Κατά το λιόγερμα γύρισε
να κοιτάξει κατάματα
τον απαστράπτοντα ήλιο
έτσι που έφευγε
πίσω απ’ τις άχαρες ταράτσες
των τσιμεντένιων κάστρων.
Και στροβιλίστηκε ύστερα
γύρω απ’ τα στενά δρομάκια
της σκέψης του ήρωά του.
Τον είδε να βαδίζει
στ’ αχνάρια των προγόνων
θεωρώντας ηττημένο
αυτόν που παραιτείται.
Να καβαλικεύει ξανά
ένα άσπρο άλογο
εξασφαλίζοντας έτσι
το αίσθημα της ελευθερίας.
Να προσδοκά το τρένο
μια και δεν είχε δοκιμάσει
ένα τέτοιο ταξίδι.
Να δέχεται τους ιερείς
όλων των θρησκειών
γιατί όλες είχαν το Θεό τους.
Να αγκαλιάζει τη μοναξιά
αφού συνυπάρχει με την αγάπη
την υπομονή, την κατανόηση.
Να επιδιώκει την αλλαγή
και τη συλλογική προσπάθεια
δίχως να αγνοεί το χρόνο.
Να τολμά και να προσφέρει
πέφτοντας κάθε βράδυ για ύπνο
με γαλήνια την ψυχή του.
Να κρατάει την ανησυχία
σε απόσταση και να μάχεται
για το αβέβαιο μέλλον του.
Αποφάσισε να κάνει
αλλαγή πλεύσης
δεν είχε άλλη επιλογή…
Κατερίνα Λιβιτσάνου – Ντάνου