Ούτως εχόντων, τίποτα καλύτερο δεν έχω, πάτερ! Θα ομολογήσω λοιπόν. Και θ’ αποδεχτώ ενώπιον του Θεού την κατηγορία ότι, ναι, άλλαξα την παλιά μου γνώμη. Αποδέχομαι ακόμα και την κατηγορία του αποστάτη, ρε και του προδότη, αν θέλεις, καθότι:
Με βάπτισαν χριστιανό λίγων μηνών μωρό, και δεν είμαι πλέον. Τι σημασία έχει αν με βάπτισαν με το ζόρι και, όπως λέει ο συνήγορος υπεράσπισης, “παρά τη θέλησή μου”; Αφού το σεβαστό Δικαστήριο λέει ότι το έκαναν για το καλό μου, για να με βάλουν στον ίσιο δρόμο του Θεού, εγώ, τώρα, που δεν πιστεύω σ’ αυτά, τι μου αξίζει άραγε πλην από την καταδίκη σε απόκληρο;
Και, θα πεις, σε βάφτισαν χριστιανό με το ζόρι, άντε να δεχτούμε ότι έχεις ένα ελαφρυντικό να είσαι σήμερα θυμωμένος, εμ, όταν έγινες κομμουνιστής, πάλι με το ζόρι σε βάπτισαν;
– Όχι. Με τη θέλησή μου έγινα. Στα δεκαεννιά μου. Παιδί πράμα! Γοητεύτηκα από εκείνο το σύνθημα “να καταργήσουμε την εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο”, ρίχτηκα με τα μούτρα να διαβάσω τα βιβλία του Μαρξ, του Έγκελς και του Λένιν.
– Βλέπεις; Λοιπόν… Γιατί πρόδωσες τον κομμουνισμό; Γιατί πρόδωσες τις αρχές σου; Προδότη, ε προδότη!
– Διότι… κατάλαβα, πως, είτε με το ζόρι σε παραπλανήσουν, είτε με τη θέλησή σου παραπλανηθείς, ένα είναι και το αυτό. Η βία να σε βαπτίσουν τότε χριστιανό , αν και ήσουν αδύναμο μωρό, μπορεί να το έκαμαν παρά τη θέλησή σου, όμως είναι ακριβώς ίδια με τη βία να βαπτιστείς ο ίδιος κομμουνιστής και δη ΜΕ τη θέλησή σου. Είτε σε ξεγελάνε οι άλλοι, είτε ξεγελάς ο ίδιος τον εαυτό σου, δεν έχει καμία διαφορά, το αποτέλεσμα είναι ίδιο! Ως γνωστόν, “όλα κρίνονται εκ του αποτελέσματος”…
– Εντάξει! Λοιπόν… ομολογείς ότι… είσαι δύο φορές προδότης! Τη μία φορά όταν έπαψες να είσαι χριστιανός και την άλλη φορά όταν έπαψες να είσαι κομμουνιστής.
– Ναι. Τ’ ομολογώ! Και το παραδέχομαι δημοσίως! Λοιπόν, είμαι δύο φορές προδότης! Δεν έχει σημασία που τη μία φορά μου το έκαμαν με το ζόρι και την άλλη το έκανα ο ίδιος με τη θέλησή μου. Τέτοιο κουμάσι είμαι… Παραδέχομαι την ενοχή μου και για τα δύο. Τι άλλο θέλεις, πάτερ;
– Να πληρώσεις το τίμημα.
– Ποιο τίμημα; Εγώ το πλήρωσα το τίμημα! Δεν έγινα ποτέ νοικοκύρης, που θα γινόμουν, αν έμενα χριστιανός. Και δεν έγινα ποτέ μισθωτός, που θα γινόμουν, αν έμενα κομμουνιστής.
– Τότε πρέπει να πληρώσεις κάτι ακόμα για να ξοφλήσεις!
– Να το πληρώσω. Αν δεν εξόφλησα όλες μου τις αμαρτίες, να πληρώσω, πάτερ! Τι χρωστάω;
– Χμμμ! Να το σκεφτώ λιγουλάκι… Λοιπόν… Χρωστάς μία κόλαση για το πρώτο και μία κόλαση για το δεύτερο!
– Δε φτάνει που πέρασα όλη μου τη ζωή σε μια κόλαση ε;
– Όχι. Δε φτάνει. Χρωστάς δύο κολάσεις.
– Υπάρχουν δύο κολάσεις; Δεν το ήξερα αυτό, πάτερ!
– Όχι. Μία κόλαση υπάρχει. Εσύ όμως θα τη ζήσεις εις διπλούν για να σε συγχωρήσει ο Θεός, τέκνον μου…
– Και… δε μου λες… Αν δεν γινόμουν ποτέ ούτε χριστιανός, ούτε κομμουνιστής;
– Τότε… χμ… Αυτή η αμαρτία πληρώνεται με τρεις κολάσεις…
– Ναι, ξέρω, μία είναι η κόλαση, αλλά… εγώ… θα τη ζούσα εις τριπλούν… Χώρια η κολασμένη μου ζωή…