξει καφέ, όπως πάντα, η θεία Μαρία, Θεός σχωρέστην, κι εγώ σχωρέστην, άρχισε να λέει μια ιστορία, που την είχα ξανακούσει, αλλά δε μ’ ενοχλούσε να την ξανακούσω και τον άφησα να μιλά. Ήταν για μια κοπέλα που ερωτεύτηκε έναν ψαρά. Αυτός το λέει στη μάνα του, αλλά εκείνη έπεσε του θανατά. “Όχι αυτήν”, έλεγε στο γιο της. Απ’ τα πολλά, του ξεφουρνίζει το μυστικό: Όταν ήταν νέα, είχε μια περιπέτεια. Η αγαπημένη του γιου της ήταν… αδερφή του. Και τότε ο ψαράς, πάει βρίσκει την κοπέλα, της λέει τα καθέκαστα, και οι δυο μαζί μπαίνουν στη βάρκα, τράβηξαν για το βαθύ και πνίγηκαν αγκαλιά.
Τώρα ο θείος αισθανόταν ότι έπρεπε να στηρίξει καλύτερα την αξία και το ηθικό νόημα της ιστορίας του, δεν ήμουν παιδί πια, ό,τι έλεγε, το άκουγα κριτικά και ρωτούσα κρίσιμες λεπτομέρειες. Με είδε μάλλον που τον κοιτούσα απορημένος για κάτι, οπότε διακόπτει την αφήγηση της ωραίας ιστορίας για να μου πει:
– Κοίτα… όλα αυτά είναι βγαλμένα απ’ τη ζωή…
– Τι εννοείς ότι είναι “βγαλμένα απ’ τη ζωή”;
Τον ρώτησα κι απαίτησα εξηγήσεις. Ήμουν φαίνεται αρκετά καχύποπτος με όλα αυτά, γιατί συνέχισε να μου εξηγεί:
– Όλες οι παλιές ταινίες ήταν βγαλμένες απ΄τη ζωή.
– Ταινία; Ιστορία από ταινία ήταν αυτή που μου έλεγες;
– Ναι, βέβαια. Ξέρεις, ο Νίκος Ξανθόπουλος δεν έπαιζε σε χαζές ταινίες. Σου είπα: Οι ταινίες του Ξανθόπουλου ήταν όλες βγαλμένες απ’ τη ζωή.
– Ταινία του Ξανθόπουλου ήταν η ιστορία που μου έλεγες;
– Ε, ναι…
– Τι λε ρε θείο! Κι εγώ σε πίστευα;
– Μα…
– Ξέρω, ξέρω… Ήταν βγαλμένη απ’ τη ζωή…
Εκείνη τη μάρα κατάλαβα επιτέλους ότι οι ωραίες διδακτικές ιστορίες που, όταν ήμουν παιδί, μου έλεγε, ο θείος μου ο Νίκος, αδερφός της μάνας μου, Θεός σχωρέστον, κι εγώ σχωρέστον, δεν ήταν παρά επινοήσεις κάποιων ανώμαλων σεναριογράφων που, από την πολλή ηθική, άλλοι είχαν πάθει μαλάκυνση εγκεφάλου και άλλοι διαστροφή.
Το σκέφτομαι τώρα καμιά φορά και γελάω μοναχός μου. Μέχρι που άστραψε μια καινούρια ιδέα στο αβόλευτο μυαλό μου:
Λες;
Ρε… μήπως…
Ίσως! Όλες αυτές οι θεωρίες συνωμοσίας, που τόσο πολύ μοιάζουν με ταινίες του Χόλιγουντ, μήπως… Θού Κύριε… Φτού Κύριε… Μήπως είναι “βγαλμένες απ’ τη ζωή”, όπως και οι ιστορίες του θείου μου του Νίκου, ε, αδερφός της μάνας μου, Θεός σχωρέστον, κι εγώ σχωρέστον, μήπως ο Χάρισον Φόρντ δεν είναι παρά ο σύγχρονος Νίκος Ξανθόπουλος; Διαβάζω τις θεωρίες συνωμοσίας, ανασύρω από τη μνήμη και τις αμέτρητες ταινίες που έχω δει, συγκρίνω, ρε γαμώτο, κοίτα σύμπτωση…
Μήπως δε λένε και σήμερα ότι ο Σπίλμπεργκ είναι μυημένος και “ξέρει”; Λέω λοιπόν ότι: Ναι, θυμίζει πολύ εκείνο το “είναι βγαλμένες απ’ τη ζωή” που έλεγε ο μακαρίτης ο θείος ο Νίκος, αδερφός της μάνας μου, Θεός σχωρέστον, κι εγώ σχωρέστον…