Την άνοιξη του 1996 ο υπογράφων (εκδότης τότε του «αραμπά») έπεισε τον αείμνηστο Γιάννη Καραμητσόπουλο, εκδότη του «Ίβυκου» και φίλο, να μετατρέψει τη μέχρι τότε λογοτεχνική του εφημερίδα σε περιοδικό. Όπως αποτυπώνεται στην ταυτότητα του περιοδικού, επιμελήθηκε ο ίδιος τις δύο πρώτες εκδόσεις του νέου «Ίβυκου» και βοήθησε έτσι καθοριστικά στη μεταμόρφωσή του.
Το σημείωμα της 14ης έκδοσης του «Ίβυκου» (και 1ης με τη νέα του μορφή) ήταν του υπογράφοντος – επιμελητή τότε της έκδοσης, όπως καταμαρτυρά και το γνωστό ύφος γραφής, αν και δημοσιεύτηκε με την ένδειξη της διεύθυνσης του περιοδικού.
Έχει μια ιδιαίτερη σημασία να θυμίσουμε εκείνο το κείμενο:
“Η μεταμόρφωση έχει κάτι το μαγικό. Είναι μαγεία. Συναντάται στους λαϊκούς θρύλους και στα παραμύθια, είναι το θελκτικότερο στοιχείο της αφήγησης. Και πού να θυμηθούμε την Μυθολογία μας! Αλλά και την ίδια τη ζωή. Την κάμπια που γίνεται πεταλούδα. Και τον Όμηρο: Τους συντρόφους του Οδυσσέα που η Κίρκη τους μεταμορφώνει σε γουρουνάκια.
Ο «Ίβυκος»; Να μη μεταμορφωθεί ο «Ίβυκος»; Να μη βάλει τα καλά του και να μη βγει φρεσκολουσμένος στο πανηγύρι;
Μοιάζει ερινύα ο φόβος της μεταλλαγής, της μεταμόρφωσης, όταν η αντίληψη να μένει ένα έντυπο στην ίδια μορφή, αποτελεί μία στερεότυπη πρακτική. Αλλά τίποτα πιο κοντά ή μέσα στη ζωή δε βρίσκεται από την αλλαγή και τη μεταμόρφωση. Ο ίδιος ο άνθρωπος υπόκειται στις μεταμορφώσεις των ηλικιών, αλλά και η ψυχή από ζωή σε ζωή αλλάζει μορφές, όπως οι μάγοι των παραμυθιών από στιγμή σε στιγμή. Λοιπόν ματαίως αιτιολογούμε. Δεν έχουμε παρά να συναντήσουμε τη μυστική γνώση του συλλογικού εαυτού κι εκεί να σιωπήσουμε, να γλυκαθούμε στην ηδονή της άλεκτης αλήθειας και να γευτούμε σαν ώριμο κεράσι την ανανέωση, την άνοιξη και την εφημερίδα που μεταμορφώθηκε σε περιοδικό…”.
Αυτά τα πραγματικά (ίσως και ιστορικά) ως απολύτως αναγκαία απάντηση στην επίκριση ότι ο εκδότης του «Τυμπάνου» έπρεπε (για το σχήμα και τη μορφή) να πάρει ως υπόδειγμα τον «Ίβυκο». Ξέχασαν προφανώς οι επικριτές ότι ο «Ίβυκος» είχε ξεκινήσει ως εφημερίδα, όπως ξεκινάει και το «Τύμπανο», μόνο που τότε ήταν «καλές εποχές», ενώ τώρα οι εποχές είναι κάκιστες. Το λένε, γιατί δε γνωρίζουν ίσως ότι: Η μεταμόρφωση του «Ίβυκου» σε περιοδικό ήταν πρόταση, αλλά και έμπρακτη εργασία και στήριξη του υπογράφοντος. Άρα για το πώς πρέπει να είναι ένα λογοτεχνικό περιοδικό, γνωρίζουν καλύτερα αυτοί που αναλαμβάνουν την πρωτοβουλία και την ευθύνη του.
Θα μπορούσαμε να πούμε πολλά πάνω στο ζήτημα, θα περιοριστούμε όμως σε ένα: Η έκδοση ενός λογοτεχνικού περιοδικού σήμερα, στην καρδιά της οικονομικής κρίσης, δεν αφορά τις γνώσεις στην κατασκευή του, ούτε κάποιο πείσμα ή εμμονή, αλλά τη σύνεση. Κυρίως είναι ΑΝΤΙΔΟΤΟ στην ερημιά που πλακώνει τις ψυχές όλων μας. Είναι μία αντίσταση στην παραίτηση. Αυτό. Μόνο αυτό. Τα φύκια και οι μεταξωτές κορδέλες, όπως και οι παχιές κουβέντες, ανήκουν σε μια εποχή που έφυγε ανεπιστρεπτί.
Τύμπανο 2 / Μάρτιος 2013