Παρασκευή, 17 Μαΐου, 2024

Καλλιτέχνες

Κοινοποίηση

Εκεί που έφταιγαν οι πάντες κι η ζωή ήταν μαύρη, βγήκαν τ’ αρνιά στις σούβλες, λίγο μετά την θλίψη της Μεγάλης εβδομάδας. Λιγότερα, ελαφρύτερα, ναι. Αλλά ίσως ήταν και πολύ τις άλλες χρονιές. Βυζαντινά μεγαλεία στην πόλη, αργίες, πολιούχοι, η σωτηρία στους δρόμους, ετοιμοπαράδοτη να την πιστέψεις, καλοντυμένη και δοξασμένη. Με τα εφέ της, τα σήριαλ, τα πατροπαράδοτα.

Αγέραστοι οι άγιοι – ηθοποιοί ξαναπαίζουν σ’ ένα εικονοστάσι επίπεδης οθόνης και γύρω – γύρω η εσωτερική ανασυγκρότηση να μην μπορεί να ξεφύγει από την ραγιάδικη μοιρολατρία. Μένουν μόνο κάποια κεράσματα, λίγο κρασάκι, τα αυγά, η αρχαία φιλοξενία.

Στην άκρη των εορτών, στην παράλυτη κρατική τηλεόραση και στα άλλα ΜΜΕ κάποιοι καλλιτέχνες, «ποιοτικοί», ένεκα των ημερών. Ο Σαββόπουλος σε παλιά φιλμ, τεράστιες συναυλίες στο ολυμπιακό στάδιο, μελωδίες υπέροχες συχνά, κόσμος διψασμένος. Τι ήθελε αυτός ο λαός και δεν το έλαβε ποτέ; Το ζήταγε από τους καλλιτέχνες να του το δώσουν οι πολιτικοί.

Τόσα χρόνια αγγαρεία μάθημα, ήρθε και η επιστράτευση.

Ο Νικολόπουλος στην πορεία του από τα θηρία του Καζαντζίδη στο Μέγαρο. Από έναν καναπέ που σχηματίζονται οι πρώτες μελωδίες, στην αποθέωση και τους δίσκους. Και μετά πάλι πίσω. Το μικρό και μεγάλο ταυτόχρονα στην μαγική χώρα. Εδώ, που πιάνουν το χέρι του κάθε μεγάλου οι περαστικοί και τον συγχαίρουν, την ίδια ώρα που ίσως ισοπεδώνουν τους τόπους και τις ευαισθησίες γύρω από τον καλλιτέχνη με τις αυθαιρεσίες τους.

Ζωγράφοι σε ομαδική έκθεση στην Ιταλία, μέσα δυο ντόπιοι: Κατσιπάνος, Μποκώρος.

Όλα υπάρχουν και παλεύουν να πάνε μπροστά σε μια χώρα που ταυτόχρονα δεν νοιάζεται για την πρόοδο όσο για την ευχαρίστηση. Δεν γνωρίζει. Ψάχνει διαρκώς κάτι άλλο και τσακώνεται με τα ρούχα της.

Απωθημένα. Μια χώρα με νευρώσεις. Υμνεί το σωστό την ώρα που κάνει το λάθος. Τον Χριστό την ώρα που αμαρτάνει. Ξεσπάει στα βάζα της, τους καλλιτέχνες. Μπορεί τη μια να τους γυαλίζει και μετά να τους σπάει στον τοίχο. Ο Σαββόπουλος ενόχλησε, ο Νταλάρας έφαγε γιαούρτια, η Δημουλά τώρα, δεν είπε αυτά που έπρεπε. Ενοχλήθηκε από το χάος των λαθρομεταναστών σε γειτονιές της Αθήνας. Άλλοι πουλάνε «αριστεροσύνη» κι είναι εντάξει, δικοί μας.

Η Ελλάδα σε ορύγματα διαλέγει και ομαδοποιεί συνέχεια. Μια μέρα να βρούμε ποιοι πραγματικά μας θέλουν χωρισμένους και για ποιο συμφέρον. Μήπως δεν είναι απαραίτητα ξένοι. Μήπως είναι λιγότερο ραγιάδικο να φταίμε κι εμείς κάποτε; Χοληστερίνη, ναι, αλλά το αρνί και το κέφι γύρω του μας άρεσε.

Χρήστος Παπανίκος
Χρήστος Παπανίκος
Γεννήθηκε στο Αγρίνιο και πρωτοδημοσίευσε σκίτσα στην τοπική σατιρική εφημερίδα "Αραμπάς". Συνέχισε στο πολιτικό περιοδικό "Αντί". Έχει κάνει εικονογραφήσεις για την "Ελευθεροτυπία", για παραμύθια, και για εκπαιδευτικά βιβλία του υπουργείου Παιδείας και των εκδόσεων Πατάκη. Συνεργάζεται με τον Παναιτωλικό, το περιοδικό «The books journal» και την τοπική εφημερίδα "Αναγγελία".
spot_img

Διαβάστε επίσης: