Warning: chmod(): Operation not permitted in /home/545817.cloudwaysapps.com/bqgtemsqzq/public_html/wp-admin/includes/class-wp-filesystem-direct.php on line 173
Κάρμεν στο Παπαστράτειο! - AgrinioVOICE.gr

Κάρμεν στο Παπαστράτειο!

carmen

Πέμπτη, 21 Μαΐου: Σκέφτομαι ότι κακώς υπάρχει μόνο “πληθυντικός της μεγαλοπρεπείας”, θα έπρεπε να υπάρχει και “ενικός της μεγαλοπρεπείας”… Έτσι προχείρως απενοχοποιημένος και παίρνοντας “άδεια από τη σημαία”, όσο βέβαια το επιτρέπουν οι ταπεινές δυνάμεις, θα γράψω κάτι σε πρώτο ενικό, για την παράσταση της Κάρμεν… πού; Στο Αγρίνιο!

Ανυπόμονα περίμενα όλη τη μέρα για να έρθει το βράδυ, να πάω να δω την Κάρμεν! Σίγουρα αυτό έφταιγε που έφτασα με καθυστέρηση… Έτσι γίνεται πάντα όταν θέλεις κάτι πολύ! Κάτι γίνεται από το πουθενά και παρεμποδίζει την άνεση του χρόνου… Κι αυτό το κάτι… μαύρο, κατάμαυρο, ενίοτε γκρίζο για καμουφλάζ…. επιδιώκει πάντα τη ματαίωση των φωτεινών συμβάντων! Έτσι γίνεται και με τις απωθημένες αγάπες που, αντί των ουρανίων αισθημάτων, εμπεριέχουν τον πόθο, αυτό το γήινο τέρας. Η ασυμβίβαστη Κάρμεν, η πιο αγαπημένη ηρωίδα της όπερας, δεν ξελογιάζει μόνο τους άνδρες γύρω της, στο καφέ της Σεβίλλης, αλλ’ αιώνια πια και τους ταπεινούς θεατές της περιλάλητης ιστορίας της, όπως ο γράφων, που διψασμένα έσπευσε να δει… όπερα, παρακαλώ, στο Παπαστράτειο Μέγαρο!

Ο γνωστός που συνάντησα στην είσοδο με κατηύθυνε στον εξώστη. “Είναι γεμάτο κάτω”, είπε. Στην είσοδο της αίθουσας όμως μια ευσπλαχνική κυρία, εν αντιθέσει με τον γνωστό μου, άγνωστη, αποστασιοποιημένη δηλαδή από μικρόκοσμους εικόνων και διεκδικώντας ό,τι πιο καλό μπορούσε για τους αγνώστους προσήλυτους, όπως εγώ, με σταμάτησε: “Έχει θέση, ελάτε”…

Η αίθουσα κάτω είχε όντως περισσότερες από μία θέσεις και σχεδόν μίσησα τον γνωστό μου της πόρτας έξω που ασυνείδητα με οδηγούσε στον εξώστη… “Κοίτα πώς οξύνονται οι ευαισθησίες σου”, σκέφτηκα, “και μεγεθύνονται επικινδύνως τ’ αντίθετά τους”… Αυτή μάλλον είναι η άλεκτη μαγεία της Τέχνης. Μετά, “έδεσα κόμπο” το εσωτερικό μάθημα κι επιτάχυνα την προσοχή μου για να εγκλιματιστώ γρήγορα και ν’ ακούσω καλύτερα τα τελευταία εισαγωγικά λόγια της κυρίας που ήδη εξηγούσε στο κοινό τα καθέκαστα:

Η Εθνική Λυρική Σκηνή με την “όπερα της βαλίτσας” παρουσίαζε την Κάρμεν του Ζορζ Μπιζέ σε είκοσι δύο πόλεις της Ελληνικής Περιφέρειας, μεταξύ των οποίων και το Αγρίνιο. Ένα λυρικό έργο βασισμένο στο ποιητικό κείμενο των Ανρί Μεγιάκ και του Λυντοβίκ Αλεβύ, το οποίο στηρίζεται στην ομότιτλη νουβέλα (1845) του Προσπέρ Μεριμέ. Η πρεμιέρα της Κάρμεν δόθηκε στην αίθουσα Φαβάρ του Παρισιού στις 3 Μαρτίου 1875, ενώ στην Εθνική Λυρική Σκηνή παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο θέατρο “Ολύμπια” στις 20 Φεβρουαρίου 1942.

Σε όλες τις παραστάσεις της “βαλίτσας” η είσοδος ελεύθερη. Το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος αποκλειστικός δωρητής της παράστασης. Χορηγία σαν εκείνες της αρχαίας Αθήνας, σκέφτηκα… Πρόκειται για το όραμα και την φιλοσοφία του ΚΠΙΣΝ (Κέντρο Πολιτισμού – Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος) για ελεύθερη πρόσβαση όλων στην Τέχνη, την Παιδεία και τον Περιβαλλοντικό Πολιτισμό. “Το ΚΠΙΣΝ γίνεται μέρος της κάθε πόλης – σταθμού και των κατοίκων της και δίνει μια πρώτη γεύση απ΄ όλα εκείνα που θα στεγάσει και θα προσφέρει στο μέλλον”. Η “Όπερα της Βαλίτσας” ξεκίνησε το 2011 από την Εθνική Λυρική Σκηνή σαν μια καλλιτεχνική δράση που είχε κύριο σκοπό να συναντήσει και να γοητεύσει ένα νέο κοινό, μυώντας το στο μαγικό κόσμο της όπερας και του λυρικού ρεπερτορίου.

Μετάνιωσα φριχτά που δεν κάλεσα τη Βάσω ή τη Ρούλα, να με συνοδέψουν αυτή την ωραία και ξεχωριστή βραδιά… Ήταν εδώ μία από τις πιο δημοφιλείς όπερες του παγκόσμιου ρεπερτορίου. Η τραγική ιστορία της Κάρμεν, μιας νεαρής και φλογερής τσιγγάνας που έχει διασυνδέσεις με τον υπόκοσμο κι εργάζεται σε ένα καφέ μιας πλατείας της Σεβίλλης, όπου συχνάζουν αστυνομικοί, είναι πάντα επίκαιρη, αφού ο έρωτας, το πάθος και η ανάγκη για την ελευθερία είναι δομικά στοιχεία της ανθρώπινης φύσης.

Προτού συμβούν οι πρώτες νότες από το πιάνο της Σοφίας Ταμβακοπούλου, κοίταξα γύρω. Δεν ήξερα τι θα πει ένας ειδικός για την ικανότητα του χώρου να φιλοξενήσει μια παράσταση όπερας. Ο χώρος του Παπαστρατείου Μεγάρου στον θεατή μιας οποιασδήποτε άλλης εκδήλωσης (κι ετούτης βέβαια, στην πρώτη ακρόασή της) μπορεί να παρέχει τη μέγιστη ευχαρίστηση, αλλά σίγουρα, για μία Κάρμεν, στερεί απ’ αυτόν την ελάχιστη απόλαυση των μουσικών ή των φωνητικών επιδόσεων των ηρώων που, εδώ, σε μια αίθουσα πολλαπλών χρήσεων, έπρεπε να υπερβούν εαυτούς και να υποδυθούν όχι μόνο τους φημισμένους ήρωες της Κάρμεν, αλλά, ταυτόχρονα, σε διπλασιασμό των αντοχών τους, και τους απλούς ήρωες που ανεβαίνουν σε μια υποτυπώδη σκηνή για να τραγουδήσουν γνωρίζοντας καλά ότι θα χαθούν οι πιο λεπτές αποχρώσεις των αναβάσεων και των καταβάσεων, αυτές παρεμπιπτόντως που οδηγούν στην πληρότητα του καλλιτέχνη, μαζί και του συνοδού θεατή του. Μεγάλη αποκοτιά! Οι αόρατες αλλά αισθητές πτυχώσεις στο παθιασμένο πνεύμα της Κάρμεν δεν θα μπορούσαν ν’ αποδοθούν χωρίς την είσπραξη από το κοινό των λεπτεπίλεπτων φωνητικών επιτευγμάτων… Από πού αντλούν το κουράγιο τους αυτοί οι θεϊκοί άνθρωποι, όταν επιχειρούν, όταν ρισκάρουν τόσο; Απάντηση δεν έπαιρνα στο ερώτημα. Για τους καλλιτέχνες που θα εναλλάσσονταν στη σκηνή, ανίχνευα μία αίσθηση ατομικού ηρωισμού, εκείνου που γεννιέται από “άγνοια κινδύνου”. Πιγκώθηκα με τη σκέψη ότι η πόλη μου φιλοξενεί αυτές τις μορφές τόσο απλοϊκά, θα έπρεπε να το κάνει με λαμπρότητα όμως, ναι βρε, κάποια επισημότητα έστω, είπα λοιπόν ότι μου κάνουν μεγάλη χάρη να τραγουδήσουν για να τους ακούσουμε, να τους ακούσω, αν και προσήλθα με καθυστέρηση, αν και εισήλθα χωρίς κανείς να μου ζητήσει αντίτιμο. Οι τρεις λέξεις της άγνωστης κυρίας “έχει θέση, ελάτε…” μου φαίνονταν τώρα διπλά μεγαλόψυχες. Μ’ ένα πιάνο, αντί για ορχήστρα, και όλα τα σκηνικά μέσα “σε μία βαλίτσα” η διαχρονική, η αιώνια Κάρμεν, έφτασε ως εδώ… στην απαξιωμένη Ελληνική Επαρχία. Τι άλλο θα μπορούσα να δω σ’ αυτό από μία ευεργεσία; Τι καλό είχα κάνει τάχα σ’ αυτόν τον κόσμο για να μου αξίζει αυτή η απρόσμενη εύνοια της τύχης;

Ήρθα για ν’ ακούσω ειδικά τη Σοφία Ταμβακοπούλου, καθώς ήταν φίλη φίλου και θα σήκωνε το τεράστιο μουσικό βάρος της παράστασης ενσωματώνοντας μόνο στο πιάνο της τους ήχους μιας ολόκληρης ορχήστρας που… δεν χώραγε στη βαλίτσα! Μεγάλωσε όμως τόσο πολύ το μέγεθός της πάνω στη σκηνή που δείλιασα στο τέλος της παράστασης και, μαγεμένος απ’ όλα, δεν τόλμησα καν να της υποβάλλω τα σέβη μου. “Οι συγκλονιστικές μελωδίες του Μπιζέ, οι υπέροχες άριες και τα ντουέτα, σκιαγραφούν με μαγικό τρόπο την δραματική ιστορία και τα συναισθήματα των χαρακτήρων”. Μόνο; Το πιάνο της Σοφίας Ταμβακοπούλου τόνισε και διέστειλε τα παράφορα αισθήματα του δεκανέα Δον Χοσέ για την Κάρμεν, η πανελεύθερη σκέψη της οποίας την οδηγεί τελικά στο θάνατο.

Συμμετείχαν διακεκριμένοι πρωταγωνιστές της Εθνικής Λυρικής Σκηνής: Δημήτρης Σιγαλός (Δον Χοσέ) – Γιάννης Σελητσανιώτης (Εσκαμίγιο / Μοράλες) – Νικόλαος Καραγκιαούρης (Θουνίγα / Ντανκάιρε) – Διαμάντη Κριτσωτάκη (Κάρμεν) – Σοφία Μητροπούλου (Μικαέλα / Φρασκίτα) και Βίκη Τσιλιακού (Μερσέδες). Η σκηνοθεσία ήταν της Αγγέλας – Κλεοπάτρας Σαρόγλου. Σκηνικό: Γιώργος Κολιός. Κοστούμια: Αλεξία Θεοδωράκη. Φωτισμοί: Σπύρος Τζώρας.

kammenos5

Νόρα Καρατσικάκη - Κλινικός Διαιτολόγος - Διατροφολόγος