Η αθλητική δημοσιογραφία υπήρξε τροφός της δημοσιογραφίας. Οι περισσότεροι από τους μεγάλους δημοσιογράφους του παρελθόντος έκαμαν τα πρώτα τους βήματα σε αυτήν. Ανέκαθεν οι αθλητικοί συντάκτες ήταν οι καλύτεροι όλων, επειδή η ίδια η δουλειά γινόταν δασκάλα της γραφής τους, απαιτούσε με αναντίρρητο, δηλαδή με φυσικό τρόπο την τέλεια εφαρμογή του κλασικού “πού, πώς, πότε, ποιος, γιατί”.
Δεν είν’ έτσι τώρα. Και είναι αφάνταστα λυπηρό. Απόδειξη ένα ρεπορτάζ του Αυγούστου για την ποδοσφαιρική ομάδα της ΑΕΚ που δημοσιεύτηκε σε ένα από τα μεγαλύτερα αθλητικά sites. Ναι, στο μεγαλύτερο, όχι σε κάνα τοπικό, όπου θα μπορούσες να το δικαιολογήσεις… Παραθέτω αυτούσιο ένα απόσπασμα ως πρόκληση για κάθε αναγνώστη να εντοπίσει το πρόβλημα, πριν (ο συντάκτης) του δώσει “τα μυαλά στα χέρια”. Γράφει, επί λέξει:
“Στη γειτονική χώρα έχουν ενοχλήσει έως τώρα την Ένωση με κρούσεις για δανεισμό αρχικά και κάποιοι θέτουν και όψιόν αγορές, ή συζητούν και δείχνουν πρόθυμες να το πράξουν! Φαίνεται όμως με τα δεδομένα ενόψει ρεβάνς με την Άντερλεχτ στο ρόστερ της ΑΕΚ να είναι ανέφικτο ακόμη και σούπερ προσφορά να δεχθεί η ομάδα να παραχωρήσει τον μοναδικό διαθέσιμο φορ από την Αϊτή για το ματς με τους Βέλγους. Θα ήταν πιο εύκολο αν ερχόταν κάτι για τον Μαρσιάλ και με χρήματα, προφανώς στον Δικέφαλο θα είχαν μεγαλύτερη ευκολία να ανάψουν το πράσινο φως (επαναλαμβάνω αντί κάποιου ποσού αφού δεν αρκεί να γλιτώσει τα 3.5 εκατ ευρώ που δίνει ετησίως στον Γάλλο). Ωστόσο δεν είναι μόνο ο φορ και το ενδεχόμενο του Ντέσερς αφού στην ΑΕΚ παραμένει ορθάνοιχτο το θέμα του αμυντικού μέσου που μοιάζει μεγαλύτερη ανάγκη για το σχέδιο του Νίκολιτς”.
Έτσι που λέτε, παιδιά! Ναι, ναι. Αυτό το κείμενο δημοσιεύτηκε σε ένα από τα μεγαλύτερα sites της χώρας. Δεν είναι απλό πράμα! Η Ελλάδα δε φθίνει μόνο επειδή οι πολιτικοί της “δε μπορούν να μοιράσουν δυο γαϊδουριών άχυρα”, ούτε μόνο επειδή οι θάνατοι είναι διπλάσιοι από τις γεννήσεις ετησίως. Η Ελλάδα χάνεται επειδή οι κάτοικοι αυτής της χώρας, οι επαγγελματίες δημοσιογράφοι – οι νέοι της, ναι – δε μπορούν να εκφραστούν, δε μπορούν να σταυρώσουν δύο αράδες χωρίς να τρελάνουν τον αναγνώστη.
Και, καλά, ο εν λόγω συντάκτης του site δε μπορεί να εκφραστεί. Εμ, ο διευθυντής του; Δε βλέπει; Τι δίνει στον κόσμο; Αλλά, θα πεις, μόνο αυτός είναι; Ακούς κάτι φωνές στις ραδιοφωνικές εκπομπές ή στα ρεπορτάζ της τηλεόρασης, σκέτες τσιρίδες, έρχονται από μια συχνότητα που σηκώνει την τρίχα κάγκελο. Κλείνεις τον ήχο για να μην ακούς. Δεν αντέχονται. Κι αναρωτιέσαι: Ποιος επιλέγει αυτές τις φωνές; Τι στο διάολο γίνεται εδώ πέρα; Δεν κάνουν όλοι για όλα ρε παιδιά!
Όπως και να το κάνεις, είναι μία κατάπτωση. Δεν είναι μόνο οι αξίες που, όπως λένε πολλοί, χάθηκαν. Είναι όλα. Ο πάσα ένας μπορεί να γίνει δημοσιογράφος. Ο πάσα ένας μπορεί να λέει ειδήσεις στην τηλεόραση. Ο πάσα ένας μπορεί να κάνει εκπομπή στο ραδιόφωνο. Αυτός ο περιβόητος “πάσα ένας” μπορεί να γίνει Δήμαρχος, Βουλευτής, Υπουργός, Πρωθυπουργός, ό,τι κατέβει στη γκλάβα του.
Στη βάση αυτού του ζητήματος, στον πυρήνα του πες, είναι η Ελληνική γλώσσα που, από το Σχολείο ακόμα, περιφρονήσαμε. Η προοδευτική τάχα προσέγγιση του γλωσσικού ζητήματος έφερε αποξένωση του σύγχρονου Έλληνα, ολική αποξένωση από το πιο πολύτιμο εργαλείο της ύπαρξης: τον Λόγο. Γενιές και γενιές εκπαιδεύτηκαν κι εκπαιδεύονται με τις μοντέρνες αντιλήψεις περί γλώσσας. Είναι καιρός να παραδεχτούμε ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα απέτυχε. Είναι για τα σκουπίδια.











