Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024

ΘΕΑΤΡΟ: Οι “Απρόσμενες Ειδήσεις” του Κώστα Κακαβιά

Κοινοποίηση

Σ’ έναν κόσμο που χρωστάει πολλά, όχι όμως έναν καλό λόγο (σα να είναι το ακριβότερο πράμα ο καλός λόγος) ένα επαινετικό άρθρο για κάποιον που έκαμε κάτι, μπορεί να εκληφθεί ποικιλοτρόπως, σε καμία περίπτωση όμως ως αυτονόητο. Δεν είναι.

Πηγαίνοντας το βράδυ της Παρασκευής (3 Ιουνίου) να δω την δεύτερη παράσταση του θεατρικού έργου του Κώστα Κακαβιά “Απρόσμενες Ειδήσεις”, είχα προετοιμάσει τον εαυτό μου ότι δεν θα πάω να δω ένα αριστούργημα και, άρα, θα έκανα καλά από την αρχή να μην είμαι απαιτητικός. Μου αρκούσε η ευχαρίστηση και απολάμβανα εκ των προτέρων ότι θα δω πρώτη φορά το θεατρικό έργο ενός Αγρινιώτη συγγραφέα στη σκηνή του ΔηΠεΘε, κι ας μην ήταν παραγωγή του ΔηΠεΘε, κι ας ήταν ανεβασμένο από ερασιτέχνες ηθοποιούς, κι ας ήταν έργο ενός λογίου που δεν καταχωρείται στους φίλους μου, άρα – κατά τα λοιπά – θα είχα λόγους να το αποσιωπήσω…

Αυτή η δική μου πια μειωτική εντύπωση για τους τοπικούς συγγραφείς (συνειδητοποίησα με τρόμο ότι, παρά τις αντιστάσεις μου) είχε αποδράσει από την Κοινή Γνώμη, διαχύθηκε στον αιθέρα και εισέβαλε βάρβαρα στο δικό μου σύμπαν, ποιος ξέρει από πότε, γαμώτο, είχε δηλητηριάσει το ίδιο μου το πετσί…

Μπαίνοντας στο θέατρο σκεπτόμουν τώρα ότι κάπως έτσι λένε την “έλλειψη αυτοεκτίμησης”, δεν ήμουν σίγουρος όμως ακόμη αν ήταν ατομική μόνο. Είχα συνηθίσει να λέω και να γράφω επί χρόνια πως ήταν συλλογική. Θεωρούσα δηλαδή ότι, το έργο τόσων και τόσων που – σκοτώνοντας ο καθένας τον δικό του Μινώταυρο – συνεχίζαμε από πείσμα να γράφουμε μένοντας σ’ αυτή την πνιγηρή, καθώς λένε, πόλη, δεν ξέφυγε ποτέ από το όριο του αδιάφορου… Σε όλους μας άρεσε ανέκαθεν να ρίχνουμε την ευθύνη της αφάνειας ή της ασημαντότητας, της ΜΗ ανάδειξης, αδερφέ, στους τοπικούς θεσμούς που περιφρονούν, αν δεν απαξιώνουν, το ντόπιο δυναμικό, δείγμα μιας αγροτικού τύπου κοινωνίας που, παρά τον μικροαστισμό της, δεν κατάφερε ακόμα ν’ αποσείσει τις ανασφάλειες και να φτάσει κάπου, κάπως, σε μια πληρότητα, σ’ αυτό που λέμε “αυτοπεποίθηση”… Από την άλλη όμως, μπορεί να είχαν αντικειμενικά κριτήρια, επομένως και δίκιο, οι εκάστοτε καλλιτεχνικοί διευθυντές του ΔηΠεΘε που – από φόβο μην εκτεθούν – δεν έδωσαν ευκαιρία ποτέ σε κανέναν τοπικό συγγραφέα… Θα είχαν δίκιο, αν δεν μας είχαν παρουσιάσει πολλές φορές ακριβοπληρωμένα άχυρα.

Τελικά, οι ερασιτεχνικές θεατρικές παραστάσεις μου αρέσουν περισσότερο από τις επαγγελματικές, γιατί ο ερασιτέχνης ηθοποιός εξουδετερώνει από την φύση του κάθε λογοτεχνικό στόμφο του συγγραφέα, εξουδετερώνει ακόμη – ακόμη την όποια θεατρική επιτήδευση του σκηνοθέτη. Ακόμα και όταν “καμώνεται”, ο ερασιτέχνης ηθοποιός ελευθερώνει στον αέρα μια γλύκα που ενεργοποιεί στον θεατή του τη μεγαλοψυχία απέναντι στον ίδιο και την παρέα του που καταθέτουν στη σκηνή το προσωπικό τους κέφι με μόνη αμοιβή το χειροκρότημα. Και η μεγαλοψυχία μετατρέπεται μετά σε απόλαυση, όπως απολαμβάνει κανείς ένα παιδί που παίζει με τα ξυλαράκια στην αυλή… Αν σκεφτόταν κάποιος να θεσπίσει και τον κότινο για τις ερασιτεχνικές αυτές παραστάσεις, θα έμοιαζαν όλα με τους αρχαίους Ολυμπιακούς αγώνες. Αυτή η συνθήκη που λέγεται “κέφι” τι άλλο είναι από ποιητική υπέρβαση της καθημερινότητας, είναι… άρνηση του αρνητισμού… άρα κατάκτηση της θετικότητας, τόσο πολύτιμης για τον καιρό μας, τόσο απλά μπορώ να το πω…

Η διαφορά ανάμεσα στην ερασιτεχνική και την επαγγελματική παράσταση είναι θεόρατη. Στην επαγγελματική, πας, κάθεσαι στο θρόνο σου και βλέπεις με απαίτηση τα δρώμενα στη σκηνή, προκρίνεις στην οπτική σου τα αυστηρά κριτήρια της Τέχνης, σε όποιο βαθμό βέβαια μπορεί να μετατραπεί ο υποκειμενισμός σου σε αντικειμενικότητα. Στην ερασιτεχνική παράσταση όμως γίνεσαι αυτόματα μεγαλόψυχος απέναντι σ’ όλα: Τον συγγραφέα, τον σκηνοθέτη, τους ηθοποιούς. Απαλλαγμένος από πεπατημένους ορισμούς της Τέχνης και άλλα κλισέ, βυθίζεσαι σ’ ένα πέλαγο από αυθόρμητα κέφια, ακόμη και παρορμητικά μεράκια, κολυμπάς στη σιγανή χαρά να παίζουν για σένα στη σκηνή και να σε τιμούν απλόχερα με το περίσσεμα της ψυχής τους οι ηθοποιοί.

Αν ήταν επαγγελματική η παράσταση των “Απρόσμενων Ειδήσεων” θα είχα να σημειώσω πολλά για το βάθος ή την ρηχότητα των αισθημάτων που, το ένα ή το άλλο, άλλοτε οφειλόταν στον λόγο του συγγραφέα και άλλοτε στην ερμηνεία των έξι ηθοποιών. Ήταν ωστόσο το θεατρικό αποτύπωμα μιας ομάδας ευγενών ανθρώπων που, συνολικά, κατέθεταν με τόλμη και μπρίο τη δουλειά τους, ένα αγαπησιάρικο δώρο στους άλλους, σε μας, που, εκτός από τη μεγαλοψυχία, προκαλεί απρόσμενα και την ευαρέσκεια ή και την παρατεταμένη ευχαρίστηση απέναντι στον ωραίο κόπο τους. Αυτό, κατά τη γνώμη μου, ήταν το μεγαλύτερο κέρδος απ’ αυτή την παράσταση.

Ο Κώστας Κακαβιάς έγραψε μια χαλαρή ηθογραφία μιας πρότερης αγκυλωμένης εποχής που άφηνε πίσω της ακόμα πιο αγκυλωμένα ήθη, όχι για ν’ απελευθερωθεί από αυτά, ούτε να διεκδικήσει τα μέλλοντα (που για μας είναι σημερινά) αλλά για να στερεοποιήσει τα τρέχοντα (τότε) και, τελικά, να παγιδευτεί σε αυτά.

Η Θεατρική Ερασιτεχνική Ομάδα του Μουσικού Συλλόγου “Ορφεύς” διεκπεραίωσε το έργο αξιοζήλευτα, χώρια που αξιοποίησε όμορφα τις καλές ατάκες του έργου που έβγαλαν γέλιο στην αίθουσα, μερικές φορές εκρηκτικό, επίδοση καθ’ όλα αξιοσημείωτη. Αξίζει σε όλους τους συντελεστές ένα θερμό μπράβο.

Την σκηνοθεσία είχε η Γούλη Μαρούση. Βοηθός Σκηνοθέτη η Λένα Οικονομίδη. Σκηνογραφία ο Βασίλης Ραμμόπουλος και ο Νίκος Βελτσίστας. Την φωτιστική επιμέλεια ο Δημήτρης Παπαδάκης. Την Ενδυματολογία και το μακιγιάζ η Λένα Οικονομίδη. Κομμώσεις, η Δήμητρα Γκέκα.

Στο μουσικό μέρος της παράστασης γοήτευσαν τα τραγούδια που παρουσίασε ο “Ορφέας” με μερικά από τ’ “αηδόνια” του: Άννυ Τσιτσιμελή, Στέφανος Κακαβούλας, Γιάννης Τζαμούρας, Βασίλης Γρηγορόπουλος και Παύλος Γρέντζελος.

Έπαιξαν οι ερασιτέχνες ηθοποιοί: Έβελυν Αγγελίδη (Δώρα), Θανάσης Χρυσικός (Μίλτος), Λαμπρινή Μαυραντώνη – Ζαφείρη (Φρόσω), Θεόδωρος Σαγρής (Πατέρας), Όλγα Ζήση (Νοσοκόμα), Κωνσταντίνα Πρέκα – Κασσάρα, Γιάνναινα.

Παντολέων Φλωρόπουλος
Παντολέων Φλωρόπουλοςhttps://pantoleon.gr
... γεννήθηκε στη Μυρτιά της Αιτωλίας το 1955. Ζει στο Αγρίνιο από το 1984. Εργάστηκε στο τοπικό ραδιόφωνο (1990 – 1992) και ξανά την περίοδο 1994 - 1996. Ιδρυτής και συντάκτης του σατιρικού “αραμπά” του Αγρινίου (1991 – 1997). Εκδότης και δημοσιογράφος της εβδομαδιαίας τοπικής εφημερίδας “Αναγγελία” (2000) μέχρι τον Ιούλιο του 2017, έκτοτε δε, τακτικός συνεργάτης της. Έχει γράψει ποίηση, 168 παραμύθια και 1.111 χρονογραφήματα, κατέγραψε εκατοντάδες λαϊκούς μύθους και θρύλους, ενώ δημοσίευσε πολλές χιλιάδες πολιτικά και πολιτιστικά άρθρα. Το πρώτο του βιβλίο, “η πολιτεία των λουλουδιών” (παραμύθι) κυκλοφόρησε το 1980. Τα βιβλία του κυκλοφορούν σε συλλεκτικές εκδόσεις λίγων αντιτύπων.
spot_img

Διαβάστε επίσης: