Τρίτη, 30 Απριλίου, 2024

Λουκάς Σκιαδάς: Ο καλλικέλαδος ψάλτης του Αγρινίου

Κοινοποίηση

Τυχεροί στη ζωή τους όσοι άκουσαν τον Λουκά Σκιαδά στο ψαλτήρι. Τυχεροί όσοι άκουσαν από το στόμα του να ψέλνει το “αίνει η ψυχή μου τον Κύριον, αινέσω Κύριον εν τη ζωή μου, ψαλώ τω Θεώ μου έως υπάρχω”… Τυχεροί όσοι άκουσαν έστω μια φορά στη ζωή τους τον Λουκά Σκιαδά να λέει τον “απόστολο”.

Θεωρούσα τυχερό τον εαυτό μου, επειδή άκουσα παιδί τον ουράνιο Θανάση Ροντογιάννη να ψέλνει το τροπάριο της Κασσιανής. Είπα να διπλώσω την τύχη μου σ’ αυτή τη ζωή ανεβαίνοντας τον Αύγουστο του 2016 στον Άη Βλάση για ν’ ακούσω και τον Λουκά Σκιαδά να λέει τον “απόστολο”, η φήμη του οποίου με έλκυε από χρόνια. Αν και ήταν γέρος πια, καθώς έλεγαν, η φωνή του είχε μείνει νεανική, ανέγγιχτη από τον χρόνο!

Δεν είναι μόνο “η καρδιά που δεν γερνά”, είναι και η φωνή, τουλάχιστον η φωνή κάποιων χαρισματικών όντων, όπως του Λουκά Σκιαδά.

Γνώρισα τον Λουκά το βραδάκι του Σαββάτου. Για λίγο. Και ήταν μεγάλη τιμή. Ήθελα να τον ρωτήσω ένα σωρό πράγματα.

Εκείνη την Κυριακή όμως ο Λουκάς δεν έψαλλε. Κι έμεινα με τον καημό.

Λίγους μήνες μετά, τον Ιανουάριο του 2017, μάθαμε ότι ο Λουκάς “φεύγει”. Κι αμέσως έγινε επείγον ένα από τα πολλά ερωτήματα που είχα να του κάνω: Ποια ήταν η γνώμη του για τον Θανάση Ροντογιάννη.

Ζήτησα από τον εξάδελφο και συνονόματό του φίλο μου Λουκά Σκιαδά να τον ρωτήσει. Το έκαμε. Δε μπορούσε να μιλήσει. Στην κλίνη του νοσοκομείου ήταν ανήμπορος πια. Σήκωσε όμως το χέρι του γλυκά κι έκαμε την κυκλική εκείνη κίνηση της παλάμης που ανοιχτή προς τα πάνω, σα να ζυγίζει ένα βάρος, κοιτάει ευλαβικά τον ουρανό και, χωρίς λέξεις, αποκαλύπτει στον συνομιλητή μιαν άριστη γνώμη. Ο Θανάσης Ροντογιάννης για τον Λουκά Σκιαδά ήταν κάτι το θεϊκό.

Ακόμα κι αυτό το λίγο μου έδωσε μεγάλη χαρά. Ήταν το δικό μου μνημόσυνο σ’ εκείνη την πληγωμένη ψυχή που θυμάμαι ανεξίτηλα από τα παιδικά μου χρόνια, την δεκαετία του ’60.

Λίγες μέρες μετά, 6 Φεβρουαρίου 2017, σε ηλικία 85 ετών, ο μεγάλος ψάλτης σίγησε για πάντα. Πήγε να συναντήσει τον Θανάση Ροντογιάννη και τους ομοίους.

Αυτούς τους δύο ουράνιους ψάλτες θα μνημονεύω σε όλη την υπόλοιπη ζωή μου. Και το θεωρώ συλλογικό ατύχημα που δεν έγραψε ποτέ κανείς τίποτα, ούτε για τον έναν, ούτε για τον άλλο. Σα να ήταν αυτονόητη μια τέτοια ιερουργία, σα να ήταν κάτι το σύνηθες.

Ε, δεν ήταν.

Αυτά είναι δώρα του Υψίστου στο ανθρώπινο γένος. Ο φόρος τιμής απέναντί τους είναι η ζυγαριά που ζυγίζει εμάς, όχι τον Σκιαδά, ούτε τον Ροντογιάννη. Αυτοί οι άνθρωποι διέρρηξαν τα δεσμά της ύλης και υψώθηκαν στ’ άστρα.

Στην εξόδιο ακολουθία προεξήρχαν οι μητροπολίτες Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου π. Ιερόθεος και Αιτωλίας και Ακαρνανίας π. Κοσμάς. Περίπου 20 κληρικοί έλαβαν μέρος, ενώ στα αναλόγια του Αγίου Χριστοφόρου Αγρινίου έψαλλαν πολλοί ιεροψάλτες.

Βιογραφικό

Ο πρωτοψάλτης Λουκάς Σκιαδάς γεννήθηκε στις 15 Φεβρουαρίου του 1932 στον Άγιο Βλάσιο Τριχωνίδας. Τελείωσε το Δημοτικό σχολείο στο χωριό του και το Γυμνάσιο στο Αγρίνιο. Από το 1947 έως το 1957 μαθήτευσε σε διάφορους δασκάλους της βυζαντινής μουσικής, όπως ο Δημάκης, ο Σαβινόπουλος, ο Μήτρος, ο Παναγιωτίδης και ιδίως ο Καραμάνης στην Θεσσαλονίκη. Τι σημαίνει αυτό; Ότι για να ολοκληρώσει την παιδεία του έτρεχε σαν τη μέλισσα κοντά σε μεγάλους δασκάλους να συλλέξει το νέκταρ, την τέχνη της βυζαντινής μουσικής.

Έτσι, από το Μάρτιο του 1957 τον βρίσκουμε δεξιό ιεροψάλτη, σε ηλικία 25 ετών στον Άγιο Γεώργιο Ματαράγκας. Τον Οκτώβριο του 1959 προσλαμβάνεται ως δεξιός ιεροψάλτης στον Άγιο Γεώργιο Αγρινίου. Το Μάρτιο του 1968 προσλαμβάνεται στη θέση του Πρωτοψάλτη στον Ι.Ν. Ζωοδόχου Πηγής Αγρινίου.

Επί 33 ολόκληρα χρόνια υπηρέτησε το αναλόγιο της Παναγίας. Η απόδοση των ύμνων, η ευκρίνεια, η ακριβή τήρηση των κανόνων της βυζαντινής μουσικής ήταν το χαρακτηριστικό της υμνωδίας του. Και, όταν ως εργαζόμενος βρισκόταν σε παρακείμενες κωμοπόλεις, έκανε το παν να βρίσκεται στη θέση του για να υμνήσει τον Θεό εκπροσωπώντας τον πιστό λαό. Παρόλο που κατείχε τη Βυζαντινή μουσική ποτέ δεν ανέβαινε στο αναλόγιο ανέτοιμος. Από την προηγούμενη ή και νωρίτερα προετοιμαζόταν, ήξερε ακριβώς τι θα ψάλει την επόμενη, με απόλυτη σιγουριά και ηρεμία.

Ο Λουκάς Σκιαδάς ήταν ιδρυτικό μέλος και πρώτος πρόεδρος του συλλόγου Ιεροψαλτών Νομού Αιτωλίας και Ακαρνανίας “Άνθιμος ο Αρχιδιάκονος”.

Μία σημαντική μαρτυρία

“Η γλυκύφωνος αηδών εσιώπησε… Ο ηχηρός τέττιξ έπαψε να ψάλλει… Ο καλλίφωνος Πρωτοψάλτης δεν θα ακουστεί πλέον. Ο Λουκάς Σκιαδάς, Πρωτοψάλτης του Μητροπολιτικού Ναού Ζωοδόχου Πηγής Αγρίνιου, μετώκησεν” έγραψε ο Ι.Χ.Π. στην εφημερίδα “Μαχητής” (15.2.2017). Και συνεχίζει:

“Ο Λουκάς έψαλλε στον Άγιο Γεώργιο Αγρινίου. Χηρευσάσης της θέσεως του δεξιού Ιεροψάλτου, εις τον Μητροπολιτικόν Ναόν, επροτάθη ο Λουκάς. Προσελήφθη εις τον Ιερόν Ναόν της Ζωοδόχου Πηγής.

Η διακονία του εις τον Μητροπολιτικόν Ναόν ήτο θαυμάσια. Με την ωραία του φωνήν, αλλά και με την επιμέλειαν του, ετοιμαζόταν πάντα και απέδιδε τους θεόπνευστους ύμνους της Εκκλησίας υπέροχα. Η συνεργασία του, με τον Λαμπαδάριον αείμνηστον Θεόδωρον Μαϊκαντήν υπήρχε παροιμιώδης.
Ουδέποτε εδημιουργήθη θέμα διαφωνίας μεταξύ των. Ο ίδιος ο Λουκάς ενημέρωνε τον Θεόδωρον για το τι θα ψάλλουν την επομένην. Ουδέποτε εδημιούργησεν θέμα σοβαρόν εις την συνεργασίαν, με τους υπηρετούντας εις τον Ναόν. Πάντα υπάκουος – όχι υποτελικώς – αλλά εις το ορθόν και εις την αληθινήν Παράδοσιν της Εκκλησίας μας. Η ευλύγιστος φωνή του, συνεργαζόμενη με την τέχνη της πατρώας Βυζαντινής Μουσικής, απέδιδε το νόημα των ύμνων υπέροχα.

Ποιος δεν θυμάται την πανηγυρική ατμόσφαιρα που δημιουργούσε το ψάλσιμό του εις τους Χαιρετισμούς! Ποίου του διαφεύγει ο σπουδαίος τονισμός των νοημάτων, των ύμνων του Τριωδίου ή του Πεντηκοοταρίου: Αναπαύονταν οι ψυχές ακούοντάς τον να ψάλλη την Μεγάλην Εβδομάδα και κατενύσοντο. Τα υπέροχα Χερουβικά του ή το “Αξιόν εοτί”. Επάλλετο ο όλος όταν έψαλλε, δείχνοντας ότι ζούσε αυτό που υμνούσε…. Η περίοδος των περισσοτέρων των τριάντα ετών που έκλεισε την θέσιν του Πρωτοψάλτου εις τον Ναόν Της Παναγίας θα αφήση εποχήν.
Ιδιαίτερα, όλοι ενθυμούνται την όντως μεγαλοπρεπή απόδοσιν των Αποστολικών Αναγνωσμάτων.
Καλλίτερα και από τους θεολόγους απέδιδε το νόημά τους”…

Το ψήφισμα του Συλλόγου Ιεροψαλτών

Στο ψήφισμα που εξέδωσε το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου Ιεροψαλτών Νομού Αιτωλίας και Ακαρνανίας “Άνθιμος ο Αρχιδιάκονος” αναφέρονται μεταξύ άλλων και τα εξής:

“… Ο πολυσέβαστός μας και λίαν αγαπητός κυρ-Λουκάς Σκιαδάς υπήρξε μια δυναμική προσωπικότητα στον χώρο της Βυζαντινής Μουσικής. Από μικρός στον Άγιο Βλάσιο έδειξε ιδιαίτερη κλίση στη μουσική και σπουδαίο φωνητικό τάλαντο, στοιχεία που καλλιέργησε περισσότερο όταν κατέβηκε στο Αγρίνιο, κοντά στον αείμνηστο Σίμο Σαββινόπουλο. Ιδιαίτερα η συναναστροφή του με τον άρχοντα Αθανάσιο Καραμάνη και άλλους μεγάλους δασκάλους στη Θεσσαλονίκη του έδωσε το κατάλληλο ύφος, ώστε να ψάλλει με τον καλύτερο τρόπο τους εκκλησιαστικούς ύμνους. Αυτή η ερμηνευτική του δεινότητα, σε συνδυασμό με την καλλιφωνία του τον ανέδειξαν σπουδαίο πρωτοψάλτη, σημείο αναφοράς για όλη την περιοχή. Η προσφορά του στο Ιερό Αναλόγιο είναι ανεκτίμητη. Κόσμησε επί πολλές δεκαετίες τα αναλόγια στους ιερούς ναούς Αγίου Γεωργίου Ματαράγκας, Αγίου Γεωργίου Αγρινίου και Ζωοδόχου Πηγής Αγρινίου. Πάντοτε έψαλλε με προσοχή, μέσα από τα μουσικά κείμενα, χωρίς να αυτοσχεδιάζει αυθαιρέτως. Εκ φύσεως ευγενής είχε εξαίρετη συνεργασία με τους ιερείς και τους συναδέλφους ιεροψάλτες. Έστω κι αν γινόταν ενίοτε μουσικά λάθη, ο κυρ-Λουκάς δεν προσέβαλε ποτέ, δεν υποτιμούσε, αλλά προσπαθούσε με τη μουσική του δεξιοτεχνία να γίνουν οι εκκλησιαστικές ακολουθίες με σωστό τρόπο, χωρίς βιασύνες ή αργοπορίες. Σημειωτέον ότι οι ναοί που διηκόνησε ήταν πόλος έλξεως για φιλόμουσους χριστιανούς.

Παροιμιώδης ήταν η αγάπη του προς τους νέους, τους μαθητές που ανέρχονταν στο ψαλτήρι, ώστε να ωφεληθούν κοντά του. Υπήρξε ένας στοργικός και υπομονετικός δάσκαλος. Πολλοί ιεροψάλτες ωφεληθήκαμε τα μέγιστα απ’ τη σπουδαία μουσική του προσωπικότητα. Αλλά κι ο ίδιος καυχόταν για το γεγονός αυτό. Χαιρόταν ειλικρινά με την πρόοδο των νέων σπουδαστών της βυζαντινής μουσικής και διακριτικά τούς ενίσχυε.

Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός ότι, όταν απεσύρθη από το αναλόγιο της Παναγίας, εν τούτοις είχε την αμείωτη διάθεση να συνεισφέρει στην λατρεία της Εκκλησίας με το τάλαντο που του έδωσε ο Θεός και καλλιέργησε ο ίδιος. Ήταν παρών στις ακολουθίες, όπου κι αν εκαλείτο, είτε στην πόλη, είτε σε απομακρυσμένα χωριά. Πάντα με ζωντάνια, με όλη τη δύναμη της ψυχής του υμνούσε τον Τριαδικό Θεό μας και τιμούσε τους Αγίους.

Φρονούμε ότι ήταν μοναδική περίπτωση ιεροψάλτου, ο οποίος ήταν λίαν αγαπητός από όλους τους συναδέλφους. Σε οποιοδήποτε ναό πήγαινε, όλοι αυθορμήτως θέλαμε να του παραχωρήσουμε το στασίδι, να τον ακούσουμε να ψάλλει με γλυκύτητα και ιεροπρέπεια τα τραγούδια του Θεού.

Αξιώθηκε επίσης να δει και τον γιο του, τον φίλο Λεωνίδα, να βαδίζει στα χνάρια του, εκλεκτό πρωτοψάλτη και μουσικοδιδάσκαλο.

Θέλουμε, τέλος, να σημειώσουμε με ιδιαίτερη ευγνωμοσύνη την συμμετοχή του στα δρώμενα του συλλόγου μας, του οποίου άλλωστε υπήρξε ιδρυτικό μέλος το 1980 και ο πρώτος πρόεδρός του”.

Ό,τι θυμάται ο Λουκάς για τον… Λουκά

Ο εξάδελφος και συνονόματός του Λουκάς Σκιαδάς καταθέτει μνήμες από τον μεγάλο ψάλτη:

… Μαθητής εγώ στο Δημοτικό και ο Λουκάς τελευταία τάξη του Γυμνασίου, έμενε στο σπίτι μας εδώ στο Αγρίνιο. Θυμάμαι τα μεσημέρια, όταν είχε μπει η άνοιξη… ο πατέρας μου μόλις ξάπλωνε στο κάτω δωμάτιο, με φώναζε και μου έλεγε: “Πες στο Λουκά να ψάλει τον Απόστολο”. Κι έτσι τον έπαιρνε ο ύπνος…

… Αρχές του ’50, φαντάρος στη Θεσσαλονίκη, πήγε στον πρωτοψάλτη του Αγίου Δημητρίου τον Καραμάνη να τον ακούσει και να γίνει μαθητής του. Ο Καραμάνης εντυπωσιάστηκε από τη φωνή του και πιο πολύ για την αγάπη του για τη βυζαντινή μουσική. Τον επέλεξε ανάμεσα σε πολλούς άλλους για να του αρχίσει μαθήματα. Όταν μετά από 45 χρόνια το 1994 θα πάντρευε ο Λουκάς την κόρη του στην Θεσσαλονίκη, κάλεσε στον γάμο και τον γέροντα πια δάσκαλό του και είπε τον Απόστολο, όπως του τα είχε διδάξει εκείνος. Συγκινημένος ο Καραμάνης τον αγκάλιασε επάνω στο ψαλτήρι και τον φίλησε.

… Φαντάρος, κατέβηκε με άδεια στο Αγρίνιο από Θεσσαλονίκη κι έμενε στο σπίτι μας. Ο πατέρας μου συνεννοήθηκε με τον πρωτοψάλτη του Αγίου Χριστοφόρου, τον Μ. Δημάκη, να επιτρέψουν στον Λουκά να πει τον Απόστολο. Θυμάμαι πόσο υπερήφανος ένιωσα, όταν μετά την Λειτουργία στο προαύλιο του Ναού είχαν περικυκλώσει τον Λουκά πάρα πολλοί από το εκκλησίασμα, του έσφιγγαν το χέρι και τον ευχαριστούσαν για το ωραίο άκουσμα.

… Πριν από λίγα χρόνια, 9 Μαΐου, στη γιορτή του πολιούχου της πόλης μας, η Λειτουργία έγινε χοροστατούντος του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Λακούβου και μεταδόθηκε ραδιοφωνικώς σε όλη τη χώρα. Την άλλη μέρα παίρνουν τηλέφωνο τον Ιερό Ναό από διάφορα μέρη της Ελλάδας και ρωτούσαν ποιος ψάλτης είπε τον Απόστολο. Φυσικά, ήταν ο Λουκάς.

… Αρχές του ’80, πήγε στην Αμερική, όπου είχε συγγενείς. Μια Κυριακή πήγε στην Ουάσιγκτον κι έψαλε στην εκκλησία που ήταν ψάλτης ο αείμνηστος Χαρίλαος Παπαποστόλου. Μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας βγήκε στην Ωραία Πύλη ο Αρχιεπίσκοπος που χοροστατούσε και έπλεξε το εγκώμιο του Λουκά και του Χαρίλαου.

… Πριν τρία χρόνια, Κυριακή πρωί έφυγε και πήγε στην Αθήνα, στου Ζωγράφου, όπου γινόταν το μνημόσυνο της νονάς της κόρης του, όπου και έψαλε. Μετά το τέλος της λειτουργίας βγήκε έξω και περίμενε στο πεζοδρόμιο τον γιο του που πήγε να φέρει το αυτοκίνητο, όταν σταμάτησε μια Mercedes, ο οδηγός κατέβασε το τζάμι του παραθύρου του και τον ρώτησε σε ποια εκκλησία είναι ψάλτης. Όταν του είπε ο Λουκάς “στο Αγρίνιο”, του είπε: “Αδελφέ, εάν έψελνες μέχρι και την Κόρινθο, θα ερχόμουν κάθε Κυριακή. Αυτό που άκουσα σήμερα, θα το θυμάμαι χρόνια. Σ’ ευχαριστώ”.

… Σήμα κατατεθέν του Λουκά, εκτός από τον Απόστολο ήταν ο ψαλμός “Αίνει η ψυχή μου τον Κύριον” και το τροπάριο της Μ. Πέμπτης μετά το δέκατο Ευαγγέλιο “εξέδυσάν με”. Το “Αίνει η ψυχή μου” έχει την ιστορία του: Τέλη της δεκαετίας του ’60, ο Χαρίλαος Παπαποστόλου πρωτοψάλτης τότε της Μητρόπολης Αγρινίου, έχει καλέσει τον Μεγάλο Δάσκαλο της Βυζαντινής Μουσικής Χατζημάρκο, από τον Βόλο, να ψάλλει στην Παναγία. Ο Λουκάς τότε ήταν ψάλτης στον Άγιο Γεώργιο Αγρινίου. Μόλις τελείωσε η λειτουργία στον Άγιο Γεώργιο, έφυγε τρέχοντας για να προλάβει έστω και για λίγο ν’ ακούσει τον Χατζημάρκο στην Παναγία. Μπαίνοντας στην εκκλησία ακούει τον Χατζημάρκο να ψέλνει το “αίνει η ψυχή μου”. Αυτό ήταν αρκετό για τον Λουκά, αλλά πιο πολύ για το… αυτί του!

Αφιέρωμα της “Ψαλτωδίας”

Αφιέρωμα στον Πρωτοψάλτη Λουκά Σκιαδά έκαμε η “Ψαλτωδία”, μια εβδομαδιαία ραδιοφωνική εκπομπή που επιμελούνται και παρουσιάζουν μέλη του Συλλόγου Ιεροψαλτών Αγρινίου. “Μπορεί η ηλικία του να είχε περάσει, η φωνή και η καρδιά του έλεγαν το αντίθετο. Πράγματι, σπανίζει να βλέπεις ανθρώπους σαν αυτόν, να δίνουν την μαρτυρία μιας μακραίωνης παράδοσης, μιας ιστορικής συνέχειας, προπάντων μιας σπουδαίας παρακαταθήκης”, είπε ο παρουσιαστής της εκπομπής Γιάννης Γκιάφης. Και συνέχισε: “Όλοι μας γνωρίσαμε και ωφεληθήκαμε πολύ από αυτή τη σπάνια ιεροψαλτική φυσιογνωμία του τόπου μας. Η ιεροψαλτική μας οικογένεια εδώ και λίγες ημέρες έγινε φτωχότερη με την απώλεια του αγαπητού μας συναδέλφου και ενός εκ των ιδρυτικών μελών του συλλόγου μας Λουκά Σκιαδά. Τι να πρωτοεπαινέσει κανείς; Το ξεχωριστό φωνητικό του τάλαντο, τις άριστες μουσικές του γνώσεις, τον αδαμάντινο χαρακτήρα του, την ευγένειά του, την αγάπη του για όσους διακονούν την τέχνη του ιερού Δαμασκηνού και δη τους νέους ανθρώπους… Πολλά και άλλα κόσμησαν την προσωπικότητα του αοίδιμου καλλικέλαδου πρωτοψάλτου Λουκά Σκιαδά. Να σημειωθεί ότι πέραν όλων των άλλων υπήρξε ο πρώτος Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου μας… Ο Λουκάς Σκιαδάς υπήρξε αναμφισβήτητα ένα πρόσωπο που συνέβαλε τα μέγιστα στο ιεροψαλτικό έργο του τόπου μας και ειδικότερα του Αγρινίου, όταν επί σειρά ετών λάμπρυνε με την ψαλτική του δεινότητα το δεξιό Αναλόγιο του Ιερού Ναού Ζωοδόχου Πηγής Αγρινίου”…

Στην εκπομπή κλήθηκε να μιλήσει για τον Λουκά Σκιαδά ο ψάλτης Γιάννης Κωνσταντόπουλος, φιλόμουσος και λάτρης της πατρώας μουσικής παράδοσης, φίλος του Λουκά, “ο άνθρωπος ο οποίος είχε την ευλογία από το Θεό να ζήσει πολλές ψαλτικές ευκαιρίες κοντά στον αείμνηστο πρωτοψάλτη”.

Από την διήγηση του κ. Κωνσταντόπουλου ανθολογούμε:

Ο Γιάννης Κωνσταντόπουλος μιλάει για τον Λουκά

… Τον Λουκά τον Σκιαδά τον πρωτόδα όταν ήρθε ο Σίμος Σαβινόπουλος ως πρωτοψάλτης στο Αγρίνιο το 1952. Ένα χρόνο αργότερα ήρθε και ο μεγάλος πρωτοψάλτης Δημήτρης Μήτρου, μου μιλούσε πολλές φορές, τον θαύμαζε τον κύριο Μήτρου ο Λουκάς Σκιαδάς. Εκεί εγώ, στο Μητροπολιτικό Ναό της Παναγίας, εκκλησιαζόμουν συχνά, σχεδόν κάθε Κυριακή, εξαιτίας του Σίμου του Σαβινόπουλου… Ήταν ένας μεγάλος ψάλτης, ήταν τιμή για το Αγρίνιο να έχουμε έναν τέτοιο ψάλτη, από το ’52 μέχρι το ’56 έψελνε, μας έκανε και μαθήματα βυζαντινής μουσικής στους “Αγίους Αναργύρους”. Έβλεπα τους προχωρημένους μαθητές εκεί να κάνουν παραλλαγή σε διάφορα μαθήματα που τους έβαζε. Κι εμείς, πιο μικροί… ήταν τα πρώτα μας βήματα στην παράδοση της βυζαντινής μουσικής… μόλις έβλεπα την απόδοση της παραλλαγής από τους μεγαλύτερους, έλεγα «Παναγία μου, πότε θα μάθουμε κι εμείς να λέμε τέτοια παραλλαγή». Τόσο όμορφα πράγματα, άριστη παραλλαγή… Ερχόταν μια – δυο φορές την εβδομάδα και μας έκανε μαθήματα ο Σίμος ο μακαρίτης.

Στην εκκλησία που πήγαινα, στην Παναγία, κάθε Κυριακή, έβλεπα τον Λουκά τον Σκιαδά, αλλά δεν ήξερα ποιος είναι και ο πατέρας μου έλεγε όταν γύριζα «πώς πήγε σήμερα η εκκλησία;», «τι είπατε;» κ.λπ. Και του έλεγα ψάλαμε αυτά τα μαθήματα, είπαμε εκείνο, είπαμε το άλλο κ.λπ. Και λέω του πατέρα μου: «Έρχεται ένα παιδί, δεν ξέρω ποιος είναι, ένας αδύνατος, ψηλός, και όταν έρχεται αυτός…»… το Αναλόγιο του Σίμου το δεξιό, ήταν γεμάτο παιδιά – γνώστες και ψάλαμε όλοι μαζί. Και ποιος δεν ήθελε να πει τον απόστολο τότε… ήταν πολλά παιδιά που ήταν ικανά να πουν τον απόστολο, αλλά… όταν ερχόταν ο Λουκάς ο Σκιαδάς… κατά κανόνα δεν έδινε σε κανέναν άλλο, έλεγε αποκλειστικά τον απόστολο ο Λουκάς. Δεν ήξερα βέβαια ποιος είναι κι έλεγα «…λέει έναν Απόστολο, μια φωνή, ένα κρύσταλλο, καθαρή απόδοση απόστολου… και του δίνουν συγχαρητήρια όλοι».

Τον έβλεπα συχνά, αλλά, μετά την εκκλησία τον έχανα, δεν τον έβρισκα, έφευγε… Χανόμασταν. Μετά το ’56 που έφυγε ο Σίμος, είχε αναλάβει ο Χαρίλαος Παπαποστόλου, ήταν πρωτοψάλτης στην Παναγία και παράλληλα είχε κάνει και το ωδείο και πηγαίναμε και μαθαίναμε μουσική εκεί και ευρωπαϊκή και βυζαντινή. Ερχόταν και μια δασκάλα από την Πάτρα και μας έκανε την φωνητική, πώς να λέμε τις νότες, πώς θ’ αυξήσουμε την φωνή μας, με τι τρόπο… Εκεί μια μέρα που κάναμε το μάθημα, βλέπω έναν με τα στρατιωτικά ρούχα. Ήταν ο Λουκάς ο Σκιαδάς. Μόλις ήρθε, τον γνώρισα, λέω… ήταν το παιδί που έλεγε τον απόστολο… αλλά ποιος είναι αυτός τώρα… Αφού κάναμε εκεί συζητήσεις διάφορες για την ιεροψαλτική, αυτός είχε τελειώσει νομίζω το στρατιωτικό, το οποίο υπηρέτησε για καλή του τύχη στην Θεσσαλονίκη κι εκεί γνώρισε όλη αυτή τη μεγάλη πεντάδα. Συναναστράφηκε με τον Παναγιωτίδη, άκουσε τον Παναγιωτίδη, συναναστράφηκε με τον Χρύσανθο, άκουσε τον Χρύσανθο, με τον Καραμάνη. Στον Καραμάνη βέβαια έκανε και μαθήματα, του έκανε μαθήματα ο Καραμάνης. Έκανε χρήση όλων αυτών, γιατί αυτός “έπαιρνε”, άκουγε όλους τους ψάλτες της Θεσσαλονίκης, ήταν και μέσα στον κύκλο αυτό των μουσικοφίλων της Θεσσαλονίκης και πολλές ώρες βρισκόταν και μ’ αυτούς και άκουγε συζητήσεις για το ένα θέμα, για το άλλο, πως ψάλλει ο ένας, πως ψάλλει ο άλλος, ποιος υπερέχει, ποιος λέει καλά τον Όρθρο, ποιος λέει καλά τη Λειτουργία… Και τα συζητάγανε κι έβγαζε συμπεράσματα. Αλλά και ο ίδιος, όπως μου αφηγούτανε, λέει… «πήγαινα μια Κυριακή στην εκκλησία που έψελνε ο Παναγιωτίδης, την άλλη Κυριακή πήγαινα στον Καραμάνη, την άλλη Κυριακή πήγαινα στον Χρύσανθο…». Δηλαδή: Περπάτησε όλες τις εκκλησίες ν’ ακούσει και να δει από κοντά τους ψάλτες όλους και να τους ακούσει και να τους δει. Κι έπαιρνε σα μέλισσα από κάθε λουλούδι, κάθε λουλούδι έχει το δικό του άρωμα, τα δικά του ζάχαρα, έτσι έπαιρνε και ο Λουκάς. “Και κράτησα”, λέει, “ό,τι καλύτερο μπορούσα να κρατήσω, ό,τι υπήρχε από τον καθένα”… Αλλά χωρίς να ξεχωρίζει, ήταν άριστοι ψάλτες έλεγε, όλοι. Και ήταν – για καλή του τύχη επαναλαμβάνω – να υπηρετήσει το στρατιωτικό του στην Θεσσαλονίκη, εκμεταλλευόμενος αυτήν την ευκαιρία με την ψαλτική τέχνη… Και όταν ήρθε ο Λουκάς εδώ, κουβάλησε μαζί του την χροιά του Καραμάνη, γιατί πιο πολύ μαθήτευσε στον Καραμάνη και τα του Καραμάνη όλα τα μετέφερε στο Αγρίνιο και μετά τον Σίμο που έψελνε την πατριαρχική χροιά, ακολούθησε ο Λουκάς. Μετά εκεί τον γνώρισα. Μου είπε «λέγομαι Λουκάς Σκιαδάς, μένω στον Άγιο Βλάσιο κι ερχόμουν σε έναν φίλο μου εδώ και δεν έμενα μόνιμα».

… Πριν πάει βέβαια Θεσσαλονίκη για το στρατιωτικό, απ’ ό,τι έμαθα από τους οικείους του, πήγαινε και στον Άγιο Βλάση και σε διάφορα μέρη όπου μπορούσε να ψάλλει. Έψελνε, αποκτούσε εμπειρία. Αλλά τη μεγάλη εμπειρία την έφερε από την Θεσσαλονίκη, εκεί έμαθε καλά τα πράγματα και ήρθε εδώ στο Αγρίνιο και πρωτοέπιασε ενορία, εκκλησία, στον Άγιο Γεώργιο Ματαράγκας. Δεν υπήρξε κενό εδώ στο Αγρίνιο. Στον Άγιο Γεώργιο Ματαράγκας πέρασαν μεγάλοι ψάλτες. Πήγε και ο Λουκάς εκεί, δεν θυμάμαι πόσα χρόνια πήγε και λόγω που είχαμε φιλία, κάναμε παρέα επί καθημερινής βάσεως, τον έπαιρνα με το αυτοκίνητο και πηγαίναμε πέρα στη Ματαράγκα, ψέλναμε εκεί, περνούσε η Κυριακή. Εκεί άκουσα τον Λουκά. Βέβαια εγώ τον Καραμάνη τον άκουγα στον σταθμό των Ενόπλων Δυνάμεων το ’52 (έβαζε μια Κυριακή τον Χρύσανθο Σαβινόπουλο στον Άγιο Δημήτριο και μια Κυριακή τον Καραμάνη) και είχα ακούσματα και από τους δυο. Ο Λουκάς έφερε τα ακούσματα που είχα εγώ από το ραδιόφωνο τότε, τα έφερε και τ’ άκουγα από τον Λουκά αποδίδοντας έτσι όταν έψελνε στη Ματαράγκα. Έλεγα: «Λουκά, ακούω τα χρώματα του Καραμάνη» και μου έλεγε «εντάξει ήταν μεγάλος ψάλτης ο Καραμάνης, μεγάλος δάσκαλος, σε αυτόν μαθήτευσα».

… Στο Αναλόγιό του, πρέπει να το πούμε, ότι χρησιμοποιούσε τα βιβλία του Καραμάνη χωρίς όμως να παραθεωρεί τα κλασικά μαθήματα αυτά της ζωής για παράδειγμα, αλλά και άλλων όπως είπατε πριν του Ταλιαδώρου, του Παναγιωτίδη… Θυμάμαι που έλεγε, του ζητούσαμε να μας λέει ιστορίες από αυτά που έζησε γιατί ήταν ο μοναδικός που έζησε από κοντά όλους αυτούς τους μεγάλους ψάλτες και, λέει, όταν ήρθε ο Παναγιωτίδης από την Κωνσταντινούπολη στη Θεσσαλονίκη και άρχιζε να ψάλλει σε διάφορες εκκλησίες που τον καλούσαν, άρχισε μια ομάδα μουσικοφίλων – να χρησιμοποιήσω την λέξη αχόρταγων σαν κι εμένα – να μετακινούνται στον Παναγιωτίδη. Κάπου δηλαδή ο Παναγιωτίδης τους γέμιζε περισσότερο απ’ τους άλλους. Τους ταρακούνησε πολύ. Είχε άλλη τέχνη, άλλη απόδοση ο Παναγιωτίδης. Και μια φορά που είχαμε φέρει εδώ στο Αγρίνιο τον Ταλιαδώρο, τον άκουσα να λέει… όταν τον ρώτησα για τον Παναγιωτίδη… «άκουσε, είτε το θέλουμε, είτε δεν το θέλουμε, όλοι στα μαθήματά μας βάζουμε Παναγιωτίδη κι όποιος θα πει ότι δεν βάζει Παναγιωτίδη θα πει ψέματα. Όλοι έχουμε πάρει από τον Παναγιωτίδη». Τον άκουσα με τ’ αυτιά μου να το λέει αυτό ο Ταλιαδώρος. Όταν ρώτησα και τον Καραμάνη ποιους ψάλτες θαύμασε, ποιους είδε πιο αξιόλογους, μου απάντησε: «Δύο. Ο Παναγιωτίδης και ο Πρίμος. Αυτοί οι δυο για μένα ήταν το κάτι άλλο. Δεν πιάνονταν με τίποτα, η φαντασία τους, οι αποδόσεις τους, η σοβαρότητά τους, τα πάντα». Και στη συνέχεια – επανέρχομαι στο Λουκά, ο οποίος θαύμαζε και τον Καραμάνη και τον Παναγιωτίδη – του έλεγα «σήμερα θέλω ν’ ακούσω το δοξαστικό όπως το λέει ο Καραμάνης, την άλλη Κυριακή θα πεις το δοξαστικό όπως το έλεγε ο Πρίμος, όπως το έλεγε ο Παναγιωτίδης» και τα έκανε τα χατίρια και με γέμιζε ο Λουκάς ο Σκιαδάς. Μετά φεύγει από τον Άγιο Γεώργιο Ματαράγκας και προσλαμβάνεται στον Άγιο Γεώργιο Αγρινίου. Όλοι οι απαιτητικοί και όλοι αυτοί που θέλαν κάτι άλλο ν’ ακούσουν, την απόλυτη πατριαρχική παράδοση, την ψαλτική τέχνη ερχόντουσαν στον Άγιο Γεώργιο… έγιναν τρομερές ψαλμωδίες! Ειπώθηκαν ωραία πράγματα στον Άγιο Γεώργιο γιατί ήταν νέος και είχε όλη την όρεξη. Χωρίς όμως ν’ απορροφηθεί όλη αυτή η διάθεση στον Άγιο Γεώργιο προσλαμβάνεται μετά στην Παναγία, όταν έφυγε ο Παπαποστόλου. Εγώ από κοντά του και στον Άγιο Γεώργιο και στην Παναγία μετά. Τα πιο πολλά πράγματα που μου έκαναν μεγαλύτερη εντύπωση, ήταν στην Παναγία. Στην Παναγία είπε πράγματα, είχε φορτωθεί καλύτερη εμπειρία και είχε απόδοση πολύ καλή. Θυμάμαι εκτελέσεις μαθημάτων και δοξαστικών και τρισάγιων και λειτουργικών στην Παναγία. Τι να πω! Μου θύμιζαν τον Σίμο Σαβινόπουλο, τον ζύγωσε τον Σίμο Σαβινόπουλο στην απόδοση. Δεν θυμάμαι αν έκανε μαθήματα με τον Σίμο γιατί πρέπει τα χρόνια αυτά που ήταν ο Σίμος εδώ, πρέπει να ήταν τα χρόνια στρατιωτικής θητείας του Λουκά. Από τα 5 χρόνια πρέπει να τον έζησε τα 2,5. Γιατί αυτός πέρασε τα 2,5 χρόνια στην Θεσσαλονίκη φαντάρος. Έχει πει ο Λουκάς και στην Παναγία και στον Άγιο Γεώργιο τρομερά δοξαστικά, τρισάγια, χερουβικά, λειτουργικά. Τι να πρωτοθυμηθώ! Καλά, για τους αποστόλους έχω να πω το εξής. Επειδή εγώ άκουγα όλους τους ψάλτες, όλης της Ελλάδος, από αυτούς που μπορούσα ν’ ακούσω μέσω ραδιοφωνικών σταθμών, του έλεγα ότι μέσα και στις παρέες, μέσα στους 10 καλύτερους σε απόδοση αποστόλου, έβαζα και τον Λουκά τον Σκιαδά. Έλεγε ωραίο απόστολο ο Παναγιωτίδης, ο Κλωναρίδης, ο Χατζημάρκος, ο Δημήτρης Νεραντζής και ο Παπαπαναγιώτου. Απόδειξη ήταν ότι ήταν πιτσιρικάς, δεν είχε πάει φαντάρος και ο Σίμος τον θαύμαζε που ήταν ένα παιδάκι, για τον απόστολο που έλεγε. Έλεγε απόστολο ο Λουκάς και ήταν καρφωμένος ο κόσμος όλος επάνω στον Λουκά. Και θυμάμαι ότι δεν τον έλεγε τον απόστολο από το Αναλόγιο όπως τον λένε τώρα. Έβγαινε μπροστά στο μικρόφωνο στην Ωραία Πύλη και τον έλεγε από εκεί, ήταν στραμμένος προς το εκκλησίασμα.

… Ο Μαϊκαντής ήταν ένας άριστος γνώστης της βυζαντινής μουσικής, έγραφε βυζαντινή μουσική, έχει φτιάξει κάποια λειτουργικά και συγκεκριμένα όταν τα πρωτάκουσα από τον Λουκά, τον ρώτησα τι λειτουργικά είναι αυτά, αυτά είναι λέει του Θόδωρου του Μαϊκαντή, ο οποίος τα χαρακτήριζε νηστίσιμα. Επειδή ήταν φτωχά, έλεγε. Ήταν συνεργάτες και φίλοι. Βρίσκονταν μαζί για καφέδες και απογεύματα και πρωινά. Καλός ψάλτης, πολύ ήρεμος άνθρωπος. Συνεργάστηκαν 34 χρόνια. Βέβαια ο Λουκάς, ένα πράγμα που δεν έγινε και θα μπορούσε να τον ανεβάσει σε καλύτερο επίπεδο, εάν είχε έναν αριστερό δυνατό ψάλτη, γνώστη, ανήσυχο, ερευνητή, γιατί ο ανταγωνισμός ανεβάζει το επίπεδο, θα τον ανάγκαζε τον Λουκά να μας πει περισσότερα και δυσκολότερα πράγματα. Αλλά δεν είχε “το πειραχτήρι” που λέμε, να τον αναγκάζει ο αριστερός, να πει κι εκείνο, να το πει έτσι… Κατάλαβες; Δεν είχε αυτή την δυνατότητα ο Μαϊκαντής, έπρεπε να είναι ένας αριστερός για να μπορεί να του δίνει, “να του μπαίνει” που λένε, να τον ανάγκαζε να ανεβάζει επίπεδο ο Λουκάς. Θα είχαμε έναν καλύτερο Λουκά αν είχε απέναντί του έναν  άλλο ψάλτη, πιο δραστήριο, πιο γνώστη. Την βυζαντινή μουσική ο Μαϊκαντής την ήξερε καλά, αλλά δεν μπορούσε ν’ αποδώσει. Ούτε ο Σίμος. Ήτανο Δαβανής, αλλά δεν ήταν κι αυτός δυνατός αριστερός. Όπως ήταν στην Κωνσταντινούπολη ο Πρίγγος – Στανίτσας. Ήταν δύο μεγαθήρια.

– Μοναδική ερμηνεία στον ψαλμό «αίνει, η ψυχή μου, τον Κύριον» σε πλάγιο α΄. Μάλιστα ο μακαριστός Λουκάς συνήθιζε αμέσως μετά να προσθέτει και τον άλλο ψαλμό «εξομολογείσθε τω Κυρίω» ομόηχο. Πώς τα εμπνεύσθηκε αυτά; Τα άκουσε από κάποιον άλλο;

… Δεν μου είπε τέτοιο πράγμα ποτέ. Δεν άκουσα. Δεν ξέρω αν πήρε αυτή την τακτική από κάποιον άλλο ψάλτη, αλλά είχε και δικές του μεθοδεύσεις ο Λουκάς. Μπορεί να ήταν και αυτοσχέδιο, δικό του. Τα συνήθιζε, τα έλεγε αυτά. Έψελνε με τέτοιο τρόπο που ήξερε ν’ αναγκάζει το εκκλησίασμα να προσέχει αυτό που λέει, να μην το παίρνει ο άνεμος. Του το είπα μια φορά, παρατήρησα με αυτό που είπες τώρα, τα πρόσωπα ήταν στραμμένα στο Αναλόγιο επάνω. Αυτό έχει σημασία.

– Μάλιστα σε αυτήν την ξεχωριστή ερμηνεία του ψαλμού «αίνει, η ψυχή μου, τον Κύριον» αναφέρθηκε ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεος κατά την εξόδιο ακολουθία του μακαριστού πρωτοψάλτη Λουκά Σκιαδά. Είχε κάνει ιδιαίτερη εντύπωση η απόδοση αυτού του ψαλμού και σε πλάγιο α΄ κιόλας.

… Ναι πράγματι και στο χωριό που τον φέρναμε πολλές φορές, στην Αβόρανη, μετά από δικό μου κάλεσμα και από τον Γιάννη τον Βλάχο τον οποίο τον είχε μαθητή και του οποίου τα χνάρια “μυρίζουν” Λουκά Σκιαδά, όταν είχε “τα σαράντα” ο πατέρας του Γιάννη του Βλάχου, τον είχαμε φέρει πέρα τον Λουκά και ήταν ωραιότατος ο Λουκάς, πολύ άριστη φωνή, συγχαρητήρια να του δίνει ο κόσμος στο τέλος της Λειτουργίας και να του λένε “πότε θα μας ξανάρθεις”. Τόσο πολύ τους εντυπωσίασε. Ο Λουκάς είχε χάρισμα. Είχε καθαρή φωνή, είχε και ψηλά και χαμηλά, είχε απόδοση, είχε καλή χροιά πατριαρχικής παράδοσης. Εγώ πάντοτε ήμουν λάτρης της πατριαρχικής παράδοσης. Δεν βλέπω κάτι άλλο να μ’ ενθουσιάζει όσο η πατριαρχική παράδοση. Αυτό που πήρε η Θεσσαλονίκη από τότε και το διατηρεί ακόμα για όσους μπορούν βέβαια, κρατάει ακόμα ο Ταλιαδώρος, οι άλλοι φύγαν. Φεύγουν οι παλιοί, οι μεγάλοι άρχοντες, αρχίζει το πράγμα και εξασθενεί. Δεν βλέπουμε τώρα νέα φυτώρια να παίρνουν τη σκυτάλη των μεγάλων.

– Έτρεχε παντού, να εξυπηρετήσει τους πάντες και τα πάντα. Ακόμη και όταν αποχώρησε από την ενεργό δράση από το ψαλτήρι της Παναγίας δεν έπαψε να ψάλει. Δεν εγκατέλειψε τα ψαλτικά απεναντίας, έτρεχε από ενορία σε ενορία να βοηθάει τους συναδέλφους.

… Ναι, τον φωνάζαμε. Και επάνω στον Άγιο Βλάση που πήγαινε. Σε όλους άρεσε ο Λουκάς και σε όλους ήταν αγαπητός.

– Πέραν από την ψαλτική του ενέργεια πρέπει να μιλήσουμε και για το ήθος του. Ήταν άνθρωπος ο μακαριστός Λουκάς. Δεν έβλεπε ανταγωνιστικά, εγωιστικά και υποτιμητικά τους άλλους συναδέλφους. Αντιθέτως, τους έβλεπε συναδελφικά και ως ανθρώπους που σαν αυτόν παλεύουν στον ίδιο χώρο για την διάδοση της παράδοσης και την σωστή ψαλτική απόδοση.

… Τον είχα ακούσει να λέει ότι ο καθένας μας λέει ό,τι μπορεί, ό,τι κατορθώνει, ό,τι καλύτερο έχει θα το προσφέρει, θα το πει. Και να έβλεπε ένα λάθος, δεν διόρθωνε, απεναντίας προσπαθούσε να ξεπεράσει ο ψάλτης το λάθος. Μου έλεγε και ένα άλλο ωραίο. Όπως έτρεχα κι εγώ στις εκκλησίες, έτρεχε και ο Λουκάς και όταν πήγε στον Άγιο Δημήτριο στον Μήτρου, αυτή τη μεγάλη μορφή, του ζήτησε να πει κάτι, δεν θυμάμαι τι είχε πει. Λέει «να το πω εγώ αυτό;». Πήγαινε με την σκέψη, να μ’ ακούσεις να μου πεις, το ‘πα καλά, δεν το ‘πα καλά, είχα λάθη, έπρεπε να το πω αλλιώς. Και του απαντάει ο Μήτρου «να το πεις, αλλά δεν σε συμφέρει γιατί πρώτον θ’ ακούσεις πως λέγεται και θα μάθεις να το πεις και δεύτερον θα το χάσει και ο κόσμος, ο οποίος με έφερε εδώ και θέλει ν’ ακούει ν’ αποδίδω τα μαθήματα καλά». Οι ενορίτες πληρώνανε τους μισθούς του Μήτρου. Και του είχε κάνει εντύπωση αυτό του Λουκά και μου το έλεγε. Πολλοί ήθελαν να μάθουν την βυζαντινή τέχνη αλλά δεν το έλεγαν οι δυνατότητές τους.

– Να σας θυμίσω ένα γεγονός. Τον Φεβρουάριο του 2001 ήρθε στην πόλη μας ο μεγάλος Αθανάσιος Καραμάνης. Ένας ερχομός σταθμός στα ψαλτικά δρώμενα. Τι μπορεί να θυμηθείτε και κυρίως μαζί με τον κύριο Λουκά που σπεύσατε να δείτε τον δάσκαλο…

… Όταν ήρθε ο Καραμάνης συνοδευόταν από ψάλτες, από τον Παρασκευά, ο Λουκάς, ο Σερέτης και άλλοι ψάλτες, ποιος δεν ήθελε να κάνει παρέα με τον μεγάλο Καραμάνη κι έψελνε στον Άγιο Κωνσταντίνο και μας εντυπωσίασε παρά την ηλικία του, ν’ αποδίδει αυτή την βυζαντινή. Μας διηγήθηκε διάφορες ιστορίες. Ο Καραμάνης ήταν ασταμάτητος στις ιστορίες γύρω από τους ψάλτες. Είχα ακούσει από κάποιους από τους Αθηναίους ότι μουρμουρούσε διάφορες θέσεις ο Καραμάνης για ν’ αναγκάσει τον Παναγιωτίδη να πει τις σωστές, να αρπάξει το πως. Ξεκίναγε να πει κάτι και του έλεγε ο Καραμάνης, “όχι έτσι βρε, δεν λέγεται έτσι αυτό”. Φρένο ο Καραμάνης, σταμάταγε, ξεκίναγε ο Παναγιωτίδης κι εκείνη τη στιγμή που έλεγε ο Παναγιωτίδης αυτός το αυτί του ήταν μαγνητόφωνο, το έγραφε. Με αυτόν τον τρόπο έπαιρνε ό,τι είχε καλό ο Παναγιωτίδης. Άκουσα τον Καραμάνη να λέει ότι, όταν ήρθε από την Κωνσταντινούπολη ο Παναγιωτίδης στην Θεσσαλονίκη, ήρθε φορτωμένος σαν τη μέλισσα. Όλοι τον πλαισίωσαν τον Παναγιωτίδη γιατί όλοι “έπαιρναν” και ο Ταλιαδώρος και ο Καραμάνης και ο Χρύσανθος, όλοι οι ψάλτες της τότε εποχής. Όλοι ήθελαν να τον κάνουν παρέα και όλοι ήθελαν ν’ ακούσουν πως ψέλνει γιατί αυτός στην Κωνσταντινούπολη ήταν από τους καλούς, ήταν γνώστης, είχε βγάλει την σχολή της Χάλκης. Ο μόνος εγγράμματος ψάλτης που πέρασε, ήταν ο Παναγιωτίδης. Τον είχαμε φέρει και στον Άγιο Γεώργιο κι έψαλλε.

– Κι έτσι ο κυρ Λουκάς θεωρείται απόγονος όλων αυτών των μεγάλων. Και πήρε από όλους αυτούς τους μεγάλους και απέδιδε.

… Και χάρηκε στη ζωή του να δει και τον γιο του τον Λεωνίδα, αγαπητό συνάδελφο και εκλεκτό ιεροψάλτη, στα χνάρια του. Έλεγε το «ουκ έστιν» ο Λεωνίδας και λέω «Λουκά, αυτό το ‘ουκ έστιν’ δεν το έχω ακούσει ποτέ από σένα όπως το είπε ο Λεωνίδας», ο Λεωνίδας το αποδίδει τέλεια το «ουκ έστιν». Εγώ το άκουσα σε άριστη εκτέλεση από τον Νεραντζή ο οποίος ήταν μαθητής του Παναγιωτίδη. Στην φωνητική απόδοση του Νεραντζή είδα ότι απέδιδε και ο Λεωνίδας, άριστα, κατακάθαρα. Εγώ μπορώ να πω ότι είναι και κληρονομικό, ο πατέρας του είχε άριστη φωνή, πήρε και ο Λεωνίδας αυτό το χάρισμα και είναι όντως ένας από τους καλύτερους ψάλτες στο Αγρίνιο ο Λεωνίδας. Δεχόταν όμως ότι ο Λεωνίδας απέδωσε το δοξαστικό αυτό πολύ ωραία, σαν έμπειρος ακροατής.

… Τον Λουκά τον Σκιαδά άρχισα να τον κάνω παρέα μόλις γύρισε από το στρατιωτικό. Ήταν 26 χρονών τότε περίπου θυμάμαι. Πολλά τα περιστατικά με τον Λουκά, αλλά δεν μπορώ αυτή τη στιγμή να τα θυμηθώ όλα. Μια φορά πήγαινα για κάποιο μνημόσυνο στην Μακρυνεία και είχα βάλει το ραδιόφωνο και είχα πιάσει το Αγρίνιο και εν τω μεταξύ την εποχή εκείνη ο ραδιοφωνικός σταθμός έβαζε τον Άγιο Δημήτριο συχνά, πότε την Αγία Τριάδα, πότε τον Άγιο Δημήτριο, αλλά συνήθως τον Άγιο Δημήτριο. Μου έκανε εντύπωση που βάλαν την Παναγία και άκουσα να λέει τον απόστολο. Σταμάτησα το αυτοκίνητο. Είπε έναν τέτοιο Απόστολο κρυστάλλινο εκείνη την ημέρα, άνοιξα και βγήκα έξω και λέω «Μπράβο Λουκά». Του το είπα το περιστατικό, λέω, γιατί δεν βάζουν την Παναγία που έχει έναν από τους καλύτερους ψάλτες μέσα στο Αγρίνιο ν’ ακούγεται και βάζουν τις άλλες εκκλησίες… Και μου απαντάει «ε, τι να βάλουν, βάζουν εκείνους που αξίζουν». Υποτίμησε τον εαυτό του.

Τμήμα Ειδήσεων
Τμήμα Ειδήσεωνhttps://agriniovoice.gr
Ειδησεογραφία με έμφαση στο Αγρίνιο και την Αιτωλοακαρνανία. Επικαιρότητα, Θέσεις Εργασίας, Παναιτωλικός, Μικρές Αγγελίες. Με την υποστήριξη της Εβδομαδιαίας Εφημερίδας της Αιτωλοακαρνανίας «Αναγγελία».
spot_img

Διαβάστε επίσης: