Παρασκευή, 3 Μαΐου, 2024

Το τραγούδι της θειάς στο γάμο

Κοινοποίηση

Το 1995 βρέθηκα σ’ ένα γάμο, έξω από το Αγρίνιο. Ήταν μια φίλη που παντρευόταν. Και στο τραπέζι ανάμεσα στα «τίρι – τίρι», κάποιος σταμάτησε το θορυβώδες μαγνητόφωνο, για να τραγουδήσει «η θειά», με το διαβρωμένο από τον καιρό και το μόχθο πρόσωπό της, με τη μαύρη μαντίλα για τον σύντροφο που έχασε χρόνια και χρόνια τώρα πενθεί. Κι εκείνη τραγούδησε το τραγούδι της νύφης: «Μάνα μου τα λουλούδια μου συχνά να τα ποτίζεις». Ήταν το παλιό έθιμο ή μήπως η ανάμνηση του δικού της γάμου;

Μάνα μου, τα λουλούδια μου
συχνά να τα ποτίζεις
μάνα μου γλυκιά
συχνά να τα ποτίζεις
εγώ αφήνω γεια.

Αφήνω γεια στις έμμορφες
και γεια στις μαυρομάτες
μάνα μου γλυκιά
και γεια στις μαυρομάτες
εγώ αφήνω γεια

Η λιτότητα του στίχου αναδεικνύει τον βουβό πόνο της κοπέλας, προδίδει το ανείπωτο άλγος, το θαμμένο πόθο. Η νύφη δεν έχει καμία ελπίδα να διαφύγει από την αρπάγη της μοίρας της. Υπονοείται το προξενιό, ο άγραφος νόμος, στον οποίο υποτάσσεται η κοπέλα, η πατριαρχική οικογένεια, η αδιαφιλονίκητη απόφαση του πατέρα – αφέντη, του άντρα, του πατριάρχη, όλ’ αυτά που δεν είναι πολύ μακριά από το σήμερα, γιατί το έζησαν οι γιαγιάδες και οι μανάδες μας.

Όλος ο κόσμος της νύφης τα λουλούδια της. Παρακαλεί τη μάνα της να τα ποτίζει, να μη μαραθούν όπως αυτή. Είναι η τελευταία αναλαμπή ομορφιάς πριν την απόλυτη υποταγή της στον σύζυγο – αφέντη, είναι σα να τελειώνει η ζωή, μέσα της θάβει κάθε ομορφιά, κάθε μνήμη. Τα λουλούδια και οι φίλες της στη γειτονιά, οι μαυρομάτες. Που κι αυτές θ’ ακολουθήσουν τη δική της μοίρα, αν και θα τους άξιζε ο άλλος αφέντης, ο έρωτας.

Η νύφη χαιρετάει σπαρακτικά τις «έμορφες και τις μαυρομάτες» της γειτονιάς, τις παρέες και τα γέλια τους, τα κοριτσίστικα καμώματα, τις ελπίδες, τα όνειρα.

Ο γάμος γι’ αυτήν δεν είναι μια επιλογή, αλλά ένας προορισμός.

Τελείωσε το τραγούδι της η «θειά» και δεν ντράπηκα ν’ αφήσω δάκρυα να κυλήσουν. Και τρυφέρεψα. Κι αθωώθηκα. Και αγγελώθηκα. Κι άρχισε πάλι το «ντάπα – ντούπα». Το «τίρι – τίρι». Άρχισε πάλι το μαγνητόφωνο, να τραγουδάει «κορμί μου φτιαγμένο από πηλό, κάνεις ό,τι θέλεις το μυαλό». Κι αγρίεψα.

Αναζήτησα μετά τη «θειά» να τη θαυμάσω, να τη λατρέψω για το τραγούδι της. Είχε φύγει. Σα να ήξερε ότι εδώ δεν χωράνε αυτά τα τραγούδια, ούτε αυτές οι μνήμες. Η ανιψιά της παντρεύεται από έρωτα. Δεν έχει θέση ο πόνος. Απλά., μια υπόμνηση, ότι η λύπη μπορεί να δίνει τη σκυτάλη στη χαρά.

Μα εγώ… ήρθα να θαυμάσω τη «θειά». Να μου δώσει αυτόγραφο η «θειά». Να βάζω στην καρδιά μου τη «θειά». Να τη φωτογραφίσω. Να την κάμω αφίσα στο γραφείο μου, στο δωμάτιό μου. Ήταν, έγινε, η αγαπημένη μου τραγουδίστρια, που μ’ ένα στίχο, μ’ ένα σπαρακτικό στίχο, «μάνα μου τα λουλούδια μου, συχνά να τα ποτίζεις» μου ζωντάνευε όλη την Ελληνική ιστορία από τον Τρωικό πόλεμο, τον Όμηρο, μέχρι σήμερα.

Πουθενά όμως η «θειά». Είπε το τραγούδι της κι έφυγε. Ήρθε, μας δρόσισε, μας φτερούγισε κι έφυγε. Μακριά απ’ το βρόντο των «κλαμπατσίμπανων». Μακριά από το «ντάπα – ντούπα».

Από το «τίρι-τίρι». Μακριά από το «μια φορά κι ένα καιρό, μου ’χες πει πως μ’ αγαπούσες, αλλά που να φανταστώ, ότι δεν το εννοούσες». Η «θειά» τράβηξε στο κονάκι της, όπως οι ξεχασμένοι τροβαδούροι κι άφησε εμάς να χορεύουμε στον ήχο των φραμπαλοαδερφιστικοχαζοβιολικοαγαθομουνικοανατολιτικοαμπελοφιλοσοφικών ασμάτων.

Η «θεια» αποσύρθηκε στα δώματά της σαν αρχαία βασίλισσα.

Η θειά. Η θεά!

Παντελής Φλωρόπουλος

Τμήμα Ειδήσεων
Τμήμα Ειδήσεωνhttps://agriniovoice.gr
Ειδησεογραφία με έμφαση στο Αγρίνιο και την Αιτωλοακαρνανία. Επικαιρότητα, Θέσεις Εργασίας, Παναιτωλικός, Μικρές Αγγελίες. Με την υποστήριξη της Εβδομαδιαίας Εφημερίδας της Αιτωλοακαρνανίας «Αναγγελία».
spot_img

Διαβάστε επίσης: