Από τότε που ο Σύριζα έγινε εξουσία, ξεχάσαμε την απόγνωση εκείνων που αυτοκτονούσαν εξ αιτίας των μνημονίων.

Παρά το γεγονός ότι αυτοί οι Έλληνες συνεχίζουν αμείωτα ν’ αυτοκτονούν, εμείς τους ξεχάσαμε.

Γιατί τώρα έχουμε άλλη δουλειά να κάνουμε, ασχολούμαστε με την απόγνωση των προσφύγων.

Την απόγνωση των προσφύγων που θα ξεχάσουμε μόλις βρεθεί η επόμενη απόγνωση, άλλων.

Φως φανάρι ότι μας ελκύει η απόγνωση απ’ όπου και αν προέρχεται, αδιακρίτως.
Μας ελκύει, μας θρέφει, δίνει νόημα στην ύπαρξή μας, δίνει νόημα στην προλεταριακή επανάσταση αδερφέ…

Κι όταν η εξουσία καθυστερεί να μας δώσει μια απόγνωση για να τραφούμε, δεν παραλείπουμε να φτιάξουμε την δική μας.

Κι όταν η επανάσταση που πιστέψαμε, αποδείχτηκε ένα μάτσο φούμαρα, ανακαλύπτουμε οποιαδήποτε άλλη επανάσταση που θα μπορούσε να δώσει νόημα στην επίπλαστη ηθική μας.

Λοιπόν χωρίς απόγνωση κάποιου άλλου δεν κάνουμε. Ούτε χωρίς επανάσταση κάνουμε.

Είμαστε ικανοί να δαγκώσουμε ακόμα και το χέρι που μας ταΐζει, αρκεί ν’ αποδείξουμε ότι εμείς είμαστε επαναστάτες κι αυτός ένα αχρείο υποκείμενο της εξουσίας.

Ο πιο κοντινός μας είναι ο πιο εύκολος στόχος, ακόμα κι αν είναι η μάνα μας.

Τόσο θρασύδειλοι είμαστε.

Αλλά τι κάθομαι και λέω;

Εμείς εδώ, σ’ αυτό το κράτος, αφομοιωμένοι λαοί της διασποράς ένα μάτσο, απάτριδες, σαν σολομοί που στέρεψε το ποτάμι τους και δε μπορούν να γυρίσουν στη μήτρα τους, τρελαμένοι πια, ψάχνουμε στον ωκεανό τη μακρινή πατρίδα που εγκαταλείψαμε για να έρθουμε και να καταπατήσουμε την πατρίδα των Ελλήνων.

Βάλαμε στο κούτελο ακόμα και τ’ όνομα των ιδιοκτητών αυτού του άγιου τόπου. Σφετεριστές των μνημείων τους, βοσκήσαμε το χορτάρι τους, μηρυκάσαμε τη γλώσσα τους και τώρα την προφέρουμε άμουσα κι άχρωμα κι άτονα, νερόβραστα, βάρβαρα, καθώς ξέραμε να κάνουμε στις στέπες της Ασίας και τα βουνά του Βορρά απ’ όπου καταγόμαστε.

Ψάχνουμε ανάμεσά μας μήπως βρούμε κάναν αληθινό Έλληνα, όνομα και πράμα που λένε, κι όταν τον βρούμε, τον απαξιώνουμε, για να μην υπάρχει μέτρο σύγκρισης μαζί του, οπότε θ’ αποκαλύπτεται στους ευαίσθητους η απάτη μας.

Στο πρόσωπο των Αλβανών που ήρθαν το ’90 αναγνωρίσαμε τ’ αδέρφια μας. Το ίδιο κάνουμε στο πρόσωπο των Ασιατών. Έχουμε ένα προβληματάκι με το πρόσωπο των μαύρων, αλλά δεν είναι τίποτα το σπουδαίο, θα το ξεπεράσουμε…

Όλους τους αναγνωρίζουμε ως αδέρφια, εκτός από τους Έλληνες. Όλους τους θέλουμε συμπολίτες, εκτός από τους αληθινούς Έλληνες.

Ο διωγμός των Ελλήνων που άρχισε επί Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, της Βυζαντινής και καλά, συνεχίζεται. Μόνο που σήμερα δεν το κάνουν μόνο η πολιτική και η θρησκευτική εξουσία, αλλά και η ίδια η πολυπολιτισμική κοινωνία γύρω μας, γιατί δεν βολεύεται με το Ελληνικό Πνεύμα, την αποσυντονίζει, την κάνει να αισθάνεται άβολα μέσα στα ρούχα της, επειδή τις επισημαίνει αενάως τις ατέλειες και τις ανεπάρκειες της σκέψης και της πράξης.

Δε βολεύει αυτό την ησυχία του μικροαστού που απολαμβάνει τα αγαθά του ή ονειρεύεται να τ’ αποκτήσει…

Το ξέρουμε λοιπόν, και κάνουμε ότι δεν το ξέρουμε, ότι, τελικά, το ζήτημα “ποιος είναι Έλληνας” δεν είναι θέμα αίματος, αλλά πνεύματος.

Έλληνας δεν σημαίνει απόγονος των αρχαίων Ελλήνων, εξ αίματος, αλλά εκείνος που ζει και αναπνέει σύμφωνα με τους Νόμους του Φωτός.

ΑΥΤΟ λέει η λέξη “Έλλην”. Έτσι ετυμολογείται. ΑΥΤΗ είναι η γλωσσολογική, η επιστημονική ερμηνεία της. Κι ας μην το λένε οι γλωσσολόγοι με το μεγάλο κύρος της επιστήμης τους… Αν τους στριμώξεις, θα το παραδεχτούν, δε μπορούν να κάνουν αλλιώς, αλλά, όταν βγαίνουν ανενόχλητοι στο γυαλί, είναι πολύ εύκολο να το αποσιωπούν οι αλήτες…

Λέει δηλαδή ότι “Έλληνας” δεν είναι αυτός που κατοικεί στο κράτος που λέγεται “Ελλάδα”, αλλά ο Άνθρωπος που ζει σύμφωνα με τους Νόμους του Φωτός όπου και αν κατοικεί, οποιουδήποτε κράτους κι αν είναι πολίτης, σε Δύση κι Ανατολή, σε Βορρά και Νότο.

Κι αν μ’ αυτό το κριτήριο ρωτήσεις τον εαυτό σου “πόσους Έλληνες αναγνωρίζεις σ’ αυτό το κράτος;”, η απάντηση που θα πάρεις είναι “λίγοι”…

Είναι λίγοι εδώ, είναι όμως πολλοί σ’ όλο τον κόσμο.

Δεν είναι πλειοψηφία. Οι Έλληνες δεν ήταν ποτέ πλειοψηφία στον κόσμο, αρκεί να πούμε λοιπόν ότι δεν είναι λίγοι.

Αυτοί οι κοσμοπολίτες Έλληνες, που δεν είναι λίγοι, είναι η μαγιά που θα ζυμώσει το ψωμί για να φάει ο Κόσμος.

Ακολουθήστε τον Παντελή Φλωρόπουλο στο TWITTER.

Προηγούμενο άρθροΜε “διπλό” στη Λάρισα ο Αίολος Αστακού πανηγύρισε την άνοδό του στην Α2
Επόμενο άρθροΓιάννης Ζιόβας: Το Αγρινιώτικο σκαθάρι (ΦΩΤΟ)
Παντολέων Φλωρόπουλος
... γεννήθηκε στη Μυρτιά της Αιτωλίας το 1955. Ζει στο Αγρίνιο από το 1984. Εργάστηκε στο τοπικό ραδιόφωνο (1990 – 1992) και ξανά την περίοδο 1994 - 1996. Ιδρυτής και συντάκτης του σατιρικού “αραμπά” του Αγρινίου (1991 – 1997). Εκδότης και δημοσιογράφος της εβδομαδιαίας τοπικής εφημερίδας “Αναγγελία” (2000) μέχρι τον Ιούλιο του 2017, έκτοτε δε, τακτικός συνεργάτης της. Έχει γράψει ποίηση, 168 παραμύθια και 1.111 χρονογραφήματα, κατέγραψε εκατοντάδες λαϊκούς μύθους και θρύλους, ενώ δημοσίευσε πολλές χιλιάδες πολιτικά και πολιτιστικά άρθρα. Το πρώτο του βιβλίο, “η πολιτεία των λουλουδιών” (παραμύθι) κυκλοφόρησε το 1980. Τα βιβλία του κυκλοφορούν σε συλλεκτικές εκδόσεις λίγων αντιτύπων.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ