Μια από τις ωραιότερες απολαύσεις των ημερών αυτών είναι να βλέπεις όρθια κι επαναστατική την ευαισθησία της τοπικής κοινωνίας για τη λίμνη Τριχωνίδα, η βιολογική ισορροπία της οποίας απειλείται από το μεγάλο έργο αντλησιοταμίευσης που θέλει να κατασκευάσει η Εταιρεία TERNA στα όρια του Δήμου Θέρμου.
Πέρασε πολύς καιρός από την εποχή που η κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη (αρχές δεκαετίας του ’90) ήθελε το νερό της λίμνης για ύδρευση της Αθήνας. Το γλιτώσαμε τότε, γιατί πάνω εκεί που άρχισαν τα έργα, έβρεξε και το πρόβλημα (πρόσκαιρα) λύθηκε.
Όλο αυτόν τον καιρό, τριάντα τόσα χρόνια, κάποιοι άνθρωποι (λιγοστοί) φωνάζαμε όσο μπορούσαμε για τα προβλήματά της λίμνης, χωρίς όμως να συγκινούμε ποτέ κανέναν, ούτε πολίτη, ούτε Φορέα. Οπότε, αυτές τις ημέρες, απολαμβάνουμε ένα κύμα προσωπικών και συλλογικών ευαισθησιών για τη μεγαλύτερη λίμνη της Ελλάδας.
Τι συνέβη; Γιατί και πώς μετεστράφη τόσο απολαυστικά όλος αυτός ο κόσμος; Τα περιβαλλοντικά ή, αν θες, τα οικολογικά προβλήματα της λίμνης ήταν – είναι δηλαδή – πολλά, ελάχιστοι όμως τα έθεταν κι ακόμα πιο ελάχιστοι τα σχολίαζαν. Ούτε τώρα δηλαδή τα θέτουν, αλλά, τουλάχιστον, ασχολούνται με το μείζον: Ένα έργο αντλησιοταμίευσης μπορεί να συνεισφέρει στην παραγωγή ενέργειας που τόσο επιτακτικά έχουμε ανάγκη, μπορεί όμως να επιφέρει και ανεπανόρθωτη ζημιά στη λίμνη. Επ’ αυτού, πρέπει να κάνουμε μια επιλογή.
Μέχρι να καταλήξει ο έντονος – διαδικτυακός κυρίως – διάλογος που άνοιξε, ας δούμε συνοπτικά μερικά προβλήματα της Τριχωνίδας, στα οποία η τοπική κοινωνία που τώρα (ευλόγως) ξεσηκώθηκε, δεν είχε δώσει ποτέ σημασία.
Ένα από αυτά είναι οι “πόρτες”. Κατασκευάστηκαν στ’ Αμπάρια Παναιτωλίου την περίοδο της επταετούς δικτατορίας για να μετατρέψουν τη λίμνη σε αποθήκη νερού. Πέτυχαν έτσι άνοδο της στάθμης και το νερό – που με τον τρόπο αυτό εξασφάλισαν – το διοχετεύουν μέσω σήραγγας στον κάμπο του Μεσολογγίου.
Η άνοδος της στάθμης δεν αποτέλεσε πρόβλημα. Έγινε όμως πρόβλημα (και παραμένει, εδώ και πενήντα τόσα χρόνια) ότι τα ψάρια της Τριχωνίδας – εδώ και χιλιάδες χρόνια – κατέβαιναν στην Λυσιμαχία να γεννήσουν και ο γόνος από την Λυσιμαχία ανέβαινε στην Τριχωνίδα για να μεγαλώσει. Οι παλιοί ψαράδες είχαν ένα αγαπημένο σλόγκαν – παρακαταθήκη που έλεγε: “Η Λυσιμαχία γεννά και η Τριχωνίδα θρέφει”.
Ήταν τόσο μεγάλη η ιχθυοπαραγωγή που στην διάρκεια του προηγούμενου αιώνα γύρω από τη λίμνη ζούσαν από το ψάρεμα τριακόσια νοικοκυριά. Με άλλα λόγια, η Τριχωνίδα ήταν ένα “ζωντανό εργοστάσιο” που εξασφάλιζε 300 (τουλάχιστον) θέσεις εργασίας. Άσε που την περίοδο της Γερμανικής κατοχής (και της πείνας) η Τριχωνίδα έθρεψε όλα τα παρατριχώνια χωριά, μαζί και το αντάρτικο, έσωσε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους από την πείνα.
Τίποτε απ’ αυτά δεν θυμάται κανείς σήμερα! Και να μη μιλήσουμε τώρα για τα λύματα των ελαιοτριβείων που έπεφταν και πέφτουν στη λίμνη, ούτε που μπαζώνονται οι καλαμιώνες και γίνονται οικόπεδα, αδιαφορώντας για το καλάμι που καθαρίζει το νερό της λίμνης σαν φίλτρο, αφού “ρουφάει” τα υπολείμματα των λιπασμάτων που καταλήγουν σε αυτήν από τις καλλιέργειες ολόγυρά της, με άλλα λόγια την προστατεύει από υπερτροφίες και άλλα παρεπόμενα.
Λοιπόν, σε τι ακριβώς συνίσταται αυτή η (δίκαιη κατά τ’ άλλα) εξέγερση, όταν οι ίδιοι άνθρωποι κώφευαν πενήντα τόσα χρόνια; Φταίει μήπως που η TERNA θέλει το έργο για το κέρδος και, όπου εμείς ακούμε κέρδος, βγάζουμε φλύκταινες; Ίσως.
Όπως όμως και νά ’χει, αν θέλει ο Τριχώνιος να συμβάλλει στην σωτηρία της Τριχωνίδας, καλά θα κάνει να την αγαπήσει. Όποιος την αγαπάει πραγματικά, κλείνει τ’ αυτιά του σε αντισταθμιστικά οφέλη.