Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΓΕΜΗ, 63.000 νέες επιχειρήσεις έκαναν έναρξη σε όλη τη χώρα το 2024. Από αυτές, 9.500 είναι καφέ / εστιατόρια και μόλις 2.500 μεταποιητικές. Ο τομέας που θα μπορούσε να δώσει προστιθέμενη αξία στα αγροδιατροφικά προϊόντα, που δεν προσλαμβάνει μόνο ανειδίκευτους εργάτες, αλλά και επιστημονικό προσωπικό, είναι τελευταίος στις ενάρξεις νέων επιχειρήσεων.
Από μόνο του αυτό αποκαλύπτει την ανίατη, όπως φαίνεται, μακρά παθογένεια της χώρας. Ο τομέας δηλαδή που θ’ αξιοποιούσε τα γεωργικά και τα κτηνοτροφικά προϊόντα της Ελλάδας, θα τους έδινε υπεραξία και, με όρους οικονομίας, προστιθέμενη αξία, ο πιο κρίσιμος τομέας της εθνικής οικονομίας είναι καχεκτικός, υπολειτουργεί, πάσχει από ατροφία.
Ο καθηγητής Οικονομικής Επιστήμης στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και Υπουργός Οικονομικών επί κυβερνήσεως Καραμανλή (2004 – 2009) Γιώργος Αλογοσκούφης σε πρόσφατη τηλεοπτική εμφάνιση υποστήριξε ότι… δεν χρειάζεται να κάνουμε τίποτε για τον πρωτογενή τομέα. “Δεν τον πετάμε”, είπε χαρακτηριστικά, “αλλά το κλειδί για την Οικονομία είναι ο δευτερογενής τομέας”.
Εντάξει. Αλλά ο Γιώργος Αλογοσκούφης ξεχνά το απλούστερο, ότι, για να υπάρξει μεταποίηση αγροτικών προϊόντων στον δευτερογενή τομέα, πρέπει να υπάρχουν προϊόντα στον πρωτογενή τομέα. Αλλιώς… τι θα μεταποιήσει ο δευτερογενής; Μπαρμπούτσαλα;
Η γνώμη του πρώην Υπουργού (ο οποίος παρεμπιπτόντως “την έκανε με ελαφρά πηδηματάκια” το 2009, όταν είδε τη λαίλαπα των μνημονίων που ερχόταν) η επιστημονική γνώμη του που διατυπώνεται το 2024 και μάλιστα μετά το μέγιστο εθνικό στραπάτσο (από το οποίο ο ίδιος διασώθηκε) η θεωρία του να πεις, απηχεί την Οικονομική θεωρία της δεκαετίας του ’80, η οποία έδινε βάση στον δευτερογενή τομέα, επειδή (όπως έλεγαν και τότε οι Αλογοσκούφηδες) παράγει προστιθέμενη αξία, μετρήσιμα δηλαδή αποτελέσματα σε ό,τι αφορά τα φορολογικά έσοδα του κράτους. Καλά έλεγαν, περιφρονούσαν όμως τον πρωτογενή, γιατί έπαιρναν ως επιστημονικό δεδομένο ότι… δεν παράγει προστιθέμενη αξία. Το έκαναν αυτό, επειδή, τότε, τα αγροτικά προϊόντα διακινούνταν χύμα. Κι αντί να θέσουν ζήτημα τυποποίησης, ώστε να λυθεί το πρόβλημα, έριχναν όλη την προσοχή τους στον δευτερογενή και… ξεμπέρδευαν!
Θύμα εκείνης της ανάπηρης θεωρίας, αλλά και της νέας όπως φαίνεται, ήταν και παραμένει ο πρωτογενής τομέας που εξ αιτίας εκείνων των θέσεων φυσικά συρρικνώθηκε κι αφού πέρασε τα πάνδεινα, έφτασε τώρα να παραπαίει.
Περάσαμε τόσα, πάθαμε τόσα, πέρασαν δεκαετίες από τότε που έβγαλε το πανεπιστήμιο ο Αλογοσκούφης, αλλά μυαλό οι επιστήμονες των Οικονομικών δεν έβαλαν. Δεξιοί και σοσιαλιστές αντάμα συνεχίζουν να μασούν την οπισθοδρομική εκείνη τσιχλόφουσκα που υπονόμευσε την αγροτική παραγωγή της χώρας. Αντί η χώρα να κατασκευάσει εργαλεία για να γίνουν μετρήσιμα τ’ αποτελέσματα του πρωτογενούς τομέα, να παράγουν δηλαδή προστιθέμενη αξία που έλεγαν οι λογιστές, τον αφήσαμε στην τύχη του, για να δώσουμε σημασία, λέει, στον δευτερογενή. Σα να λέμε ότι “βάλαμε το κάρο πριν από το άλογο”.
Σ’ αυτό το καθυστερημένο πνεύμα οφείλονται και τα πρόσφατα μέτρα του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών για την φορολόγηση του ελαιολάδου που πωλείται σε τενεκέδες. Έγινε σάλος και “τα μαζέψανε”, η αντίληψη όμως των τεχνοκρατών δεν παύει ν’ απηχεί οπισθοδρομικές και βεβαίως αναποτελεσματικές οικονομικές θεωρίες του απολιθωμένου παρελθόντος. Αλλά έτσι δεν πάμε μπροστά.
Η αγροτική παραγωγή χρειάζεται νέα νομοθεσία που θα προβλέπει μετατροπή των Συνεταιρισμών σε Ανώνυμες Εταιρείες, μέτοχοι των οποίων θα είναι οι ίδιοι οι παραγωγοί. Αυτές θ’ αναλάβουν το έργο ενοποίησης του πρωτογενούς και του δευτερογενούς τομέα. Ο παλιός αυτός τεχνοκρατικός διαχωρισμός παράγει νομικά και άλλα προβλήματα, έγινε θηλιά στο λαιμό της εθνικής αγροτικής Οικονομίας γιατί βλέπει “αλλού τον παπά κι αλλού τα ράσα” του.