19η Μαΐου: Ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου

mera-mnimis-genoktonias-ellinon-pontou

του Κώστα Δ. Κονταξή
Επίκ. Καθηγητής Λαογραφίας

Κι η μέρα ήρθε σκοτεινή
οι μήνες οργισμένοι
γυμνά σπαθιά
τα ματωμένα χρόνια

Πέτρωσαν τα σαράντα κύματα
ριγήσανε τα στάχυα
κι η Παναγιά του Πόντου η μάνα
με τα κεράσια στην ποδιά
με τα φλουριά τα κοντυλένια δάχτυλα
με τη ματιά του ζαρκαδιού

έπεσε κι ελιγώθη…

(Ερρίκου Θαλασσινού, Οι θημωνιές του νόστου, ο Ξενιτέας 4 (1987), σ. 24)

Τιμώντας, κάθε χρόνο, τη μνήμη της Γενοκτονίας των Ελλήνων του μαρτυρικού Πόντου, στέλνουμε, με ευλάβεια, τη σκέψη μας σ’ εκείνους που ήρθαν× σ’ εκείνους που έμειναν πίσω και σ’ εκείνους που δεν θα έρθουν ποτέ από την αλησμόνητη γωνιά της Ανατολής, τον Ελληνικό Πόντο.

Τον Πόντο, με τα άγρια θρυλικά βουνά, τους ήμερους κάμπους, το πεντάμορφο σόι των ανθρώπων με τα μεγάλα ανατολίτικα μάτια, με τη χαρούμενη ξέγνοιαστη ψυχή× που έπιναν, χόρευαν, φιλιούνταν με τρισεύγενη χάρη, όπως έγραψε ο Νίκος Καζαντζάκης.

Τον Πόντο, που είδε τα παιδιά του να εξορίζονται, να διώκονται, να δολοφονούνται και να ξεριζώνονται από το μίσος που καλλιέργησαν τα συμφέροντα και οι σκοπιμότητες των δυνατών της γης εκείνου του καιρού.

Τον Πόντο, που «στοίχειωσε» όταν είδε τα παιδιά του, ανταλλάξιμη «ύλη», να παίρνουν το δρόμο της Προσφυγιάς.

Με μάτια δακρυσμένα, αλλά με τη βαθιά πίστη πως «χρέος της ζωής είναι να ζήσει», πήραν τα κομμάτια της ψυχής τους, το τελευταίο ψωμί από το φούρνο της αυλής, τις μνήμες από τα αγαπημένα χώματα και στιβάχτηκαν στα καράβια:

Η θάλασσα επρασίνιζεν και το παπόρ επέγνεν

κ’ η Μάτσκα (Ματσούκα) σην Ανατολήν εσιάσεψεν κι επέγνεν.

(Γιάννη Ταϊγανίδη, Παράδοση και νεολαία, ο Ξενιτέας Ι (1987), σ. 35 – 36).

Και όταν τα παιδιά του Ελληνικού Πόντου πάτησαν τη στεριά της Μάνας γης, της Ελληνικής πατρίδας, αγκάλιαζαν το ένα το άλλο για να βεβαιωθούν πως δεν είναι σκιές.

Δίπλωσαν την περηφάνια τους στο «σακί» της προσφυγιάς και βγήκαν για ένα ξεροκόμματο στο εργοστάσιο× για μια «χούφτα» καλαμπόκι στα χωράφια.

Και κράτησαν, στη συνείδησή τους, φωτεινή και πολύχρωμη την εικόνα του τόπου που γεννήθηκαν, του Ελληνικού Πόντου, με τον πλούσιο λαϊκό πολιτισμό και την ιστορία των είκοσι έξι και πλέον αιώνων ζωής, για να την παραδώσουν, «χρυσή» κληρονομιά, στα παιδιά τους, στις γενιές που θα ακολουθήσουν.

19 Μαΐου 1919. Μια ημερομηνία σημαδιακή για τον Ποντιακό, και όχι μόνο, Ελληνισμό. Θυμίζει τη σκοτεινή μέρα που ο Κεμάλ πασάς πάτησε το πόδι του στη Σαμψούντα και δήλωσε πως θα λύσει το ποντιακό ζήτημα με τις σφαγές και την αγχόνη.

Με τη βοήθεια μελών του νεοτουρκικού Κομιτάτου, συγκροτεί μυστική οργάνωση, τη Mutafai Milliye, κηρύσσει το μίσος εναντίον των Ελλήνων και σχεδιάζει την ολοκλήρωση της εξόντωσης του ποντιακού ελληνισμού, που ξεκίνησαν οι προκάτοχοί του Νεότουρκοι, το 1916. Αυτό που δεν πέτυχε το καθεστώς των σουλτάνων στους πέντε αιώνες της τυραννικής διοίκησής του, να εξοντώσει, δηλαδή, τον ελληνισμό του Πόντου και της Ιωνίας, το πέτυχε, μέσα σε λίγα χρόνια, με τους τσέτες του ο Κεμάλ.

353.000 Έλληνες του Πόντου θανατώθηκαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, γιατί θέλησαν να κρατήσουν την εθνική τους πολιτισμική ταυτότητα. Είναι τα θύματα της τουρκικής θηριωδίας κατά τα έτη 1916 – 1923.

Την ημέρα που η τουρκική νεολαία γιορτάζει, η νεολαία η Ποντιακή, που βρίσκεται στην Ελλάδα και σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, θρηνεί, αλλά δεν ξεχνά και ζητά την ηθική δικαίωση των μαρτύρων, θυμάτων της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, η οποία δεν αναγνωρίσθηκε, ποτέ, επίσημα από τις κυβερνήσεις της Τουρκίας και αυτούς που κρύβονται πίσω της.

Είναι πολλά τα ανέκδοτα διπλωματικά έγγραφα χωρών, συμμάχων κυρίως της Τουρκίας, από εκείνη την περίοδο, που αποκαλύπτουν το μέγεθος της σκληρότητας και τα απάνθρωπα μέσα εξόντωσης, που ανακάλυπταν, κάθε φορά, οι Τούρκοι.

Για «απερίγραπτα εγκλήματα» έκανε λόγο ο Μουσταφά Κεμάλ, υποκριτικά, και για τους δικούς του, πάντα, λόγους στο έκτακτο στρατοδικείο που συστήθηκε, με σουλτανική διαταγή, στις 8 Μαρτίου του 1918, για να δικάσει τους ηγέτες της κυβέρνησης των Νεοτούρκων για τα εγκλήματα που διέπραξαν κατά του Χριστιανικού πληθυσμού της Τουρκίας:

«Οι πασάδες (…) διέπραξαν απερίγραπτα εγκλήματα, τέτοια που δεν μπορεί να συλλάβει η φαντασία του ανθρώπου (…). Εγκαθίδρυσαν ένα τυρρανικό καθεστώς, οργάνωσαν εκτοπίσεις και σφαγές, έκαψαν βρέφη, που ακόμη θήλασαν (…), βίασαν γυναίκες και μικρά κορίτσια μπροστά στα μάτια των γονιών τους, εξόντωσαν γυναικόπαιδα (…), προβαίνοντας σε κάθε είδους ωμότητες (…). Γεγονότα που δεν έχουν προηγούμενο στην ιστορία οποιουδήποτε λαού…».

Αυτά και πολλά άλλα είπε ο «πατερούλης» των Τούρκων, ο Ατατούρκ, για τα εγκλήματα των ομοεθνών του, για να οργανώσει και να διαπράξει, λίγο αργότερα, ο ίδιος με τους τσέτες του, πολύ χειρότερα.

Ο Αμερικανός I. Gerard, προλογίζοντα, το 1926, το βιβλίο του G. Horton, πρόξενου, το 1922, στη Σμύρνη, «Η Κατάρα της Ανατολής», έγραφε, ανάμεσα σε άλλα:

«…Το ότι είκοσι αιώνες μετά Χριστόν ένας μικρός και οπισθοδρομικός λαός, όπως οι Τούρκοι, μπόρεσε να διαπράξει τέτοια εγκλήματα εναντίον του πολιτισμού και της προόδου του κόσμου, είναι ένα ζήτημα που θα έπρεπε να κάνει όλους τους ευσυνείδητους λαούς να σταθούν και να σκεφτούν (…)».

Εκωφεύσαμεν στις απελπισμένες κραυγές για βοήθεια των χριστιανών που πεθαίναν…

Ο ίδιος ο Τζορτζ Χόρτον δήλωνε:

«Το δυνατότερο συναίσθημα που πήρα φεύγοντας από τη Σμύρνη, ήταν η ντροπή μου που ανήκα στο ανθρώπινο γένος…». (Κώστα Δ. Κονταξή, Της Προσφυγιάς η μοίρα, Αγρίνιο 2005, σ. 72 – 91).

Το Φεβρουάριο του 1994, η Βουλή των Ελλήνων, με ομόφωνη απόφασή της, καθιέρωση τη 19η Μαΐου ως ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου.

Η απόφαση, που τιμά όλους αυτούς που την ψήφισαν, αποτίει φόρο τιμής στα θύματα της τραγικής ιστορίας, καλύπτει ένα μεγάλο πολιτικό, εθνικό, ιστορικό και ηθικό κενό και ενισχύει το δίκαιο αγώνα των Ποντίων, όπου γης, για την αναγνώριση της Γενοκτονίας από τη διεθνή κοινότητα και το τουρκικό κράτος.

Γιατί η καταγραφή της ιστορικής μνήμης της ανθρωπότητας αναδεικνύει τη δημοκρατία, την καθαρή σκέψη και τη θέληση της υπέρβασης των αντιθέσεων× επιτρέπει τη συνέχιση της ζωής σε έναν κόσμο πραγματικά ελεύθερο, έναν κόσμο που σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα και αγωνίζεται για να μην υπάρξουν, στο μέλλον, νέες γενοκτονίες.

Σ’ εκείνους που ζητούν να σβήσουμε από τη δική μας ιστορία την αλήθεια, θυμίζουμε τα, πάντα, επίκαιρα λόγια του Ηλία Βενέζη:

«Λοιπόν – λέμε στην ανατολική πλευρά του Αιγαίου – αν ζητάτε να σβήσουμε την ιστορία μας, το συναξάρι και το μαρτυρολόγιό μας αυτό δεν το μπορούμε. Όμως, ξέρουμε να κάνουμε κάτι άλλο τίμιο και βαθύ: Μπορούμε να μη μνησικακούμε. Γι’ αυτό, χωρίς να σβήσουμε την ιστορία μας, εμείς τη συναδερφοσύνη των λαών μας θα τη βοηθήσουμε έτσι: Θα βάλουμε στο μερίδιό μας όλα όσα υποφέραμε, τόσους αιώνες μίσους, τη λύπη μας και τον ξεριζωμό μας. Και απ’ την άλλη θα βάλουμε την αγάπη μας για την ειρήνη, τη συνείδηση της ανάγκης να μη βρεθούν πια οι λαοί μας σε πόλεμο και σε εξολοθρεμούς…» (Βλ. Ηλία Βενέζη, Μικρασία Χαίρε, εκδ. Εστία, Αθήνα 1974, σ. 157).

Τύμπανο 4 / Ιούνιος 2013

Νόρα Καρατσικάκη - Κλινικός Διαιτολόγος - Διατροφολόγος