«Να συλληφθούν οι ένοχοι της δολοφονίας για να κλείσει εδώ ο κύκλος του αίματος» λένε όλοι μετά την εν ψυχρώ δολοφονία δύο νέων παιδιών, μελών της Χρυσής Αυγής.
Αναρωτιέσαι αν οι κουβέντες αυτές λέγονται από συνήθεια ή από περιπαικτική διάθεση ή από την ανάγκη να πει ο καθένας κάτι για το θεαθήναι και να πάει αναίσθητα παρακάτω. Μα… ο δολοφόνος του Παύλου Φύσσα πιάστηκε, η σύλληψή του όμως δεν απέτρεψε την εκτέλεση του Γιώργου Φουντούλη και του Μάνου Καπελώνη. Άρα η μέθοδος «να κλείσει ο κύκλος του αίματος» δεν είναι η σύλληψη των δραστών (αυτονόητη βεβαίως υποχρέωση της Πολιτείας) είναι κάτι περισσότερο από την σύλληψη των ενόχων: Είναι η ομαλότητα στο πλαίσιο της οποίας χάνουν έδαφος και τελικά σβήνουν οι υστερίες, οι φανατισμοί, τα μίση, τελικά, οι βεντέτες.
Τι νόημα έχει πια η «ομόθυμη καταδίκη»; Ε, δεν έχει, διότι περισσεύει η υποκρισία σ’ αυτή την τυπική πια ανακοίνωση των κομμάτων που θεωρούν τυπική υποχρέωσή τους την «καταδίκη της δολοφονίας».
Νόημα δεν έχει επίσης η πάγια καταδίκη των ΜΜΕ, αυτή τη φορά από την Χρυσή Αυγή, ως ηθικών αυτουργών τάχα μου της δολοφονίας του Γιώργου Φουντούλη και του Μάνου Καπελώνη και, στις προηγούμενες φορές από την αριστερά, για την δολοφονία του Παύλου Φύσσα, ου μην αλλά και απ’ όλους τους πολιτικούς της ύστερης μεταπολίτευσης σε πρότερες εποχές για άλλα θέματα…
Η αμετροέπεια που κυριαρχεί στη δημόσια ζωή της χώρας βρίσκει κοινό τόπο και κοινό ένοχο της μίας ή της άλλης δολοφονίας, ενίοτε δε όλων ομού των δεινών, τα ΜΜΕ… Κι αφού βρήκαμε τον ένοχο, τι χρειάζονται οι έρευνες; Λοιπόν, από μόνη της αυτή η απαξίωση αποτελεί εδώ και πολύν καιρό απειλή για τη Δημοκρατία πολύ μεγαλύτερη από την πιο στυγνή δολοφονία, διότι στοχεύει στην καρδιά της κοινωνίας που είναι η διακίνηση των ιδεών…
Το αίσθημα που εμείς εισπράττουμε απ’ αυτό το λακριντί, είναι: Να σιωπήσουμε. Και, όπως πάει, θα το κάνουμε σύντομα. Ένα είναι σίγουρο: Η ανάσταση της Ελλάδας ΔΕΝ θα γίνει με κανέναν από τους τρόπους που νομίζει ότι ξέρει η μάζα…Ούτε με αυτόν που λένε (χωρίς να το πιστεύουν) οι πολιτικοί, ούτε με αυτόν που λένε (χωρίς να το καταλαβαίνουν) οι δημοσιογράφοι.