Αρχές Μαρτίου του 2015 οι δημοσκοπήσεις έδιναν αυτοκρατορικά ποσοστά στον Τσίπρα και την κυβέρνησή του. Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Public Issue για την «Αυγή», το 80% εξέφραζε θετική γνώμη για την κυβέρνηση και το 87% για τον πρωθυπουργό, το 64% εκτιμούσε ότι η χώρα κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση και το 49% ότι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα στη συνέχεια.

Κάποιες άλλες δημοσκοπήσεις ήταν ακόμα πιο ευνοϊκές για την κυβέρνηση.

Στο τέλος όμως του Φθινοπώρου του ιδίου έτους, λίγους μόλις μήνες μετά την αυτοκρατορική ισχύ του Αλέξη, η κατάσταση γυρίζει ανάποδα:

Σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο που διενεργήθηκε το φθινόπωρο του 2015, οι Έλληνες εμφανίζονται να μην εμπιστεύονται τα πολιτικά κόμματα σε ποσοστό 92% και τη Βουλή σε ποσοστό 83%.

Τι συνέβη και… γύρισε ανάποδα ο κόσμος;

Συνέβη η κυβέρνηση του Σύριζα.

Κάνοντας μια προσεκτική ανάγνωση σ’ αυτό το αναποδογύρισμα διαπιστώνουμε τα εξής:

Χρειάστηκαν μόλις δέκα μήνες (τέλος Ιανουαρίου, τέλος Νοεμβρίου) για να ξεφουσκώσει το μπαλόνι. Αλλά δεν είναι αυτή η λύπηση, ούτε η χαρά. Είναι το γεγονός ότι ο κόσμος είχε πιστέψει για τελευταία φορά σ’ ένα κόμμα και, μετά την ξεφτίλα του κόμματος αυτού, όχι μόνο δεν επιστρέφει στα κόμματα που ψήφιζε ως τότε, αλλά κάνει κάτι πολύ χειρότερο: Παραιτείται. Και “τα φτύνει” όλα. Φτάνει στην ολική απέχθεια. Αν έλεγες στον κόσμο “κρεμάω στο Σύνταγμα τις ηγεσίες όλων των πολιτικών κομμάτων και τους βουλευτές” θα σ’ έκαναν θεό.

Λοιπόν αυτή είναι η μεγαλύτερη τραγωδία απ’ όσες βιώσαμε και βιώνουμε στη μακρόχρονη πλέον διάρκεια της ύφεσης. Η μεγαλύτερη, επειδή σημαίνει εξαέρωση της λαϊκής εμπιστοσύνης προς το πολίτευμα. Αλλ’ αυτό συνιστά κατάλυση της Δημοκρατίας. Και δη μια “φυσική” κατάλυση της Δημοκρατίας. Από τον ίδιο το λαό.

Δεν καταλύθηκε από στρατιωτικό πραξικόπημα.

Αυτή τη φορά καταλύθηκε από λαϊκό πραξικόπημα.

Και δεν καταλύθηκε επειδή ανέλαβαν κυβερνητικό αξίωμα στρατιωτικοί ή λαϊκοί πραξικοπηματίες, αλλά επειδή, μεταξύ των πολιτών, καμία γνώμη δεν είναι σεβαστή από κανέναν. Είναι πια όλα ένα ισιάδι. Η άποψη του καφενόβιου κηφήνα ισάξια με του επιστήμονα που “έφαγε δάγκα τα βιβλία”.

Κατελύθη η Δημοκρατία, επειδή οι πολίτες υιοθετούν ό,τι ακούγεται ευχάριστο στο αυτί, απ’ όπου και αν έρχεται, τσαλαπατούν όμως και φτύνουν ό,τι δεν επιβεβαιώνει την ατομική σκέψη του καθενός εξ αυτών, ακόμα κι αν προέρχεται από σεβάσμιους συμπολίτες.

Τι κριτική να κάνεις έτσι σε μια κυβέρνηση που, παρ’ όλ’ αυτά, επιμένει να κρατά διψασμένα την εξουσία;

Η κριτική έχει νόημα όταν τροφοδοτεί τον δημόσιο διάλογο.

Η κριτική του πολίτη, μάλλον, η κριτική του δημοσιογράφου που αποτυπώνει την κριτική του πολίτη, έχει νόημα μόνο στην περίπτωση που – κατά τα Δημοκρατικά ειωθότα – είναι σεβαστή διττά, πρώτον από την εξουσία, δεύτερον από την κοινωνία.

Είναι σεβαστή γιατί στον ήχο της αναγνωρίζεται από την εξουσία και από την κοινωνία η φωνή του λαού.

Η κριτική του πολίτη ή του δημοσιογράφου που δεν είναι σεβαστή από την εξουσία, προμήνυε από καιρό την κατάλυση της Δημοκρατίας. Αυτό προηγήθηκε της απαξίωσης από τον λαό.

Εδώ και είκοσι τουλάχιστον χρόνια, από τότε που το ΠΑΣΟΚ άλλαξε ρότα μετά την ασθένεια του Ανδρέα Παπανδρέου, από τότε δηλαδή που “σήκωσαν κεφάλι” οι επίγονοι, η δημοσιογραφία που δεν ήταν αρεστή στην εξουσία διωκόταν, οι δημοσιογράφοι που κρατούσαν τον υπερκομματικό χαρακτήρα της δουλειάς τους (αυτό που ονομάζεται “ανεξάρτητη δημοσιογραφία”), εκείνοι δηλαδή που αρνήθηκαν να εξαγοραστούν με κρατικές διαφημίσεις, εξανδραποδίστηκαν και καταδικάστηκαν σε διαρκή πενία, όχι τώρα, όχι την περίοδο των μνημονίων, αλλ’ από την εποχή των παχειών αγελάδων ακόμα…

Διότι, όταν η κριτική του πολίτη ή του δημοσιογράφου καταγγέλλεται από το ίδιο το πολιτικό σύστημα, από τους αξιωματούχους του πολιτικού συστήματος, όταν αυτό γίνεται τόσο φωναχτά από το “κουτί”, σημαίνει πρακτικά ότι το κάθε κομματόσκυλο που έβγαινε στην τηλεόραση, κάθε βουλευτής ή Νομάρχης ή Δήμαρχος, έβριζε δημόσια και συκοφαντούσε τους δημοσιογράφους που δεν ήταν του χεριού του.

Αποτέλεσμα: Να μη μείνει σήμερα τίποτα όρθιο, γιατί από αυτό το λασποβούτι δεν έβγαινε κανείς αλέρωτος, ούτε καν ο αληθινά ανεξάρτητος δημοσιογράφος, αφού, όσο αθώος κι αν ήταν, όσο αμέτοχος της διαπλοκής, γινόταν θύμα της γενίκευσης.

Κι αν διασωζόταν από την γενίκευση, έπεφτε θύμα της απαξίωσης από τους ίδιους τους συναδέλφους του, γιατί, με το πείσμα του στη σημαία, τους χάλαγε τη σούπα.

Αν ο δυστυχής διασωζόταν κι από αυτό, έπεφτε θύμα της αναπόφευκτης πλέον πενίας του, αυτή μετά γεννούσε την αυτοκριτική, σύμφωνα με την οποία οι επιλογές του φάνταζαν Δονκιχωτικές, ανεδαφικές, ουτοπικές, ηλίθιες.

Έτσι έχει το όλον. Και φτάνουμε σήμερα να μην έχει μείνει τίποτα όρθιο, σε τίποτα δε μπορεί να πιστέψει ο απεγνωσμένος πλέον λαός.

Φτάνουμε δηλαδή πού;

Φτάνουμε στο θηριώδες 92% που απορρίπτει τα πολιτικά κόμματα…

Δηλαδή;

Πώς να το πει κανείς απλά; Να το πει κάπως έτσι: Ο λαός σε ποσοστό 92% επιθυμεί να διοικηθεί από έναν δικτάτορα.

Και ίσως να το ξέρει καλά ο Τσίπρας, γι’ αυτό και δήλωσε στην Ζωή Κωνσταντοπούλου, όπως το απεκάλυψε τέλη Ιανουαρίου 2016, ότι “μόνο μια κυβέρνηση εθνικού σκοπού ή μια δικτατορία μπορεί ν’ ανταπεξέλθει στην κατάσταση”…

Ο τύπος αυτός είναι ικανός να διορίσει τον εαυτό του στη θέση του δικτάτορα που φαντασιώνεται. Διαθέτει άλλωστε την αναγκαία οικογενειακή κουλτούρα, αφού ο πατέρας του ήταν ο μεγάλος εργολάβος της χούντας.

Οι συνθήκες είναι με το μέρος του. Βασικότερη απ’ όλες εκείνη που λέει ότι ο λαός είναι έτοιμος να δεχτεί έναν ήρωα. Το μόνο που κάνει καλά ο Τσίπρας, είναι το παιγνίδι του δημαγωγού. Αυτό το κάνει καλά, όσο κανείς. Απέχει όμως ελάχιστα από το να γίνει ένας σύγχρονος Αλκιβιάδης και να φέρει τη συμφορά στους ευκολόπιστους Αθηναίους που τον έβαλαν “σταυρό στη σκούφια τους”…

Ακολουθήστε τον Παντελή Φλωρόπουλο στο TWITTER.

Προηγούμενο άρθροΗ Θέση της Δημοτικής Παράταξης “Ανατροπή Τώρα” για το Προσφυγικό
Επόμενο άρθροΑυτοκτόνησε 60χρονος στις Παπαδάτες
Παντολέων Φλωρόπουλος
... γεννήθηκε στη Μυρτιά της Αιτωλίας το 1955. Ζει στο Αγρίνιο από το 1984. Εργάστηκε στο τοπικό ραδιόφωνο (1990 – 1992) και ξανά την περίοδο 1994 - 1996. Ιδρυτής και συντάκτης του σατιρικού “αραμπά” του Αγρινίου (1991 – 1997). Εκδότης και δημοσιογράφος της εβδομαδιαίας τοπικής εφημερίδας “Αναγγελία” (2000) μέχρι τον Ιούλιο του 2017, έκτοτε δε, τακτικός συνεργάτης της. Έχει γράψει ποίηση, 168 παραμύθια και 1.111 χρονογραφήματα, κατέγραψε εκατοντάδες λαϊκούς μύθους και θρύλους, ενώ δημοσίευσε πολλές χιλιάδες πολιτικά και πολιτιστικά άρθρα. Το πρώτο του βιβλίο, “η πολιτεία των λουλουδιών” (παραμύθι) κυκλοφόρησε το 1980. Τα βιβλία του κυκλοφορούν σε συλλεκτικές εκδόσεις λίγων αντιτύπων.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ