Πέμπτη, 18 Απριλίου, 2024

Οι ακρωτηριασμοί και τα τεντώματα του Προκρούστη

Κοινοποίηση

Αρχίζοντας το άρθρο αυτό, δεν θα πούμε τίποτα καινούριο: Η Ελλάδα είναι τάφος. Ό,τι καλό πάει να γίνει, θάβεται. Ένα μακρύ αόρατο χέρι αρπάζει ό,τι ξεχωρίζει και το ρίχνει στη ισόβια αιχμαλωσία της απαξίωσης. Ακόμα κι αν είναι αριστούργημα, υποκύπτει στη λογική του Προκρούστη: Ό,τι είναι μακρύτερο, κόβεται. Και ό,τι είναι κοντύτερο, τεντώνεται! Οι δημιουργοί, τα «καλά μυαλά», τα έξοχα πνεύματα λάμπουν, όταν… πεθάνουν! Διάνυσαν τη ζωή τους λοιδορούμενοι, εγκαταλειμμένοι στη χλεύη, την καταφρόνια, τον διωγμό και την πενία, οι σπουδαιότεροι άνθρωποι αυτού του τόπου υπέφεραν και υποφέρουν τα πάνδεινα. Ο θάνατος είναι απελευθερωτική διαδικασία κι ακόμα περισσότερο η αυτοκτονία…

Προ πολλών ετών, μια σειρά εκδηλώσεων του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Αγρινίου αφορούσε την ανάδειξη της πνευματικής δημιουργίας της πόλης και της ενδοχώρας της. Η απόφαση θα ήταν καθ’ όλα τέλεια, εάν δεν υπήρχε μια αξιοσημείωτη λεπτομέρεια: Το έργο που θα μελετούσαν οι ερευνητές και θ’ αναδεικνυόταν, θα ήταν έργο ανθρώπων που δεν βρίσκονταν πια εν ζωή. Το σκεπτικό της απόφασης ήταν ότι, αν επεκτεινόταν η έρευνα σε εν ενεργεία δημιουργούς, θα ξεσηκωνόταν ο ανταγωνισμός εκείνων που θα έμεναν απέξω, οπότε, για να έχουμε το κεφαλάκι μας ήσυχο, ας περιοριστούμε σ’ εκείνους που… είναι αδύνατο να μαλώσουν στους τάφους τους…

Ο υπογράφων, κληθείς τότε να υποβάλλει τις προτάσεις του για την διαμόρφωση της λίστας, ζήτησε να συγκροτηθεί μια επιτροπή από ξένους (αντικειμενικούς) κριτές, αποδεδειγμένης αξίας ως προς το αντικείμενο, να τους δοθεί να μελετήσουν το έργο ζώντων τε και τεθνεώτων και, αφού το μελετήσουν, ν’ αποφανθούν για την αξία ή τη μη αξία του καθενός. Όσοι από τους τεθνεώτες δεν άφησαν πίσω τους κάτι που να έχει λογοτεχνική αξία, να μείνουν στην… ταφική ησυχία τους. Διότι μονάχα με το ξεσκαρτάρισμα θα μάθαινε η πόλη, ποιοι από τους συγγραφείς της είχαν και ποιοι δεν είχαν διαχρονική λογοτεχνική αξία, ώστε να πράξει ανάλογα απέναντί τους. Θα ήξεραν έτσι οι νέες γενιές ποιο έργο να μελετήσουν και ποιο ν’ αφήσουν στη σκόνη του. Το ίδιο θα έπρεπε να γίνει και για τους ζώντες. Αυτοί, για να ενθαρρυνθούν από τους ειδικούς και από την πόλη τους που θα υιοθετούσε τη γνώμη των ειδικών και, έτσι, οι μεν να συνεχίσουν τη δημιουργία τους, το δε Πνευματικό Κέντρο της πόλης να έχει ένα μπούσουλα, για να σχεδιάσει τη στάση του απέναντι στους νέους δημιουργούς. Με τον τρόπο αυτό θα μάθαινε το Αγρίνιο ποια είναι ποσοτικά και ποιοτικά η λογοτεχνική παραγωγή της πόλης και της περιοχής, ώστε να έρθουν σε επαφή με αυτήν όχι μόνο το αναγνωστικό κοινό, αλλά (κυρίως) οι μαθητές των Τοπικών Σχολείων…

Είναι προφανές ότι η απλή (και… δημιουργική) αυτή λογική δεν εισακούστηκε. Όχι μόνο τότε, αλλά και αργότερα, αυτή τη φορά από την Ένωση Αιτωλοακαρνάνων Λογοτεχνών, που – με χορηγία του Αιτωλοακαρνάνα Υπουργού τότε Μεταφορών – έφτιαξε μια ογκώδη ανθολογία, στην οποία συμπεριέλαβε τους πάντες. Η Επιτροπή αγνόησε την αλήθεια ότι δεν γίνεται συγγραφέας όποιος τυπώνει ένα βιβλίο για να κάνει το κέφι του, γίνεται μόνο αυτός που γύρισε τον κόσμο ανάποδα πριν καταθέσει πέντε αράδες στο λευκό χαρτί. Η Ένωση Αιτωλοακαρνάνων Λογοτεχνών, όπως πριν από αυτήν και το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αγρινίου, συνέβαλλαν έτσι στην άρση κάθε διαχωρισμού αξίων και αναξίων, δούλεψαν από κοινού για ην ακύρωση της διάκρισης είτε μεταξύ των τεθνεώτων, είτε μεταξύ των ζώντων.

Αυτά μονάχα ως οικεία παραδείγματα μπορούν ν’ αναγνωστούν. Δεν αποτελούν εξαίρεση, αλλά τον κανόνα για όλα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα, σε όλους τους τομείς, όχι μόνο στον τομέα της Τέχνης. Έχει γίνει ένα σύστημα – δήμιος που παίρνει το κεφάλι κάθε δημιουργικού πνεύματος. Όσο περισσότερο ξεχωρίζεις, όσο πιο πολύ αξίζεις, τόσο πιο πολύ θα πονέσεις.

Τι συμβαίνει λοιπόν σ’ αυτή τη χώρα; Είναι μήπως τα ελαττώματα της φυλής; Αν είναι όντως τα ελαττώματα της φυλής, τότε… γιατί μεγαλουργούν, όσοι πατριώτες λύνουν τα μάγια περνώντας «σαράντα κύματα» και «ρίχνουν μαύρη πέτρα πίσω τους»; Ναι, μεγαλουργούν! Όπου κι αν πάνε. Ακόμα και στη Ζιμπάμπουε. Σε όλους τους τομείς. Και στην Τέχνη και τις Επιστήμες και στο Επιχειρείν. Ακόμα κι αν ξεκίνησαν από τα κατσάβραχα, με μοναδική γνώση το τσοπανεύειν… Έχουμε δέκα εκατομμύρια Έλληνες, ίσως και περισσότερους, πρώτης, δεύτερης, τρίτης, τέταρτης, πέμπτης γενιάς, σε όλες τις χώρες του κόσμου. Και παντού μεγαλουργούν…

Τι συμβαίνει λοιπόν σ’ αυτήν εδώ τη χώρα; Είναι τάχα οι νόμοι; Είναι τάχα οι γραπτοί και οι άγραφοι νόμοι; Αν φταίνε οι νόμοι, τότε… πώς εξηγείται ότι οι νόμοι της Ζιμπάμπουε δεν εμποδίζουν τους Έλληνες να προκόψουν; Να πεις ότι οι Νόμοι των ΗΠΑ είναι το ιδανικό περιβάλλον, να το πεις… Αλλά οι νόμοι της Αυστραλίας; Της Ρωσίας; Της Ιαπωνίας; Της Νοτίου Αφρικής;

Δεν είναι οι Νόμοι…

Μα… τι είναι τελοσπάντων; Είναι μήπως η θρησκεία; Όχι. Δεν φταίει η θρησκεία. Διότι εκεί που πάνε οι Έλληνες, είναι πολύ πιο θρησκευόμενοι απ’ αυτούς που μένουν στην πατρίδα.

Είναι εθνική ανάγκη να προσδιορίσουμε τι ακριβώς συμβαίνει μ’ αυτή τη χώρα, με την διοίκηση του κράτους, με τη νοοτροπία των πολιτών. Αν δεν βρούμε την αιτία της εγχώριας κακοδαιμονίας, δεν θα βγούμε ποτέ από το λούκι. Πρέπει επειγόντως να μάθουμε γιατί ισχύει εδώ η Προκρούστεια λογική, γιατί συμβαίνει αυτό που ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, Υπουργός Οικονομίας της Γερμανίας, είπε το Μάρτιο του 2012: “Στην Ελλάδα το πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να κυβερνήσει και ο Ελληνικός λαός δεν θέλει να κυβερνηθεί”.

Θα τολμήσουμε να γράψουμε την άποψή μας:

Λείπει από τη δημόσια ζωή της χώρας η διάκριση, ο διαχωρισμός του καλού από το καλύτερο και του κακού από το χειρότερο. Είμαστε… χύμα! Γιατί όμως είμαστε χύμα; Γιατί ο Γιάννης είναι πάντα ίδιος με τον Γιαννάκη;

Στην σύγχρονη Ελλάδα ο Θησέας δεν πέρασε, ο Προκρούστης ζει. Λείπει δηλαδή αυτό που δεν είναι έργο των νόμων, αλλά το έργο ενός μυθικού ήρωα που αναλαμβάνει να σκοτώσει το θηρίο και να ελευθερώσει τους διαβάτες της ζωής από το μαρτύριο του τεντώματος ή του ακρωτηριασμού. Λείπει, επειδή η κοινωνία μας τεντώνεται ή ακρωτηριάζεται ανάλογα με το μαζικό αρχέτυπό της. Αποκωδικοποιώντας τις μεταφορές του Προκρούστειου μύθου θα λέγαμε ότι χειραγωγείται σε επίπεδο καθημερινότητας, όχι σε επίπεδο εξουσίας. Χειραγωγείται δηλαδή πολιτισμικά, όχι πολιτικά. Η πολιτική είναι ένα σύμπτωμα. Μια επίφαση. Κυρίαρχο πνεύμα δεν είναι αυτό της εξουσίας, αλλά της συναλληλίας.

Σας ξαφνιάζει η διαπίστωση, ε; Και όμως! Η χειραγώγηση της νεολληνικής κοινωνίας δεν γίνεται από τους πολιτικούς ή από τους δημοσιογράφους, όπως πολύ βολικά διατυμπανίζεται και, συνήθως, οι πάντες αποδέχονται. Όχι. Γίνεται από τις αφανείς αλλά στρατηγικές αξίες της, αυτές που επιβλήθηκαν υπογείως, μαζικά και αναπάντητα, δηλαδή μυθικά ή, μάλλον, παραμυθικά, εν προκειμένω πάντως παραπλανητικά, ως αποτελέσματα οργανωμένης κομματικής προπαγάνδας. Η νεολληνική κοινωνία, ευάλωτη λόγω παράδοσης στους καλοστημένους μύθους, αθώα δηλαδή και ανύποπτη απέναντι στον κόκκινο ή τον γαλάζιο Γκαιμπελισμό, ιδίως αυτή η κολακευμένη κοινωνία της μεταπολίτευσης που υπήρξε αναγνώστρια και ακροάτρια της παραφουσκωμένης μυθολογίας του Πολυτεχνείου, αναπόφευκτα πια καλλιεργητής μιας νεφελώδους αριστεροσύνης, είναι πρωτίστως (ακόμα και στην πιο απολίτικη εκδοχή της) μια αριστεροθρεμμένη κοινωνία που παραχωρεί ασυλία στους αγωνιστές της δημοκρατίας και αποδέχεται διαρρήδην τον διαχωρισμό των εκλογέων σε δημοκρατικούς και… δεξιούς. Ελάχιστοι έχουν υποψιαστεί στην Ελλάδα ότι αυτή η καθημερινή στρέβλωση του δημόσιου λόγου και της διαχρονικής πολιτικής συμπεριφοράς μας κατέληξε κάποτε σε μια πολιτική θεολογία (εκτεινόμενη από τις παρυφές της κεντροδεξιάς μέχρι την άκρα αριστερά) που γέμιζε τον σκεπτόμενο πολίτη με πολιτικές ενοχές, αντιμετώπιζε ως αμαρτία κάθε διαφωνία του με την ηγεσία, μοίραζε συνειδησιακές τιμωρίες δεξιά και αριστερά σε όσους έβγαιναν απ’ το μαντρί. Από τότε που οι «δημοκρατικοί» πολίτες άρχισαν ν’ απολαμβάνουν ασυλία σε κάθε παράλογη πράξη τους, ακόμα και όταν διέπρατταν ιεροσυλίες, χάθηκε κάθε μέτρο σύγκρισης ανάμεσα στο καλό και το καλύτερο ή στο κακό και το χειρότερο.

Μέσω του συνδικαλισμού η αριστερά έγινε τρόπος ζωής του εργαζόμενου, του άνεργου, του μισθωτού και του συνταξιούχου, ακόμα και του δεξιού. Μέσω της διανόησης και της Τέχνης η αριστερά έγινε τρόπος ζωής του ανήσυχου ανθρώπου, κυρίως του δεξιού που – για λόγους προοδευτικότητας – υποδύεται τον επαναστάτη. Μέσω της θρησκοληπτικής εμμονής της για το λαϊκό συμφέρον η αριστερά προσέγγισε τον θρησκευόμενο άνθρωπο, από αιώνες εκπαιδευμένο, σαν έτοιμο από καιρό, να δεχτεί ψυχικά και να υιοθετήσει αμάσητα την άνωθεν “γραμμή” δράσης και συμπεριφοράς.

Αυτή εδώ η αιμάσουσα Ελλάς έχει τώρα δύο δρόμους: Ο πρώτος είναι ν’ ανοίξει τα μάτια της και να παρακολουθήσει τον… καιρό η Ελληνική Αριστερά, η δογματική, η αναθεωρητική, η ανανεωτική, η ριζοσπαστική, η δημοκρατική, η προοδευτική, η επαναστατική, η εκσυγχρονιστική, ό,τι άλλο τελοσπάντων διαθέτει το μαγαζί. Θα ήταν υπέροχο να πειστούν δια της παιδείας αυτοί οι άνθρωποι για να εισέλθουν στο ναό της αμφισβήτησης.

Ο άλλος δρόμος είναι να διεξαχθεί από τους αναστάντες Έλληνες και να πετύχει ο ιδεολογικός (ας πούμε, φιλοσοφικός) πόλεμος κατά της μαζικής ιδεολογίας και πρακτικής που εκπονεί και εξειδικεύει στην δημόσια ζωή της χώρας η Αριστερά κολακεύοντας τις πιο αφώτιστες παθογένειες ενός πολυπληγωμένου λαού. Η Προκρούστεια λογική του τεντώματος και του ακρωτηριασμού, τελικά της ισοπέδωσης που υφίσταται κάθε πνευματική βιοποικιλότητα σ’ αυτόν τον τόπο, αυτό το γλοιώδες κράμα αριστεροσύνης και Ρωμιοσύνης, ευνουχίζει τις οξύτερες δυνάμεις του έθνους. Η ανελευθερία της πολιτικής σκέψης, η χειραγώγηση της καθημερινής σκέψης, η εξουδετέρωση κάθε μοναδικότητας, η μετά θάνατον δικαίωση που ισοδυναμεί με εξιδανίκευση της θανάτωσης, οι άσκεφτοι ηρωισμοί στο όνομα του λαού, οι εν αγνοία κινδύνου παλικαρισμοί και οι βερμπαλισμοί των ξιφομάχων, είναι θλιβερά προνόμια της άλλοτε επαναστατικής δύναμης που συγκινούσε τα πλήθη με ελκυστικά συνθήματα για ένα δίκαιο κόσμο…

 

Παντολέων Φλωρόπουλος
Παντολέων Φλωρόπουλοςhttps://pantoleon.gr
... γεννήθηκε στη Μυρτιά της Αιτωλίας το 1955. Ζει στο Αγρίνιο από το 1984. Εργάστηκε στο τοπικό ραδιόφωνο (1990 – 1992) και ξανά την περίοδο 1994 - 1996. Ιδρυτής και συντάκτης του σατιρικού “αραμπά” του Αγρινίου (1991 – 1997). Εκδότης και δημοσιογράφος της εβδομαδιαίας τοπικής εφημερίδας “Αναγγελία” (2000) μέχρι τον Ιούλιο του 2017, έκτοτε δε, τακτικός συνεργάτης της. Έχει γράψει ποίηση, 168 παραμύθια και 1.111 χρονογραφήματα, κατέγραψε εκατοντάδες λαϊκούς μύθους και θρύλους, ενώ δημοσίευσε πολλές χιλιάδες πολιτικά και πολιτιστικά άρθρα. Το πρώτο του βιβλίο, “η πολιτεία των λουλουδιών” (παραμύθι) κυκλοφόρησε το 1980. Τα βιβλία του κυκλοφορούν σε συλλεκτικές εκδόσεις λίγων αντιτύπων.
spot_img

Διαβάστε επίσης: