ΣΚΕΦΤΕΙΤΕ ότι ως κοινωνία επιβραβεύουμε πολλαπλώς τον ρουφιάνο, τον καταδότη και τον εκβιαστή.
Ο ΠΡΩΤΟΣ ένοχος, ο διπλά ένοχος για ανήθικη και παράνομη συναλλαγή που δηλητηριάζει τη δημόσια ζωή του τόπου, δεν είναι ούτε αυτός που τα δίνει, ούτε αυτός που τα παίρνει, αλλά ο ρουφιάνος που τους καταδίδει!
ΑΝ ΑΠΑΓΟΡΕΥΟΤΑΝ διά νόμου η ρουφιανιά, θα είχε μπει ισχυρός φραγμός στα βρώμικα μυαλά που ό,τι κινείται γύρω τους ή πετάει από πάνω τους, είναι ύποπτο ανήθικης συναλλαγής.
ΘΑ ΕΙΧΕ ανασταλεί δηλαδή η λειτουργία του μικρόμυαλου ανθρωπάκου που “κρίνει εξ ιδίων τα αλλότρια” και πιστεύει ότι κανείς στη χώρα και τον πλανήτη δεν είναι καλύτερος απ’ τα μούτρα του.
ΑΝ ΑΠΑΓΟΡΕΥΟΤΑΝ διά νόμου η ρουφιανιά, θα είχαμε απαλλαγεί από κάτι τύπους που θεωρούν αργυρώνητο κάθε συμπολίτη, όταν διαφωνεί για κάτι μαζί τους.
ΑΛΛΑ… ΤΟΤΕ… πώς θα εντοπιζόταν η λαμογιά; Αν δεν έκανε κανείς καταγγελία της ανήθικης πράξης, πώς θα έβγαιναν στη φόρα η κλεψιά και η μίζα;
Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ στο ερώτημα μπορεί να μην είναι αυτονόητη στην Ελληνική πραγματικότητα, είναι όμως δεδομένη για κάθε πολιτισμένη χώρα:
Ο ΝΟΜΟΣ και η εφαρμογή του Νόμου που ελέγχεται αυστηρά… από το Νόμο, είναι η θεμελιώδης συνθήκη για την υγιή κοινωνία.
Η ΔΙΑΦΘΟΡΑ ευημερεί μόνο στις κοινωνίες όπου ο Νόμος ερμηνεύεται κατά το δοκούν. Αυτό ακριβώς συμβαίνει στην Ελλάδα…