Θα ψηφιστεί ή δεν θα ψηφιστεί η κατάργηση του αγγελιοσήμου, αδιάφορο! Θα ψηφιστεί ή δεν θα ψηφιστεί η κατάργηση των υποχρεωτικών δημοσιεύσεων του Δημοσίου στον Περιφερειακό Τύπο, αδιάφορο επίσης.

Θα περιοριστούν σε τέσσερις ή δεκατέσσερις οι τηλεοπτικές άδειες πανελλήνιας εμβέλειας, παντελώς αδιάφορο.

Θα κλείσουν ή δεν θα κλείσουν τηλεοπτικοί ή ραδιοφωνικοί σταθμοί κι εφημερίδες, πανελλήνιας ή τοπικής εμβέλειας, παντελώς αδιάφορο επίσης.

Απεργούν ή όχι για τα δικαιώματά τους οι δημοσιογράφοι, είναι αδιάφορο.

Γίνονται απεργοσπάστες ή όχι οι δημοσιογράφοι, είναι αδιάφορο επίσης.

Για το αν κάνουν ή δεν κάνουν απεργία, για το αν σπάνε ή δε σπάνε την απεργία οι δημοσιογράφοι τις ημέρες που υπογράφεται το τέταρτο μνημόνιο, είναι παντελώς αδιάφορο.

Όλα όσα σχετίζονται με την Ελληνική δημοσιογραφία, είναι πλέον αδιάφορα.

Οι πολίτες εκφράζονται αρνητικά για την τηλεόραση σε ποσοστό 80%, για τον γραπτό Τύπο σε ποσοστό 65% και για το ραδιόφωνο σε ποσοστό 61%.

Που, με αριθμούς, σημαίνει, απλά, ότι “το παιγνίδι έχει χαθεί”. Για την δημοσιογραφία έχει χαθεί.

Και δεν υπάρχει τίποτα να γίνει γι’ αυτήν, εκτός από τον μηδενισμό του κοντέρ.

Η δημοσιογραφία που ασκείται σήμερα στην Ελλάδα σβήνει, πεθαίνει, χάνεται. Τα εν ενεργεία Μέσα Ενημέρωσης, έντυπα και ηλεκτρονικά, είναι βαθιά άρρωστα. Πάσχουν από ανίατη ασθένεια.

Τίποτα δε μπορεί να επαναπροσδιορίσει την δημοσιογραφία, εκτός από την ολική κατάρρευση ή την κατεδάφιση του οικοδομήματος.

Είναι η ίδια διαδικασία που απαιτείται για το πολιτικό σύστημα: Η επανίδρυση. Η επαναγέννηση.

Η ίδια ακριβώς διαδικασία που απαιτείται για το ξαναζωντάνεμα της κοινωνίας.

Συνειδητοποιώντας αυτό το απλά πραματάκι, αποκτούν αξία οι ιδέες για το πώς θα έπρεπε να είναι η δημοσιογραφία και, επίσης, ποιο θα πρέπει να είναι το ιδιοκτησιακό καθεστώς των Μέσων Ενημέρωσης στους επόμενους καιρούς.

Κανένα όμως από αυτά τα δύο χαρακτηριστικά δεν αποτελεί έργο ή αποστολή ενός κόμματος, αριστερού ή δεξιού. Η δημοσιογραφία δεν είναι ο χώρος που ορίζεται από την κυβέρνηση, είτε έχει συντηρητικό, είτε έχει “προοδευτικό πρόσημο”. Η αποστολή αυτή ΔΕΝ ανήκει στους ρόλους της εξουσίας.

Η υπόθεση αυτή αφορά την ίδια την κοινωνία και μόνο αυτήν.

Η Νέα Δημοσιογραφία θα γεννηθεί “από τα κάτω”.

Διότι, ναι, μπορεί να είναι όντως ανέφικτο να γεννηθεί ένα κόμμα “από τα κάτω”, μπορεί να είναι ουτοπία μια τέτοια πολιτική ιδέα, είναι όμως εφικτό να γίνει “από τα κάτω” η Νέα Δημοσιογραφία.

Δεν είναι απλώς εφικτό, είναι επιβεβλημένο.

Είναι επιβεβλημένο, επειδή είναι πρωτεύον θέμα και, εν ολίγοις, ζήτημα Δημοκρατίας.

Όταν λέμε “από τα κάτω”, εννοούμε ένα μετοχικό σχήμα των δημοσιογράφων ΚΑΙ των πολιτών. Εννοούμε μία Ανώνυμη Εταιρεία Λαϊκής Βάσης, η οποία θα γίνει ιδιοκτήτρια ενός Πολλαπλού Τοπικού Μέσου Ενημέρωσης. Με απόλυτη ελευθερία έκφρασης

Κι όταν αυτές οι Πλουραλιστικές, Πολυσυλλεκτικές και πολλαπλών επιπέδων έντυπες και ηλεκτρονικές Τοπικές Ανώνυμες Εταιρείες Ενημέρωσης και Επικοινωνίας εξαπλωθούν σε ολόκληρη την Ελληνική Επικράτεια, θα μπορούν, ως συλλογικοί μέτοχοι πια, να στήσουν τον Δευτεροβάθμιο Πανελλήνιο Φορέα τους.

Μόνο μια τέτοια διαδικασία μπορεί να φέρει την δημοσιογραφική άνοιξη.

Διαφορετικά, δεν θα χαθεί μόνο η δημοσιογραφία και οι δημοσιογράφοι μαζί της. Θα χαθεί μαζί μ’ αυτούς η ίδια η Δημοκρατία.

Και θα χαθεί επειδή το λένε οι αριθμοί:

Μία πρόσφατη έρευνα που πραγματοποίησε η Μονάδα Ερευνών Κοινής Γνώμης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας για λογαριασμό του Dukakis Center for Public and Humanitarian Services αποτύπωσε ένα σοκ:

Περίπου ένας στους δύο ερωτώμενους (47%) θεωρεί πως τον εκφράζει η φράση «έχουμε δημοκρατία μόνο στο όνομα και όχι στην ουσία».

Ένας στους πέντε (18%) θα προτιμούσε λιγότερο δημοκρατία και περισσότερο ευημερία, ποσοστό που μεγαλώνει αρκετά μεταξύ των ανθρώπων με χαμηλή μόρφωση.

Μόνο ένας στους τρεις Έλληνες (32%) απαντά ότι τον εκφράζει η θέση πως η δημοκρατία είναι το καλύτερο πολίτευμα παρά τα προβλήματά της.

Το 45% των ερωτώμενων θεωρεί πως η συμμετοχή στις εκλογές είναι χωρίς σημασία γιατί τελικά γίνεται ό,τι θέλουν οι ξένοι.

Περισσότεροι από έξι στους δέκα νέους πιστεύουν πως έχουμε δημοκρατία κατ’ όνομα. Η ίδια ηλικιακή ομάδα θεωρεί κατά πλειοψηφία (50%) ότι η συμμετοχή στις εκλογές είναι χωρίς σημασία.

Το 51% των πολιτών δηλώνει πως αισθάνεται οργή ή αηδία για τους βουλευτές και μόλις 11% σεβασμό.

Κι αυτά τα ευρήματα δεν είναι τα μόνα:

Σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο που διενεργήθηκε το Φθινόπωρο του 2015, οι πολίτες δεν εμπιστεύονται τα πολιτικά κόμματα σε ποσοστό 92%, τη Βουλή σε ποσοστό 83%, την κυβέρνηση σε ποσοστό 82% και τις περιφερειακές αρχές σε 82%.

Τι σημαίνουν όλα αυτά;

Σημαίνουν ότι η Δημοκρατία έχει ήδη καταλυθεί.

Δεν καταλύθηκε από στρατιωτικό ή άλλο πραξικόπημα. Καταλύθηκε από μόνη της στην ίδια τη συνείδηση του λαού.

Βρισκόμαστε ήδη στο μεταίχμιο. Στην άλλη όχθη του ποταμού αλαλάζουν από χαρά οι εχθροί της Δημοκρατίας. Περιμένουν την ώρα και την στιγμή της επέλασης.

Ας μιλήσουμε συνοπτικά:

Η Δημοκρατία δεν μπορεί να σωθεί με ίδρυση νέων κομμάτων, επειδή κανένα κόμμα ΔΕΝ μπορεί να γεννηθεί “από τα κάτω”.

Η Δημοκρατία μπορεί να σωθεί με ίδρυση νέων κοινωνικών θεσμών. Ο βασικότερος όλων είναι ο θεσμός που, από τη μια επιτρέπει την ελευθερία της έκφρασης, από την άλλη, ελέγχει την εξουσία.

Και τέτοιος θεσμός δεν είναι άλλος από τον Τύπο.

Η Νέα Δημοσιογραφία (και μόνο αυτή) μπορεί να στρώσει το χαλί για να γεννηθεί το νέο μεγάλο λαϊκό Κίνημα που έχει ανάγκη το έθνος.

Η γέννησή του εξαρτάται μόνο από την συνείδηση των πολιτών που – με τον οβολό τους – θα δημιουργήσουν την πρώτη Εταιρεία Λαϊκής Βάσης, την Εταιρεία που θα γίνει η ιδιοκτήτρια της πρώτης εφημερίδας.

Τίποτα καλό δεν θα έρθει “από τα πάνω”.

Ό,τι καλό είναι να γίνει σ’ αυτόν τον τόπο, θα έρθει “από τα κάτω”. Δεν θα γεννηθεί από τους πολιτικούς, αλλ’ από τους πολίτες. Τελεία.

Προηγούμενο άρθροΙσόπαλο το φιλικό με τον ΠΑΣ (1-1)
Επόμενο άρθροΝέο, ενιαίο ολοήμερο δημοτικό από την επόμενη χρονιά
Παντολέων Φλωρόπουλος
... γεννήθηκε στη Μυρτιά της Αιτωλίας το 1955. Ζει στο Αγρίνιο από το 1984. Εργάστηκε στο τοπικό ραδιόφωνο (1990 – 1992) και ξανά την περίοδο 1994 - 1996. Ιδρυτής και συντάκτης του σατιρικού “αραμπά” του Αγρινίου (1991 – 1997). Εκδότης και δημοσιογράφος της εβδομαδιαίας τοπικής εφημερίδας “Αναγγελία” (2000) μέχρι τον Ιούλιο του 2017, έκτοτε δε, τακτικός συνεργάτης της. Έχει γράψει ποίηση, 168 παραμύθια και 1.111 χρονογραφήματα, κατέγραψε εκατοντάδες λαϊκούς μύθους και θρύλους, ενώ δημοσίευσε πολλές χιλιάδες πολιτικά και πολιτιστικά άρθρα. Το πρώτο του βιβλίο, “η πολιτεία των λουλουδιών” (παραμύθι) κυκλοφόρησε το 1980. Τα βιβλία του κυκλοφορούν σε συλλεκτικές εκδόσεις λίγων αντιτύπων.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ