Σάββατο, 27 Απριλίου, 2024

Ένα κείμενο-μαρτυρία για την Απελευθέρωση του Αγρινίου από τους Γερμανούς

Κοινοποίηση

Ένα κείμενο-μαρτυρία της Αριστέας Παπαθανασίου–Δαμιανίδη, κόρης του απόστρατου αξιωματικού Ιωάννη Παπαθανασίου, ο οποίος ήταν μέλος της επιτροπής που διαπραγματεύθηκε το δίλημμα της εμφύλιας σύγκρουσης ή της αναίμακτης διεξόδου. Η Αριστέα Παπαθανασίου-Δαμιανίδη, συνταξιούχος τραπεζικός υπάλληλος, ήταν τότε νεαρή κοπέλα και αναφέρεται με ιδιαίτερα συγκινητικά λόγια στα γεγονότα και τα βιώματα της μέρας της απελευθέρωσης του Αγρινίου.

14 Σεπτεμβρίου 1944: Η Απελευθέρωση του Αγρίνιου

«Η παρέμβαση των συνετών που απέτρεψε τη σύγκρουση
ή
Ο συμβιβασμός που λείπει από την πολιτική ζωή μας»

Φυλάω μέσα στα χαρτιά μου ένα «Πρωτόκολλο», ένα δίφυλλο δαχτυλογραφημένο από παλιά γραφομηχανή, με οξείες, περισπωμένες, δασείες και ψιλές, ακόμα και υπογεγραμμένες. Είναι ένα κείμενο σε γλώσσα καθαρευουσιάνικη, που θα φαίνεται παράξενο στους σημερινούς νέους, όσο παράξενα και απίστευτα ήταν όλα όσα ζούσαμε στην ηλικία τους: ο πόλεμος, η Κατοχή, η Απελευθέρωση, ο Εμφύλιος… Ανοίγω αυτό το «Πρωτόκολλο» και το διαβάζω μόνη μου, κάθε Σεπτέμβρη τη μέρα του Σταυρού, στις 14. Τέτοια μέρα ήταν, το 1944, που έφυγαν οι Γερμανοί από το Αγρίνιο. Ήταν η μέρα της Απελευθέρωσης. Θα έπρεπε να χορεύουμε στους δρόμους από χαρά, κι αυτό θέλαμε να κάνουμε, αλλά τα πράγματα ήταν πιο περίπλοκα, κι όχι μόνο στο Αγρίνιο.

Υπήρχαν βλέπετε, οι συνεργάτες των Γερμανών κι εκεί, όπως σε κάθε χώρα. Μπορεί να δυσκολεύεται κανείς να το συνειδητοποιήσει σήμερα, τώρα που όλα αυτά είναι παρελθόν, αλλά σε μια κατακτημένη χώρα, όταν η ξένη δύναμη προσπαθεί να επιβληθεί σε κάθε χωριό και κάθε πολιτεία, δεν μπορεί να το κάνει χωρίς να στηριχτεί σε ντόπιους. Στον τόπο μας είχαν σχηματιστεί κάτι ομάδες παραστρατιωτικές, τα λεγάμενα Τάγματα Ασφαλείας, κι είχαν ήδη διακριθεί σε βαρβαρότητα. Οι Γερμανοί είχαν χάσει τον πόλεμο κι ετοιμάζονταν να φύγουν. Αυτοί τι θα γίνονταν; Οι αντάρτες του ΕΛΑΣ είχαν περικυκλώσει την πόλη κι ετοιμάζονταν να την καταλάβουν. Είχαν όπλα κι εκείνοι. Μήπως ετοιμαζόταν καινούργιος πόλεμος μέσα στην πόλη;

Είχαμε ζήσει το φόβο σαν παιδιά, μ’ αυτούς τους ταγματασφαλίτες. Είχαμε το προνόμιο να τους ξέρουμε καλά, είχαν επιτάξει το σπίτι μας, έμεναν μαζί μας. είχαμε το διοικητή τους αναγκαστικά φιλοξενούμενο. Ζούσαμε στις μύτες των ποδιών, έτοιμα να τρέξουμε να κρυφτούμε μόλις ακούγαμε τα βήματά τους, τρέμοντας από φρίκη όποτε αφουγκραζόμασταν τις νυχτερινές τους μετακινήσεις. Αποφάσιζαν εκτελέσεις και σηκώνονταν ξημερώματα για να πάνε να τις κάνουν. Γύρναγαν πρωί και παινεύονταν για τις κτηνώδεις πράξεις τους, μάζευαν κι έκρυβαν όπλα. Τι θα έκαναν τώρα;

Σηκώθηκε ο διοικητής κι έφυγε από το σπίτι μας. Ήθελα να βγω στο δρόμο, να ξεφωνίσω από χαρά, αλλά κάτι με κρατούσε. Μάθαμε ότι είχε αποφασίσει να αντισταθεί με το στρατό του στους αντάρτες. Πήγε και ταμπουρώθηκε στην κεντρική πλατεία, του Μπέλλου, στο σπίτι του Σκαλίγκου. Το γέμισε όπλα. Θα πολεμούσε! Θα καιγόταν το Αγρίνιο…

Μαζεύτηκαν οι πολίτες, οι μεγάλοι, οι επιφανείς, πώς να τους ονομάσω; Τίποτα δεν ήταν, δεν υπήρχαν θεσμοί, είχαν εξευτελιστεί τα πάντα. Αλλά βρέθηκαν δέκα άνθρωποι, ένας δικαστής, ένας δικηγόρος, ένας έμπορος, δυο απόστρατοι αξιωματικοί, ο παπα- Αποστολής, ένας ιερωμένος που τιμούσε το λειτούργημά του, έφτιαξαν μια επιτροπή. Να διαπραγματευτούν, να σώσουν την πόλη τους, να πείσουν τους Ταγματασφαλίτες να παραδοθούν, να πείσουν τους αντάρτες να μην τους πειράξουν…

Ήταν κι ο πατέρας μου στην επιτροπή, ο ένας από τους δύο απόστρατους αξιωματικούς. Ιωάννης Παπαθανασίου, συνταγματάρχης εν αποστρατεία. Έτσι έτυχε κι έχω αυτό το δαχτυλογραφημένο πρωτόκολλο. Το διαβάζω και δακρύζω. Ήταν άνθρωπος, ο πατέρας μου, με παράσημα από πολέμους, με διακρίσεις, με ηρωικές ιστορίες, αλλά όσο περνάνε τα χρόνια τον εκτιμώ περισσότερο για τον μη -πόλεμο αυτό, που κατόρθωσε εκείνη τη μέρα να πετύχει, μαζί με τους άλλους, παρά για όλους τους ηρωισμούς του.

Δεν ήταν καθόλου εύκολο μέσα στην έξαψη των παθών, με τόσους νεκρούς πίσω κι από τις δύο πλευρές, καθώς το αίμα τρέλαινε το αίμα, να κατορθώσουν αυτοί οι άνθρωποι να ηρεμήσουν τα πνεύματα εκατέρωθεν. Οι ταγματασφαλίτες είχαν φυλακίσει κόσμο, είχαν εκτελέσει. Τον τελευταίο καιρό, πριν την ήττα τους, είχαν κάνει τα χειρότερα. Μεγάλη Παρασκευή είχαν κρεμάσει τρεις πατριώτες στην πλατεία, να τους βλέπει ο κόσμος. Πώς θα γινόταν ο συμβιβασμός; Τον κατάφεραν όμως. Το Αγρίνιο μπορεί να είναι περήφανο γι’ αυτό, η παράδοση εξουσίας έγινε χωρίς να χυθεί αίμα.

Βγήκαν οι Ταγματασφαλίτες από το οχυρό τους και παραδόθηκαν, κι ύστερα πια μπήκαν επίσημα οι αντάρτες στο Αγρίνιο. Ξεχύθηκε επιτέλους ο κόσμος στους δρόμους να τους υποδεχθεί, με λουλούδια, με αγκαλιές, με τραγούδια και φιλιά.

Γενειοφόροι, μακρυμάλληδες, πάνω στ’ άλογα, με κόκκινα μαντίλια στο λαιμό, να παρελαύνουν μέσα σ’ ένα παραλήρημα χαράς. Η πόλη μας είχε σωθεί και ήμασταν ελεύθεροι. Δεν θα χρειαζόταν να ζούμε με το φόβο πια, δεν θα ακούγαμε πια τα πολυβόλα των εκτελέσεων το χάραμα. Θα βρίσκαμε ξανά την ανθρώπινη υπόστασή μας.

Ήταν ανήμερα του Σταυρού, 14 Σεπτεμβρίου 1944. Δεν θα την ξεχάσω ποτέ εκείνη τη μέρα. Και κάθε χρόνο τη θυμάμαι μόνη μου. Δε συνηθίζουμε να τιμούμε επίσημα τις επετείους συμβιβασμών και αποφυγής αιματοχυσίας. Τιμάμε την έναρξη του πολέμου, της Επανάστασης. Κι όμως ο συμβιβασμός είναι πιο δύσκολος, είναι πιο πολύτιμος και στις μέρες μας χρειάζεται να αρχίσουμε να τον επανεκτιμούμε.

Τμήμα Ειδήσεων
Τμήμα Ειδήσεωνhttps://agriniovoice.gr
Ειδησεογραφία με έμφαση στο Αγρίνιο και την Αιτωλοακαρνανία. Επικαιρότητα, Θέσεις Εργασίας, Παναιτωλικός, Μικρές Αγγελίες. Με την υποστήριξη της Εβδομαδιαίας Εφημερίδας της Αιτωλοακαρνανίας «Αναγγελία».
spot_img

Διαβάστε επίσης: