Για αδυναμία του Νοσοκομείου να αντιμετωπίσει επαρκώς το νέο του ρόλο κάνει λόγο η Ένωση Ιατρών Νοσοκομείων Αιτωλοακαρνανίας
Ως «δεδομένη» θεωρεί η Ένωση Ιατρών Νοσοκομείων Νομού Αιτωλοακαρνανίας (ΕΙΝΝΑ) την αδυναμία του Νοσοκομείου Αγρινίου να αντιμετωπίσει επαρκώς το νέο του ρόλο ως νοσοκομείο αναφοράς για κορωνοϊό.
Η Ένωση τονίζει ότι «παρά τα σαφή και αιτιολογημένα αιτήματα που διατυπώσαμε προκειμένου να στελεχωθεί το Νοσοκομείο με το ελάχιστο απαραίτητο προσωπικό για την λειτουργία του ως Νοσοκομείο διαλογής και την πλήρη λειτουργία της ΜΕΘ, δεν έγινε πρακτικά τίποτα» και αναρωτιέται πώς το Νοσοκομείο θα λειτουργήσει με την ίδια στελέχωση ως νοσοκομείο αναφοράς.
Αναλυτικά η ανακοίνωση της Ένωσης Ιατρών Νοσοκομείων Αιτωλοακαρνανίας:
Μετά τα θετικά αποτελέσματα της “διαχείρισης” του πρώτου κύματος της πανδημίας , αποφασίστηκε η σχεδόν πλήρης άρση των μέτρων του γενικευμένου lockdown , περισσότερο με κοινωνικά-οικονομικά κριτήρια και λιγότερο με αυστηρά επιδημιολογικά δεδομένα
Όμως αποδείχτηκε πολύ αισιόδοξη και ο ιός έκανε πάλι αισθητή την παρουσία του σε παγκόσμιο επίπεδο, το ίδιο επικίνδυνος. Έτσι πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων και η δική μας, αναθεωρούν την στρατηγική τους και οδηγούνται στην λήψη νέων μέτρων.
Είναι πλέον σαφές ότι η αντιμετώπισή απαιτεί όσο ποτέ, υπευθυνότητα τόσο από μέρους των πολιτών αλλά και κυρίως από την πλευρά της πολιτείας. Το ερώτημα που προκύπτει τώρα είναι πόσο έτοιμοι είμαστε για την νέα αυτή πραγματικότητα ή για αυτή που πολύ πιθανόν θα διαμορφωθεί τους επόμενους μήνες.
Ήταν σαφές ότι η πανδημία βρήκε απροετοίμαστη την παγκόσμια υγειονομική κοινότητα και το γενικευμένο lockdown αποδείχθηκε μονόδρομος. Βασικός στόχος του lockdown ήταν το κέρδος σε ασθενείς και σε χρόνο, προκειμένου τα Συστήματα Υγείας, αφενός να προστατευτούν από κατάρρευση και αφετέρου να προλάβουν να στελεχωθούν για να ανταποκριθούν σε ένα δεύτερο κύμα.
Το ερώτημα είναι αν πετύχαμε αυτούς τους στόχους.
Ο πρώτος στόχος σαφώς και ναι. Η νοσηρότητα του πληθυσμού έμεινε σε πολύ χαμηλά επίπεδα, το σύστημα υγείας δεν φορτώθηκε και κερδίσαμε τον απαραίτητο χρόνο για να το ενισχύσουμε.
Στην αξιοποίηση αυτού του χρόνου δεν τα πήγαμε καθόλου καλά. ΟΙ γιατροί του ΕΣΥ γνωρίζαμε την κατάσταση υποστελέχωσης του συστήματος υγείας και την αδυναμία του να αντιμετωπίσει το κύμα πανδημίας. Από την αρχή είχαμε συγκεκριμένες προτάσεις για την στελέχωση και ενίσχυση του.
Κύριο αίτημα η άμεση κάλυψη των κενών οργανικών θέσεων, με προτεραιότητα την στελέχωση των ΜΕΘ και αύξηση των κλινών και των ειδικοτήτων πρώτης γραμμής. Η κάλυψη των κενών οργανικών θέσεων, 5000 θέσεις συνολικά, είναι απαραίτητη για την στοιχειώδη ενίσχυση του ΕΣΥ, ανεξάρτητα με την παρουσία της πανδημίας.
Αντί γι’ αυτό έγιναν μόνο 430 τοποθετήσεις επικουρικών γιατρών και αναπτύχθηκαν περίπου 160 νέες κλίνες ΜΕΘ κάποιες από αυτές με “δανεικό” προσωπικό μετακινημένο από αλλά τμήματα ή νοσοκομεία.
Οι 3500 προσλήψεις του άκρως απαραίτητου λοιπού προσωπικού είναι αυτονόητο ότι δεν υποκαθιστούν τις συνεχιζόμενες ελλείψεις σε ιατρικό προσωπικό.
Στην Ν. Μ. Αγρινίου, παρά τα σαφή και αιτιολογημένα αιτήματα που διατυπώσαμε προκειμένου να στελεχωθεί το Νοσοκομείο με το ελάχιστο απαραίτητο προσωπικό για την λειτουργία του ως Νοσοκομείο διαλογής και την πλήρη λειτουργία της ΜΕΘ, δεν έγινε πρακτικά τίποτα. Από δε τις μόλις 82 οργανικές θέσεις που προκηρύχθηκαν πριν ένα μήνα σε πανελλαδικό επίπεδο (26 στην 6η ΥΠΕ) καμία θέση δεν πήγε στην Ν.Μ. Αγρινίου.
Αποκορύφωμα όλων, με μια απλή εντολή, το Νοσοκομείο Αγρινίου “έγινε” νέο Νοσοκομείο αναφοράς για την 6η ΥΠΕ (μαζί με το Νοσοκομείο Καλαμάτας) και δεσμεύονται και κλίνες ΜΕΘ για τους ασθενείς του Covid 19.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι πως ένα Νοσοκομείο, που με την στελέχωση των ειδικοτήτων πρώτης γραμμής που διέθετε, με δυσκολία ανταποκρινόταν στο ρόλο του ως Νοσοκομείο διαλογής, πώς θα λειτουργήσει με την ίδια στελέχωση ως νοσοκομείο αναφοράς;
Και ταυτόχρονα θα αντιμετωπίσει επαρκώς και την λοιπή νοσηρότητα, η οποία δεν θα σταματήσει να τρέχει.
Είναι δεδομένη η αδυναμία του να ανταποκριθεί στο νέο του ρόλο με το υπάρχον ιατρικό δυναμικό.
Το σημαντικό κέρδος χρόνου από το πρώτο κύμα χάθηκε και τώρα γίνεται προσπάθεια να καλυφθεί όπως-όπως ασκώντας πίεση στο Σύστημα Υγείας, που αδυνατεί να αντέξει.
Αυτοσχέδιες λύσεις της τελευταίας στιγμής που πιθανόν να “ανακαλυφθούν” και να προταθούν, για προφανείς λόγους μόνο πρόχειρες και αμφιβόλου αποτελεσματικότητας μπορούν να χαρακτηριστούν, ειδικά τώρα που υπήρχε ο χρόνος για ουσιαστικές και αξιόπιστες λύσεις.
Οι Δομές Υγείας σε τέτοιες πιεστικές καταστάσεις πρέπει να έχουν γνώση της ευθύνης τους και να ανταποκρίνονται στον ρόλο τους.
Αποδείξαμε ότι ξέρουμε να το κάνουμε όποτε χρειαστεί.
Όμως, απαιτούμε από την πολιτεία να αντιληφθεί ότι με τα αιτήματά μας στοχεύουμε στην στελέχωση του Νοσοκομείου προκειμένου να μπορεί να ανταποκριθεί στο ρόλο του και να προσφέρει ασφαλείς, επαρκείς και υψηλού επιστημονικού επιπέδου υπηρεσίες υγείας είτε στους ασθενείς του Covid 19 που θα προκύψουν, είτε στους υπόλοιπους ασθενείς, χωρίς να μπαίνει σε κίνδυνο η ασφάλεια των ασθενών και των εργαζομένων.
Το ζητούμενο δεν είναι το Νοσοκομείο Αγρινίου να είναι νοσοκομείο αναφοράς ανάγκης ή να προφασιστεί τις ελλείψεις του για να αποποιηθεί τον ρόλο του. Είναι να γίνει νοσοκομείο αναφοράς ουσίας και να μπορεί να ανταποκριθεί πλήρως, καλύπτοντας ταυτόχρονα και τον ρόλο του στην λοιπή νοσηρότητα.
Τέλος, οι πολίτες οφείλουν να προστατεύσουν τους ευαίσθητους χώρους των Νοσοκομείων και το κοινωνικό σύνολο γενικότερα ακολουθώντας τις οδηγίες της επιστημονικής κοινότητας και διατηρώντας την υπεύθυνη συμπεριφορά των πρώτων μηνών.
Ανεύθυνη και αντικοινωνική συμπεριφορά, ιδεοληψίες ανορθολογισμοί και αντιεπιστημονικές προσεγγίσεις, που αποπροσανατολίζουν από το πραγματικό πρόβλημα δεν έχουν θέση στην διαχείριση και στην αντιμετώπιση μίας κρίσης από υπεύθυνους πολίτες του 21ο αιώνα.
Όλοι πρέπει να καταλάβουμε, με πρώτη την πολιτεία, ότι τίποτα δεν έχει τελειώσει ακόμα.