Αν η αντιπολίτευση θέλει να βρει μια θέση στον πολιτικό ήλιο, πρέπει να βρει άλλα εργαλεία για να το πετύχει. Οι “συναισθηματικές διαδηλώσεις” στις οποίες επιδίδεται, δεν είναι ο καλύτερος τρόπος. Το ΠαΣοΚ που, μετά την αυτοσυντριβή του ΣΥΡΙΖΑ, έγινε “από το πουθενά” αξιωματική αντιπολίτευση κι ετοιμάζεται να διεκδικήσει την εξουσία από τη Νέα Δημοκρατία που κυβερνά, δεν του αρκούν τα γνωστά και χρεοκοπημένα εργαλεία του ιστορικού παρελθόντος για να συγκινηθεί ο λαός και να το ψηφίσει στις εκλογές του 2027. Χρειάζεται ρεαλιστικές θέσεις που θα δίνουν εφικτή λύση σε πολύ συγκεκριμένα προβλήματα που χρονίζουν.
Εν ολίγοις, από τη ρητορική των κομμάτων, όλων των κομμάτων, τεκμαίρεται ότι η πολιτική τη σήμερον ημέρα εξαντλείται στις κορόνες και, βεβαίως, στις συνακόλουθες εντυπώσεις. Είναι μια πολιτική του φαίνεσθαι ή, αλλιώς, μια πολιτική εικόνας. Η ουσία – και συνεπώς, η αλήθεια – είναι αδιάφορη έως περιττή. Όταν μπει στο τραπέζι, αν μπει, θα μπει ως άλλοθι, μια απλή επικάλυψη των πραγματικών και βεβαίως άδηλων προθέσεων.
Από μόνο του αυτό αποδεικνύει ότι ο σύγχρονος πολιτικός λόγος είναι αφόρητα ρηχός, ως τέτοιος δε, αναποτελεσματικός. Οι κυβερνήσεις ανεβαίνουν και πέφτουν, όχι για λόγους ουσίας, αλλά για λόγους εντύπωσης ή απλού κοινού αισθήματος. Εξ ου και οι “συναισθηματικές διαδηλώσεις” που είπαμε στην αρχή.
Το χειρότερο που μπορούμε να προσφέρουμε στην κοινωνία, είναι να μετατρέψουμε το μαζικό συναίσθημα σε πηγή πολιτικών θέσεων και ιδεών. Το μαζικό συναίσθημα δεν στηρίχτηκε ποτέ, δε μπορεί δηλαδή να στηριχτεί σε λογική επεξεργασία ή σε παράθεση δεδομένων, φτάνει που το άτομο είναι μέλος της αγέλης και η αγέλη, ως γνωστόν, χρειάζεται έναν τσοπάνη για να δράσει, δε μπορεί χωρίς καθοδήγηση. Πάνω σ’ αυτή την αρχή ο Κάρολος Μαρξ επινόησε την πεφωτισμένη πρωτοπορία, το Κομμουνιστικό κόμμα, το οποίο ανέλαβε ρόλο καθοδηγητή της ακατέργαστης Εργατικής Τάξης. Αντίστοιχο ρόλο είχε στην Ιστορία (και έχει) η πεφωτισμένη Εκκλησία που καθοδηγεί τους πιστούς με έπαθλο της πίστης τους τον παράδεισο.
Οι πρόθυμοι τσοπάνηδες της αγέλης υπήρχαν πάντα και δεν θα λείψουν ποτέ. Άλλοτε με το χρίσμα του ιερωμένου, άλλοτε με την μονολιθική ελίτ του κόμματος, αναλαμβάνουν να καθοδηγήσουν τη μάζα στην επίτευξη των σκοπών, που, βεβαίως, είναι σκοποί εξουσίας, δεν είναι κάτι άλλο.
Τελευταία όμως, το ρόλο αυτό δεν τον σηκώνει ούτε η Εκκλησία, ούτε το κόμμα, αλλά ο ηγέτης, το πρόσωπο, η προσωπικότητα. Η εξέλιξη αυτή διαφεύγει από τα ραντάρ αντίληψης του πολίτη και ακολουθεί τυφλά έναν λαοπλάνο με τον ίδιο τρόπο που ακολουθούσε κάποτε την Εκκλησία ή το κόμμα. Όμως αυτό γεννά μία νέα πραγματικότητα, η οποία εκτρέφει παχυντικά τους επιτήδειους και τους αναγορεύει σε σωτήρες. Κορυφαία έκφραση του νέου φαινομένου η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην Προεδρία των ΗΠΑ, της ισχυρότερης χώρας του κόσμου.
Η επιτυχία του Τραμπ στην Αμερική θα ενεργοποιήσει ανάλογες διαδρομές και σε άλλες χώρες του Βορείου ημισφαιρίου. Η δομική αντίφαση του φαινομένου (να ψηφίζεται μαζικά ως αντισυστημικός ένας δισεκατομυριούχος επιχειρηματίας, το πιο γνήσιο δείγμα του συστήματος) μοιάζει να μην υπολογίζεται από τη λαϊκή μάζα.
Το νέο πρόβλημα είναι μακράν μεγαλύτερο εκείνου που ο Τραμπ κλήθηκε από το λαό να επιλύσει. Ο κόσμος τώρα μοιάζει να αιωρείται, δεν διαφέρει από το μπαλόνι που, γεμάτο αέρα, σηκώνεται από το έδαφος και ίπταται, πάει όπου φυσά ο άνεμος. Το χειρότερο είναι ότι κανείς δεν κρατάει τον κόσμο με την κλωστή που, εν ανάγκη, θα προσγείωνε το μπαλόνι. Άρα δεν απέχουμε πολύ από τη μέρα που ο κόσμος θα χαθεί στο διάστημα…