Αλβανός ενεχυροδανειστής

Κι όμως κάποιοι έκλαψαν για τους μετανάστες που σκοτώθηκαν ή σακατεύτηκαν στο βανάκι που αναποδογύρισε με αυτούς στοιβαγμένους μέσα, σχεδόν πενήντα άτομα. Αυτή θα μπορούσε να είναι μια πρωτοσέλιδη είδηση, σαν αυτές που έβγαζε ο αείμνηστος Γιωργάκης Παπανδρέου ότι εξασφαλίστηκε η τάδε δόση, σαν τον θρίαμβο του λεπτοδείκτη όποτε η μπαταρία του έδινε μια ακόμα κίνηση στον κύκλο του ρολογιού.

Αυτή η είδηση για την ψυχική συντριβή όσων ασχολήθηκαν με την διάσωση των άμοιρων είναι μια παρηγορητική είδηση. Είναι η εξασφάλιση ενός δανείου από το μέλλον της χώρας. Άσχετα αν έπρεπε αυτοί να είναι εδώ, άσχετα από το τι έπρεπε αν κάνει η χώρα γι’ αυτή την απελπιστικά αφασική μετακίνηση ανθρώπων ξένων, αγνώστων, απρόσωπων σωμάτων. Άλλωστε πότε είχε σχέση η ψυχή του μόνιμου κάτοικου αυτής της χώρας με την νοημοσύνη του περαστικού ή του οικογενειοκρατικά σταθερού αρμοδίου διοικητή; Αποικιοκράτες Πιλάτοι, βάζουν κάνα δίλημμα αραιά και που στον λαό και νίπτουν τα χέρια τους από το αίμα στο βανάκι.

Πότε κοίταξε κι αυτός ο λαός να βρει έναν πολιτικό που να κλαίει; Χωρίς δακρυγόνα του αντιπάλου κόμματος δηλαδή. Ο τελευταίος ήταν ο Καραμανλής ο παλιός, όταν απελπισμένος από το Μακεδονικό είδε το που πήγαινε το θέμα και πόσο «αλλού» ήταν ο τόπος, αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού τα αυγά. Του φιδιού ενίοτε. Ίσωμα όλα.

Έτσι είναι τα Βαλκάνια φίλε. Εδώ ο κύριος ποιητής των Βαλκανικών εικόνων, ο διεθνής Θόδωρος Αγγελόπουλος σκοτώνεται από διερχόμενη βέσπα την ώρα γυρίσματος. Εδώ δεν είναι απίθανο να γκρεμιστεί η Ακρόπολη από αδέσποτο κομπρεσέρ. Ό, τι να’ ναι, όποτε να’ ναι. Τόσες ταινίες περιπέτειας γυρίζουν οι Αμερικάνοι, τόσα συγκρουόμενα αυτοκίνητα, κανένας σκηνοθέτης δεν πέθανε. Εμείς είμαστε άλλο, ειδική περίπτωση. Δεν μπορεί δηλαδή να ανθίσει, να σταθεροποιηθεί ένα λουλούδι. Υπάρχει πολύς αέρας. Διόλου τυχαίο που τον πολύ άνετο άνθρωπο, τον λέμε στην καθομιλουμένη «αέρα». Γεμίσαμε άνετους που τα πήραν όλα κι έφυγαν.

Εκ των υστέρων ένας φίλος που κορόιδευε τις ταινίες του έκατσε και είδε τον «Θίασο» και του άρεσε. Για διάφορους λόγους, μη ουσιαστικούς, άλλα τέλος πάντων, σαν από φιλότιμο, σαν αυτούς που έκλαψαν για τους μετανάστες στον Αστακό. Υπάρχει δηλαδή κάτι κάτω απ’ όλη την διάθεση για χαβαλέ και απορρύθμιση, μια τρυφερότητα μπροστά σε κάτι σοβαρό, σαν ένα σταυροκόπημα μπροστά σε μια περαστική εκκλησία.

Κάτω απ’ όλη την βαλκανική σούπα που περιεργάστηκε ο Αγγελόπουλος, κάτω από τους ρομαντικούς αριστερούς, τους πληγωμένους μετανάστες, τους εμφυλίους, υπάρχει ο Έλληνας, ο Άνθρωπος που φοράει το ένα ή το άλλο ρούχο, ανάλογα με τις συνθήκες, για να επιβιώσει. Ο έλληνας δεν συγχώρεσε στον ποιητή – σκηνοθέτη ποτέ την έλλειψη απλότητας, ίσως και το ότι δεν τον παραχάιδεψε. Υπήρξε κι εκείνος αυστηρός κι ερμητικός σαν μοναχός ασκητής, σε μια εποχή που ήθελε πιο πολύ λαιφστάιλ. Δικαίωμά του. Κι η (αριστερή) διανόηση ήταν αυστηρή με τον λαϊκό Έλληνα. Καιρός, πάνω από τον σουρεαλιστικό θάνατό του ποιητή και τον υλιστικό θάνατο του μεταπολιτευτικού Έλληνα να λήξει ο «εμφύλιος», μακριά από αριστερίστικους ελιτισμούς, βαλκανοχριστιανικούς εθνικισμούς και αμερικανόπληκτους χαβαλέδες.

Νόρα Καρατσικάκη - Κλινικός Διαιτολόγος - Διατροφολόγος