Τετάρτη, 24 Απριλίου, 2024

Το κόστος μιας καλής συμβουλής

Κοινοποίηση

ΕΥΘΥΜΟΓΡΑΦΗΜΑ

-Σας έχουν κάνει μάγια… Κάποια ψηλή, ξανθιά, που ήθελε να παντρευτεί το Λάκη και τ’ όνομά της αρχίζει από Μ, έχει ρίξει το σαπούνι που πλύθηκε ο Λάκης σ’ ένα ξερό πηγάδι… Γι’ αυτό και αδυνάτισες Λάκη από τότε που παντρεύτηκες. Όπως λειώνει το σαπούνι λειώνεις και συ… πρέπει να βρούμε το πηγάδι… πρέπει να βρούμε το σαπούνι.

 

Ο λόγος ήταν έξω φρενών.

-Τι έπαθες Λάκη;

Ρούφηξε μετά μανίας το καπνό του τσιγάρου του και είπε :

-Κοίτα με καλά!…

-Σε κοιτάω!…

-Πόσα χρόνια είμαστε φίλοι;

-Δεκαεπτά συναπτά!

-Πόσες φιλενάδες μου γνώρισες;

-Έλα βρε Λάκη τώρα… τι σ’ έπιασε;

-Άκου να δείς!

Άκουσα και είδα. Ο Λάκης ήτανε νιόπαντρος, δεν είχε φάει ακόμα το μέλι με την Έλλη, όταν άρχισαν οι επισκέψεις.

Πρώτα η μαμά του Λάκη.

-Φουσκώνει; Φουσκώνει;

-Όχι ρε μαμά!… Ακόμα!…

-Ακόμα; Και πότε…

Ύστερα ήταν η μαμά της Έλλης.

-Έχουμε τίποτα;

-Τίποτα!…

-Τίιιποτα;

Μετά ήταν η κουμπάρα η Αλέκα.

-Τα ‘τοίμασε τα τσαρουχάκια του;

-Κιόλας;

-Τι κιόλας παιδάκι μου!… Έπρεπε να στρίβει και το μουστάκι του τώρα…

Γνωστοί και φίλοι, γειτόνοι, χωριανοί, χωριανές, όλοι, όλες, μόλις έβρισκαν τον Λάκη ή την Έλλη ή και μαζί, ρώταγαν με αγωνία :

-Το σκαρώσατε;

-Όχι!…

-ΌΟΟχι;

Γι’ αυτό σου λέω!… είπε ο Λάκης. Στην αρχή μου έδιναν κάποιες ευκαιρίες…

-Πόσο είστε παντρεμένοι;

-Ένα μήνα!…

-Ε… έχετε καιρό!…

Ύστερα άρχισαν οι αμφιβολίες :

-Κάνατε όλες τις εξετάσεις;

-Τις κάναμε!…

-Ήταν όλες… εντάξει;

-Παραεντάξει!…

Παραΰστερα ήρθαν τα μαντζούνια…

-Πάρε αυτό το χορτάρι… Θα το βράσεις όπως το τσάι και θα το βάλεις σε μια μπουκάλα. Κάθε πρωί θα πίνετε κι οι δυο άπονα φλυτζάνι… πάρε κι αυτό το σερνικοβότανο να μη φλομώσεις τσούπες!…

Αργότερα εμφανίστηκαν οι ανησυχίες. Πρώτα ήρθε ο μπαμπάς του Λάκη…

-Μήπως…

-Όχι ρε μπαμπά… τι λες τώρα…

-Λέω!…

-Να μη λες!…

Ύστερα ήρθαν οι φίλοι που τους έβαζε ο μπαμπάς της Έλλης…

-Ρε Λάκη… τι γίνεται;

-Ε… όλο και κάτι γίνεται!…

-Εννοώ… αποτέλεσμα!… Δε βλέπω αποτέλεσμα!… Μην έχεις αδύνατο σπέρμα;

-Αδύνατον!… Αδύνατον!…

-Μα τότε; Τι συμβαίνει ρε Λάκη;

Κι ύστερα ξαναπλάκωσαν οι μαμάδες του Λάκη και της Έλλης, ενωμένες τώρα και ισχυρές συμμαχικές δυνάμεις…

-Σας έχουν κάνει μάγια!…

-Μα τι λέτε τώρα; Γίνονται τέτοια πράματα;

-Αν γίνονται, λέει!… Εδώ βουίζει ο τόπος…

-Ξέρεις, Λάκη, ξέρω ένα γέροντα στην Άρτα. Πάμε;

-Όχι!…

-Τουλάχιστον δώσε μας μια φωτογραφία σου να πάμε με την Έλλη…

Αν και ο Λάκης δεν έδωσε φωτογραφία, αν και η Έλλη αρνήθηκε να πάει στην Άρτα, πήγαν όμως οι πεθερές, πήγαν οι συμπεθέρες, κι όταν εγύρισαν ήταν πεπεισμένες.

-Σας έχουν κάνει μάγια… Κάποια ψηλή, ξανθιά, που ήθελε να παντρευτεί το Λάκη και τ’ όνομά της αρχίζει από Μ, έχει ρίξει το σαπούνι που πλύθηκε ο Λάκης σ’ ένα ξερό πηγάδι… Γι’ αυτό και αδυνάτισες Λάκη από τότε που παντρεύτηκες. Όπως λειώνει το σαπούνι λειώνεις και συ… πρέπει να βρούμε το πηγάδι… πρέπει να βρούμε το σαπούνι.

Ο Λάκης και η Έλλη έφτασαν πια σε απόγνωση. Άρχισαν ν’ αμφιβάλλουν για τις ικανότητές τους, μάλιστα δεν κοιμόντανε πια μαζί… Η Έλλη πίστεψε ότι δεν μπορεί να κάνει πια παιδί…

Ο Λάκης άρχισε να αμφιβάλλει για τις ικανότητές του…

-Γι’ αυτό σου λέω!… φώναξε ο Λάκης. Θυμάσαι τις φιλενάδες μου;

-Τις θυμάμαι!…

-Και τι λέγανε μωρέ;

-Ότι είσαι ταύρος!…

Ευχαριστήθηκε ο Λάκης που θυμόμουνα τι του έλεγαν οι γελάδες του, κι άναψε το τελευταίο τσιγάρο του πακέτου…

-Έτσι μούρχεται, φίλε, να πιάσω όλες τις κυράτσες που αμφιβάλλουν, και να τις αποδείξω πόσα απίδια έχει ο σάκος…

-Όχι ρε Λάκη, μην το κάμεις. Το πηγάδι ποτέ δεν έπαθε… Αυτό που παθαίνει είναι το σατίλι, που χτυπάει στα τοιχώματα…

Είδα κι έπαθα να πείσω το φίλο μου το Λάκη και την καλή του την Έλλη, ό,τι – αν χρειάζεται ν’ αποδείξουν κάτι – αυτό είναι η αγάπη τους μόνο… Και δεν κατάφεραν να κάμουν παιδάκι, παρά τότε που αποφάσισαν να κλείσουν την πόρτα σε όλους. Εμπήκα όμως εγώ σε μπελάδες και σε μεγάλα έξοδα – πλήρωσα και το γλέντι – καθότι αυτομάτως με την καλή μου συμβουλή διορίστηκα νονός μιας στρουμπουλής νεογέννητης δεσποινίδας…

Για να εκπληρωθεί το ρηθέν υπό του προφήτου λέγοντος :

Άλλος… γεννάει… κι άλλος… πληρώνει…

Παντολέων Φλωρόπουλος
Παντολέων Φλωρόπουλοςhttps://pantoleon.gr
... γεννήθηκε στη Μυρτιά της Αιτωλίας το 1955. Ζει στο Αγρίνιο από το 1984. Εργάστηκε στο τοπικό ραδιόφωνο (1990 – 1992) και ξανά την περίοδο 1994 - 1996. Ιδρυτής και συντάκτης του σατιρικού “αραμπά” του Αγρινίου (1991 – 1997). Εκδότης και δημοσιογράφος της εβδομαδιαίας τοπικής εφημερίδας “Αναγγελία” (2000) μέχρι τον Ιούλιο του 2017, έκτοτε δε, τακτικός συνεργάτης της. Έχει γράψει ποίηση, 168 παραμύθια και 1.111 χρονογραφήματα, κατέγραψε εκατοντάδες λαϊκούς μύθους και θρύλους, ενώ δημοσίευσε πολλές χιλιάδες πολιτικά και πολιτιστικά άρθρα. Το πρώτο του βιβλίο, “η πολιτεία των λουλουδιών” (παραμύθι) κυκλοφόρησε το 1980. Τα βιβλία του κυκλοφορούν σε συλλεκτικές εκδόσεις λίγων αντιτύπων.
spot_img

Περιεχόμενα άρθρου

Διαβάστε επίσης: