Η Ελένη με τον άντρα της τον Θανάση πήραν τα δυο τους παιδιά μια ηλιόλουστη μέρα να πάνε βόλτα. Ο Θανάσης κρατούσε το μικρό του γιο από το χεράκι και η Ελένη τον μεγάλο, τον Δημήτρη.
Προχωρούσαν στο πεζοδρόμιο τα παιδιά, ήταν χαρούμενα και χοροπηδούσαν. Κάποια στιγμή μπροστά τους περπατούσε ένα νεαρό ζευγάρι, κρατούσαν ο ένας το χέρι του άλλου.
Ο Δημήτρης που όλα τα προσέχει, λέει στη μαμά του:
– Μαμά… γιατί αυτοί κρατιούνται χεράκι – χεράκι ενώ είναι μεγάλοι;
– Είναι ερωτευμένοι αγόρι μου, γι’ αυτό κρατιούνται από το χεράκι…
– Εσύ μαμά, δεν είσαι ερωτευμένη με το μπαμπά;
– Είμαι αγόρι μου, φυσικά και είμαι…
– Τότε, μαμά, γιατί δεν κρατιέστε χεράκι – χεράκι;
– Γιατί αγάπη μου, εγώ κρατώ το δικό σου χεράκι κι ο μπαμπάς κρατάει το χεράκι του αδερφού σου. Γι’ αυτό.